Η Μαίρυλυν Ζαννέτου κρατά μια πρωτιά, μια πρωτιά από τις πιο σημαντικές: στο παιδικό της βιβλίο, Το αλλιώτικο μυαλοκούτι του Αλέξανδρου”, η οικογένεια του ήρωά της, του Αλέξανδρου, αποτελείται από δυο μπαμπάδες. Ναι, πρόκειται για το πρώτο βιβλίο με περιεχόμενο που να εντάσσει στη σφαίρα του τί θεωρεί ΟΚ ένα μικρό παιδί, την ύπαρξη ομόφυλων ζευγαριών που μεγαλώνουν ανθρώπους.

Στο βιβλίο «Το Αλλιώτικο Μυαλοκούτι του Αλέξανδρου» προφανώς τα πράγματα δε βρίσκονται σε μια σφαίρα εξιδανίκευσης. Ο μικρός ήρωας βιώνει ρατσισμό λόγω της ιδιαίτερης -για τα δεδομένα της κοινωνίας- οικογένειάς του και στην αρχή είναι πληγωμένος από τα πειράγματα και την κοροϊδία που δέχεται από τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριές του. Η ιστορία, ξετυλίγεται με την προσπάθεια απόκρυψης του αλλιώτικου μυαλοκουτιού του με αντικείμενο που, στερεοτυπικά, τον καθιστά και πάλι «θηλυπρεπή». Στη συνέχεια, προσπαθεί να κρύψει τη διαφορετικότητά του με ένα πιο ουδέτερο αντικείμενο. Όμως, ο πυρήνας του, αποκαλύπτεται πάλι στην πορεία. Ακολούθως, επιχειρεί να αναγκάσει τον εαυτό του να ονειρευτεί και να συμπαθήσει τις επιλογές που κοινωνικά του επιβάλλει το φύλο του αλλά και πάλι αποτυγχάνει. Στη συνέχεια επιχειρεί να προσεγγίσει το αντίθετο φύλο, τα κορίτσια, νομιζόμενος ότι μοιάζει περισσότερα με αυτά, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. «Άρα έχουμε τα βήματα της συγκάλυψης, της προσπάθειας για αλλαγή με σκοπό να γίνει συμπαθής και αρεστός στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο και της αλλαγής «ακροατηρίου» φίλων με σκοπό την εκεί διερεύνηση αποδοχής», μου εξηγεί η Μαίρυλυν, βάζοντάς με για τα καλά στον κόσμο του Αλέξανδρου. Ή μάλλον στο μυαλοκούτι του.

Για τη Μαίρυλυν η συγγραφή ενός τέτοιου βιβλίου ήταν η μόνη λογική συνέχεια για μια εποχή στην οποία το σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια έχει νομιμοποιηθεί σε πολλές χώρες, η υιοθεσία ή η τεκνοθεσία είναι τα επόμενα βήματα. «Οι οικογένειες με δύο μπαμπάδες ή δύο μαμμάδες ολοένα και αυξάνονται. Πρόκειται για αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε ζευγαριού, ομόφυλου ή ετερόφυλου και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται», μου εξηγεί. Βέβαια πριν από κάθε δημιουργική πράξη, προηγείται ένα ερέθισμα, μια αφορμή. Για εκείνη ήταν οι αληθινές ιστορίες παιδιών που έτυχε να γνωρίσει κατά τη διάρκεια της καριέρας της ως εκπαιδευτικός. «Τα παιδιά αυτά, που απέκλιναν από την πεπατημένη, χαράχτηκαν στο μυαλό μου. Για χρόνια με τριβέλιζαν οι ιστορίες τους, όπως αυτά μου τις είχαν εξομολογηθεί», αναφέρει. Ο Αλέξανδρος δε θα είχε γεννηθεί αν η Μαίρυλυν δεν είχε γνωρίσει ένα παιδάκι 8 χρονών, που δεν είχε τα τυπικά χαρακτηριστικά των υπόλοιπων συμμαθητών του. «Ήταν πολύ γλυκός και δημιουργικός. Είχαμε, τότε, συνδεθεί πάρα πολύ. Με την πάροδο του χρόνου, μου είχε αποκαλύψει ότι στο σπίτι υπήρχε μια κόντρα με τους γονείς του και κυρίως με τον μπαμπά του, γιατί αυτός ήθελε να ασχολείται με θέματα που στερεοτυπικά τον καθιστούσαν πιο «θηλυπρεπή» και οι γονείς του αντιδρούσαν αρνητικά, θύμωναν και τον απέτρεπαν», μου εξηγεί.

“Το αγοράκι αυτό μαζί με άλλα παιδιά που ακολούθησαν στην πορεία της καριέρας μου, μου έδωσαν το κίνητρο να γράψω το παραμύθι αυτό, με τη συγκεκριμένη θεματική. Τότε, δεν ήμουνα σίγουρη πώς έπρεπε να τους «συμπαρασταθώ», αλλά στην πορεία αποφάσισα ότι ήθελα να δημιουργήσω κάτι που να αφορά σε όλα τα παιδιά που νιώθουν ότι αποκλίνουν από μια πεπατημένη και δεν γίνονται αποδεκτά. Ήθελα, μεταξύ άλλων, διαβάζοντας το, κάποια παιδιά να νοιώσουν την αίσθηση του «ανήκειν» και της ταύτισης», συμπληρώνει.

