Είναι ένα θέμα που δεν γίνεται να ξεκινήσει με άλλη φράση: μετά τα 30, βαριά τα 33, την κατεβαίνουμε την κατηφόρα. Απλά, λιτά, απέριττα και με μια ηλεκτρική κουβέρτα για αγκαλιά. Τουλάχιστον, δεν είναι ένας δρόμος μοναχικός. Και οι συνομήλικοι φίλοι σου λίγο πολλοί στην ίδια φάση βρίσκονται. Οι δύο καραντίνες και ο πολύς, παρά πολύς χρόνος που περάσαμε σπίτι λειτούργησε ως μια ευκαιρία ενδοσκόπηση και αναθεώρησης στόχων και προτεραιοτήτων και, ώπα ώπα, τι γράφω; Τι σκατά γράφω; Ο life coach ας βγει από τούτο το κείμενο. Ωραία, προχωράμε. Το διάστημα λοιπόν που έχουμε περάσει σπίτι, όταν δεν καταπίναμε ό,τι σειρά έβγαζε το Netflix, διαπιστώσαμε και ήρθαν κάπως μεγεθυμένα μπροστά μας, όλα αυτά που κάνουμε στην καθημερινότητά μας αποδεικνύουν ότι είμαστε γερόντια στην ψυχή, ανεξαρτήτως από το τι λέει η ταυτότητα μας.
Ο δρόμος που μας κάνει να νιώθουμε σήμερα ψυχολογικά εγγύτερα με εκείνον τον συγγενή που πριν 10 χρόνια τον λέγαμε «μπάρμπα» είναι δύσβατος, αλλά τα έχουμε καταφέρει περίφημα ως τώρα. Να και μερικά από τα βασικά checkpoints που περάσαμε με επιτυχία.
Αγοράζουμε αντικείμενα που δεν γνωρίζουμε τη χρήση τους
Ζηλέψαμε που είδαμε τους φίλους μας να κάνουν γίογκα ή πιλάτες ή να προπονούνται στο σπίτι μέσω zoom. «Μπορώ και εγώ», σκεφτήκαμε λες και δεν ξέρουμε ότι αυτή η φράση ποτέ δεν έχει καλή κατάληξη. «Μπορώ και εγώ», σκεφτήκαμε και πήγαμε και παραγγείλαμε δαχτυλίδι πιλάτες, αυτό το χούλα χουπ του μιλένιαλ. «Μπορώ και εγώ», σκεφτήκαμε και έχουμε περάσει 6 μήνες σχέση με το δαχτυλίδι το οποίο χρησιμοποιήσαμε 3 φορές και αυτές οι 2.,5 ήταν λάθος και η άλλη μισή για να το κρύψουμε κάτω από το κρεβάτι. Το θυμηθήκαμε ξανά όταν στολίζαμε για Χριστούγεννα, μήπως του βάζαμε λαμπάκια γύρω-γύρω. Ήταν ροζ, δεν ταίριαζε.
Η ηλεκτρική κουβέρτα
Ναι, υπάρχει μια και μόνο μία περίπτωση στην οποία η ηλεκτρική κουβέρτα είναι θέμα που οφείλει να μας απασχολήσει: να ζούμε σε ένα σπίτι που δεν έχει αυτόνομη ή κεντρική θέρμανση και προφανώς η επιλογή να κάνουμε ζάμπλουτη τη ΔΕΗ με το air condition δεν υπάρχει καν πάνω στο τραπέζι. Υπάρχουν βέβαια σόμπες, υπάρχουν θερμοπομποί, υπάρχουν ένα σωρό συσκευές που αποδεδειγμένα και οικονομικά μας κρατούν ζεστούς. Αλλά αν δεν έχουμε θέμα με τη θέρμανση, τότε πώς ακριβώς τραβά την προσοχή μας η ηλεκτρική κουβέρτα; Δηλαδή τόσα γκάτζετ κυκλοφορούν, από gaming κονσόλες μέχρι τελευταίας τεχνολογίας κινητά και ακουστικά, όμως το δικό μας μάτι πάει εκεί γιατί «κάνει δουλίτσα», γιατί «είναι πρακτική και ασφαλής». Όταν βάζουμε τη βολή μας πάνω από τη διασκέδαση, τότε, ναι μάλλον είσαι με τη νεολαία. Δηλαδή μετά, τι θα τραβήξει το ενδιαφέρον μας; Συγκριτικά τεστ για φίλτρα νερού;
