Ο Πέτρος ή αλλιώς Τοτέμ, ήταν φίλος του Παύλου. Ο Πέτρος ή αλλιώς Τοτέμ είναι φίλος του Παύλου. Ο Πέτρος ή αλλιώς Τοτέμ θα είναι για πάντα φίλος του Παύλου. Έτσι, μια ανάσα κυριολεκτικά πριν τη μεγάλη απόφαση γράφει για τη Μάνα μας, τραγουδάει για τη Μάγδα.
Η Ειρήνη Φύσσα, γράφει: “Ο Πέτρος και η Μάνα μου που καθόμασταν σε τραπέζια γιορτής και χαράς όλοι μας. Και τώρα; Και τώρα αυτό… Να το ακούς και να θυμάσαι τις ζωές μας πριν το ’13. Να το ακούς και να σφίγγεις τα δόντια για να μην ουρλιαξεις. Να το ακούς και να μη τρελαίνεται το μυαλό σου απ’ την συνειδητοποίηση. Να το ακούς και να καταλαβαίνεις την αποστολή του καθενός μας εδώ. Πέτρο θα είναι υπερήφανος για όσα κάνεις. Μάνα αυτά είναι τα παιδιά σου“.
[Θα μάθεις τώρα εδώ τί με βαραίνει απ’την αρχή.
Από τη χειρότερη στιγμή, χρωστάω τα μάτια τους.
Φοβάμαι που τη βλέπω μην το θυμηθεί και το απαιτήσει απ’την κατάντια τους.
-Φοβάμαι, γιατί θα θέλω να της τα φέρω.
Ενώ πρέπει κανονικά να μιλάω πολιτικά, με επιχειρήματα.
Με αυτά που ακούω με ξεχάσανε κι αυτά που ξέρω γιατί συζητάω και με χτυπάνε βλήματα.
-Στο βλέμμα της μικραίνουνε οι θεωρητικοί, καίει μια φωτιά για τη μνήμη εκείνων που θυσιαστήκανε.
Νομίζεις πως στηρίζεις δίχως καν να’σαι εκεί.
‘Οσα λες σε τραγούδια, εμείς τα περπατήσαμε.
-Ζούμε όλα αυτά που τη σπάνε σε πολλούς,
που τα γράψανε οι μουσάτοι πριν ενάμιση αιώνα,
που τα λέμε και μας θεωρούν κακούς ή γραφικούς και για πάρτη μας κρατούν δυο μέτρα χώμα.
-Για αυτό και λέω σιγά-σιγά να κάνουμε στην άκρη εμείς,
κι αν είσαι μάγκας και βαρύς, θα σε πάρω στο λαιμό μου.
Την επόμενη μέρα είχες βαλθεί να εκπροσωπείς ενώ έψαχνα να βρω το μυαλό μου.
-Μα τώρα δεν αφήνω τίποτα να πέσει κάτω,
όσα φοβάσαι ας βαρύνουν τη δική μου τη ράχη.
Για τα φίδια που σε ακούνε στα κρυφά, σκάβω λάκκο,
κι ακολουθώ τη λέαινα στη μάχη.
-Και; Τί κατάλαβες τώρα;
Το έμαθες αργά πως πέφτουν γύρω μαχαιριές.
Και; Τί θυμήθηκες τώρα;
Κρατάς ίσες αποστάσεις που αφήνουν άνισες πληγές.
-Και; Τί κατάφερες τώρα;
Βρήκες αιτία κι αφορμή για άλλη μια αποχή.
Απλά να ξέρεις, δε σε ζητάνε οι καιροι,
γιατί έχουμε τη Μάγδα στην πρώτη γραμμή.
-Εκεί που νομίζεις πως γνωρίζεις που πατάς είναι τα μέρη μιας φωτιάς που η φυλή της σε ντρέπεται.
Μα εγώ είδα ένα βήμα που τραβάει μαζί κι εμάς.
Κι αυτό μετά τις δικάσιμους δεν μαζεύεται.
-Μπαίνει εκεί που χάνεσαι, εκεί που κοιμάσαι, που ντρέπεσαι, που σκέφτεσαι, που ξέρεις, που φοβάσαι.
Κάνει όπλο της τα πάντα και δεν θέλει για όπλο τίποτα,
παρόλο που δεν ξέρει από συστήματα,
-ξέρω εγώ. Είμαι εκεί, κρατάω τη μέση της,
σημαδεύω και δεν είσαι πουθενά.
Ακόμα και αν βρισκόσουνα στη θέση της,
με ίσες αποστάσεις θα μαχαίρωνες ξανά.
-Θα έσφαζες αέρα νύχτα σε θολά νερά, ηλίθια κι αδέξια και υπερβολικά.
Θα έγραφες τραγούδια θα τα’λεγες καλά, όταν απλά μια παρουσία λέει ακόμα πιο πολλά.
-Και δεν είναι το θέμα να τ’ακούσεις να θιχτείς,
έτσι κι αλλιώς θέλει τσίπα το να παραδεχτείς τα λάθη σου.
Μονάχα σου θυμίζω πριν να ξανακρυφτείς, πάει τζάμπα η χαίτη που φορείς, δίνει η λέαινα τη μάχη σου].