Απορώ αν αντιμετώπισε αντιδράσεις για αυτό της το εγχείρημα. Η Μαίρυλυν ζει στην Κύπρο, οπότε το πώς τελικά έγινε αποδεκτό το «μυαλοκούτι» μου προκαλεί περιέργεια. Η ίδια μου εξηγεί ότι δέχτηκε αντιδράσεις και από γονείς, αλλά και από τους οικείους της. Απλώς για διαφορετικούς λόγος. «Αρκετοί δικοί μου άνθρωποι θεώρησαν ότι θα είχε πολλούς πολέμιους και ότι αυτό θα επηρέαζε αρνητικά, τόσο εμένα ως άτομο, όσο και την καριέρα μου. Στην προσπάθειά τους να με προστατεύσουν, ενδεχομένως, επιχείρησαν να με αποτρέψουν από το να εκδώσω ένα βιβλίο που πραγματεύεται τη συγκεκριμένη θεματική. Υπήρξαν όμως και άτομα, που αν και θετικά στο κομμάτι που αφορούσε μόνο τον Αλέξανδρο και τη διαφορετικότητά του, δεν συμφωνούσαν να συμπεριληφθεί στο παραμύθι και η οικογένεια με τους δύο μπαμπάδες. Το χαρακτήρισαν ως πολύ βαρύ για να το αντέξει/ανεχτεί, αν θέλεις, η κοινωνία όπως είναι σήμερα», αναφέρει. Οι γονείς, ωστόσο, είναι μια άλλη υπόθεση. Προφανώς, ένα μερίδιο ήταν πολύ θετικό με την έκδοση του βιβλίου, σχεδόν ανυπόμονοι να το προμηθευτούν για να το διαβάσουν στα παιδιά τους. Άλλοι πάλι θεωρούσαν πως το να είναι οικείο ένα παιδί με αυτό το οικογενειακό μοντέλο, θα του φυτέψει μια ιδέα, θα το μετατρέψει αυτομάτως σε ομοφυλόφιλο. «Για κάποιο λόγο, πολλοί γονείς, θεωρούν ότι αν το παιδί τους εκτεθεί στην ομοφυλοφιλία, έχει περισσότερες πιθανότητες να καταλήξει ομοφυλόφιλο», αναφέρει, θεωρώντας πως η εκκλησία έχει τεράστιο μερίδιο ευθύνης σε αυτό:

«Θεωρώ σημαντικό στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι στην Κύπρο, όπου διαμένω, η Εκκλησία ασκεί εξουσία στα σχολεία και σε πολλούς άλλους τομείς της κοινωνίας. Ιδανικά, θα έπρεπε να κινούμασταν προς την εκκοσμίκευση, όμως, δυστυχώς, έχει επιτραπεί στη θρησκεία να επηρεάσει ακόμα και το αναλυτικό πρόγραμμα των σχολείων όλων των βαθμίδων. Συνεπώς, από τη στιγμή που η Εκκλησία δεν εγκρίνει την ομοφυλοφιλία, αυτό λειτουργεί ιδιαίτερα αρνητικά και καλλιεργεί στάσεις ομοφοβίας και ρατσισμού.»

Η ίδια, επαγγελματικά, έχει έρθει πολλές φορές αντιμέτωπη με αυτόν τον ρατσισμό και έχοντας πλέον βγάλει από το μυαλό της τη «ρομαντικοποίηση» του πράγματος, θέλει το βιβλίο της να εξαφανίσει την κακία απέναντι στα ιδιαίτερα πλάσματα. Ιδιαίτερα για τα δεδομένα της κοινωνίας. Πιστεύει πως το να λυπόμαστε δεν έχει και τόση αξία, αν δε δραστηριοποιούμαστε και στο βιβλίο της θα βρει κανείς την προσωπική της δράση. «Το Αλλιώτικο μυαλοκούτι του Αλέξανδρου» ήταν το έναυσμα να ξεκινήσουν πολύ δημιουργικές συζητήσεις, οι οποίες ξεσκέπαζαν πάντοτε πολλά για τη δυναμική της τάξης που είχα απέναντί μου. Έτσι ανιχνευόταν πολύ πιο εύκολα και πολύ πιο ανώδυνα ποια παιδιά ήταν περισσότερο επιρρεπή στον εκφοβισμό και μπορούσα πλέον να σταθώ δίπλα τους με πιο πολλή αποφασιστικότητα και σιγουριά.»

Ναι, η Μαίρυλυν πιστεύει πως η ιστορία του Αλέξανδρου θα φέρει αλλαγή, όχι μόνο στο πλαίσιο του σχολείου. Πρακτικά, αυτή η αλλαγή μπορεί να ξεκινήσει από τους ίδιους τους γονείς, από εμάς τους ενήλικους. «Οι ενήλικες, είναι εις θέση να επηρεαστούν πολύ περισσότερο από τα ΜΜΕ ή τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και από την οικογένειά τους και πολλές φορές εμμένουν πεισματικά σε απόψεις που δεν συνάδουν με το τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία. Έχοντας κάνει και εργαστήρια με ενήλικες, πολλοί είχαν εκπλαγεί με διάφορα στοιχεία/δεδομένα ή/και στατιστικές που τους είχα παρουσιάσει ή με πραγματικά σενάρια και έφυγαν προβληματισμένοι. Πολλά μυαλοκούτια ενηλίκων θα εμπλουτιστούν διαβάζοντας αυτή την ιστορία, ως έχει, καθώς και πίσω από τις γραμμές», αναφέρει.

Από τη θέση ενός ανθρώπου που έκανε ένα μεγάλο βήμα, εύχεται τα ζητήματα του σεξουαλικού προσανατολισμού να αρχίσουν να απασχολούν τα media και την κοινωνία. «Το μέλλον πρέπει να μας συναντήσει με διάθεση αποδοχής των καινούριων πραγματικοτήτων», και λέω να κλείσω αυτό το κείμενο με αυτό. Σαν ευχή.