Παρασκευές με «Φως στο Τούνελ»
Καλά, αυτό θα μου πεις το κάναμε και πριν την καραντίνα, όταν είχαμε ήδη πειστεί ότι ένα επεισόδιο της εκπομπής της Αγγελικής Νικολούλη έκρυβε περισσότερες συγκινήσεις από «ένα ποτάκι, κάπου στο κέντρο». Και δεν μιλάμε να μένεις μέσα για το «Τούνελ», όταν έχει αυτές τις υποθέσεις με τις οποίες ασχολούνται όλοι. Αυτό είναι το εύκολο, κανείς δεν λέει όχι στα blockbuster. Στο κάτω-κάτω, το «Τούνελ» δεν είναι σπρίντ να προσφέρει συνεχώς ρεκόρ και θέαμα. Μιλάω, λοιπόν, για όσους βλέπουμε στο πρόσωπο της κυρία Νικολούλη μια μαραθωνοδρόμο, για εμάς που θα μας γοητεύσουν οι δύσκολες εκπομπές, αυτές που πρέπει να στηθούν με τρεις τέσσερις υποθέσεις και άλλα τόσα ρεπορτάζ προκειμένου να βγει το 3ώρο, για εμάς που καταλαβαίνουμε αν έχει «ψωμί» η βραδιά από το χρώμα ρούχων της παρουσιάστριας, για εμάς που θα σηκωθούμε 01:00 τη νύχτα από τον καναπέ, την ώρα που παίζει ένα ρεπορτάζ, και θα φωνάξουμε με ιερή αγανάκτηση «μα γιατί δεν έκαναν τοξικολογικές!».
«Μπορώ να τα δω;»
Αχ… ας θυμηθούμε τις εποχές που βγαίναμε έξω και μπορούσαμε να πάμε κάπου για ούζα και ψάρι. Ωραίες μέρες. Ας θυμηθούμε αυτή την ατάκα που κάποτε νιώθαμε ετεροντροπή όταν την ακούγαμε από τα διπλανά τραπέζια, αλλά τώρα εμείς καθόμαστε στα διπλανά τραπέζια. Σκάει ο σερβιτόρος, παραγγέλνετε τα πρώτα και όταν είναι η στιγμή για το ψάρι που θα αποτελέσει το κυρίως ακούγεται η ατάκα που κάνει όλη την ιχθυόσκαλα να γελάει: «Μπορώ να τα δω». Ναι σωστά, γιατί πλέον «ξέρουμε» να ξεχωρίζουμε το φρέσκο από το κατεψυγμένο. Καμία τύχη να καταλάβεις.
Το «ξενύχτι» των 2:30
Η έξοδος που ολοκληρώνεται στις 02:30 είναι η πιο άκυρη έξοδος. Δεν μετράει για σοβαρό ξενύχτι καθώς στην ερώτηση «πώς ήταν χθες» δεν θα απαντήσουμε «το κάψαμε». Μάλλον ξέρει τι θα πούμε «ε, καλά ήταν, μην φανταστείς, 02:30 είχα γυρίσει». Και αυτή η περιγραφή πέρα από ακριβής δείχνει και το μέγεθος της θλίψης της βραδιάς. Επίσης, επιστρέφοντας σπίτι 02:30-03:00 είναι δεδομένο ότι δεν θα κάνουμε καλό και χορταστικό ύπνο. Αν έχουμε να σηκωθούμε νωρίς την επόμενη μέρα, θα είμαστε κουρασμένοι, αν σηκωθούμε κατά τις 12:00 το μεσημέρι, θα νιώθουμε ότι έχει χαθεί ολόκληρη η μέρα. Αδιέξοδο; Όχι… απλώς είναι το ξενύχτι που κάνει ο 30άρης. Μίζερο και θλιβερό.Στο κάτω-κάτω, αν ήταν να βγούμε για 4 ώρες και δύο ποτά, θα μπορούσαμε να το είχαμε κάνει από τις 19:00 μέχρι τις 23:00.