Τετάρτη βράδυ στην Κυψέλη. Στους τοίχους, έχουν ξεμείνει ξεθωριασμένα μωβ στένσιλ. “Τα δακρυγόνα δεν θεραπεύουν τον COVID19” και καθώς βάζεις την πρώτη ζακέτα του Φθινοπώρου, αγκαλιάζεις τις φίλες σου, έπειτα κοκαλώνεις και ανασηκώνοντας τους ώμους σκέφτεσαι πως “Ας είναι. Ας πεθάνουμε από μια καταλάθος αγκαλιά”. Έξω από το θερινό “Στέλλα” κανείς δεν ξέρει τι να φορέσει. Κοντά κοραλλί φορέματα με σκόρπιες μαργαρίτες, δερμάτινα με φουλάρι και από πάνω πάλι φουλάρι, βερμούδες με φούτερ και ένα μικρό τρέμουλο στην ουρά για ποπ κορν, που μυρίζει βούτυρο και λύσσα για αλάτι.
Με τις φίλες μας, μας ενώνουν πολλά. Λαχανιασμένα γέλια, άσκοποι περίπατοι με ακαθόριστες εκρήξεις οργής, βουτιές με τη μύτη ανοιχτή και μια ζωή που παλεύει να ανθίσει όταν ο ουρανός πυκνώνει τα σύννεφα του, πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Μα πάνω απ’ όλα, με τις φίλες μας, μας ενώνουν οι στιγμές που η μία τρεμοπαίζει στα μάτια της άλλης τα δάκρυα ενός ποιήματος που έτρεξε στα μάγουλα μας, στο πρώτο θερινό ενός καλοκαιριού που έχει από μέρες τελειώσει.
“Θα σε περιμένω το βράδυ” μου έστειλε ο Γιάννης Καρπούζης σκηνοθέτης της ταινίας “Νίκος Καρούζος: Ο δρόμος για το Έαρ”. Η πρώτη και η τελευταία μου σκέψη ήταν που έχω καταχωνιάσει όλα εκείνα τα χαρτιά που σε ώρες σταματημένου χρόνου της καραντίνας, έγραψα ξανά και ξανά πως “Θα περάσουν από πάνω μας όλοι οι τροχοί στο τέλος τα ίδια τα όνειρα μας θα μας σώσουν”.
Κάτω από ξεχαρβαλωμένα παντζούρια που αναβοσβήνουν περασμένες 23:00, εμφανίστηκε το σπίτι του Νίκου Καρούζου στο Ναύπλιο. Γδαρμένοι σοβάδες, φαγωμένα από τον χρόνο πορτοπαράθυρα και ένα κατακόκκινο χρώμα που σχηματίζει τις λέξεις “Όνειρα” και “Ελπίς”.
Ο καταπληκτικός Δημήτρης Καταλειφός, αφηγείται ακολουθώντας το χνάρι της ζωής του μεγάλου ποιητή στον κόσμο, σε μια έρευνα που κράτησε 7 χρόνια, κάνοντας στάση για να συνομιλήσει με προσωπικότητες όπως ο Τίτος Πατρίκιος, η Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, ο Τάσος Γουδέλης, ο Σάββας Μιχαήλ, ο Γιώργος Ξένος και πολλοί άλλοι/ες, που ταξίδεψαν και στοχάστηκαν πάνω στην ποιητική γλώσσα του Καρούζου.
Ο Νίκος Καρούζος υπήρξε από τις σημαντικότερες, αν όχι η σημαντικότερη, μεταπολεμική ποιητική φωνή στην Ελλάδα, μια “γέφυρα” ανάμεσα στον ελληνικό μοντερνισμό και στη μεταμοντέρνα ποίηση, κατακτώντας μια σχετικά μικρή φήμη σε σχέση με το μέγεθος του.
Το ντοκιμαντέρ σε σενάριο του Ανδρέα Βακαλιού και του Ηλία Λιατσόπουλου, ξεκινά από τον τόπο καταγωγής του, το Ναύπλιο, ταξιδεύει μαζί του μέχρι την Αθήνα, φτάνει στην Ικαρία και τη Μακρόνησο όπου εξορίστηκε και επέστρεψε με νευρικό κλονισμό. Ο Καρούζος, που ένα από τα λίγα ταξίδια που πραγματοποίησε στο εξωτερικό, ήταν στη Στοκχόλμη, προσκεκλημένος της Σουηδικής Ακαδημίας, στην Κροστάνδη για την οποία έγραψε και βραβεύτηκε με το πρώτο κρατικό βραβείο.
Η ύπαρξη, ο χρόνος και η γλώσσα είναι όσα χαρακτηρίζουν τον μεγάλο ποιητή που ήθελε να πάρει το Νόμπελ για να ταξιδέψει με ένα αερόστατο και που του άρεσε να χαζεύει τις κηδείες, του ποιητή που κάπνιζε φορώντας μάσκα οξυγόνου λίγο πριν το μεγάλο ταξίδι.
Στον “Ρομαντικό Επίλογο”, θα γράψει:
Μη με διαβάζετε όταν δεν έχετε
παρακολουθήσει κηδείες αγνώστων
ή έστω μνημόσυνα.
Όταν δεν έχετε
μαντέψει τη δύναμη
που κάνει την αγάπη
εφάμιλλη του θανάτου.
Όταν δεν αμολήσατε αϊτό την Καθαρή Δευτέρα
χωρίς να τον βασανίζετε
τραβώντας ολοένα το σπάγγο.
Όταν δεν ξέρετε πότε μύριζε τα λουλούδια
ο Νοστράδαμος.
Όταν δεν πήγατε τουλάχιστο μια φορά
στην Αποκαθήλωση.
Όταν δεν ξέρετε κανέναν υπερσυντέλικο.
Αν δεν αγαπάτε τα ζώα
και μάλιστα τις νυφίτσες.
Αν δεν ακούτε τους κεραυνούς ευχάριστα
οπουδήποτε.
Όταν δεν ξέρετε πως ο ωραίος Modigliani
τρεις η ώρα τη νύχτα μεθυσμένος
χτυπούσε βίαια την πόρτα ενός φίλου του
γυρεύοντας τα ποιήματα του Βιγιόν
κι άρχισε να τα διαβάζει ώρες δυνατά
ενοχλώντας το σύμπαν.
Όταν λέτε τη φύση μητέρα μας και όχι θεία μας.
Όταν δεν πίνετε χαρούμενα το αθώο νεράκι.
Αν δεν καταλάβατε πως η Ανθούσα
είναι μάλλον η εποχή μας.
ΠΡΟΣΟΧΗ
ΧΡΩΜΑΤΑ
Μη με διαβάζετε
όταν
έχετε
δίκιο.
Μη με διαβάζετε όταν
δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα…
Ώρα να πηγαίνω
δεν έχω άλλο στήθος.
Στην Κυψέλη, στις 26ες Νύχτες Πρεμιέρας και κάτω από ένα μισογεμάτο φεγγάρι, πάθαμε Άνοιξη και ύπαρξη. Κάπως ελάφρυνε το βήμα μας, κάπως η Πατησίων έμοιαζε με μονοπάτι με κατακόκκινες παπαρούνες.
Στοιχεία ντοκιμαντέρ:
Πρωταγωνιστεί: Δημήτρης Καταλειφός
Σκηνοθεσία: Γιάννης Καρπούζης
Σενάριο: Ανδρέας Βακαλιός, Ηλίας Λιατσόπουλος
Μουσική: Κλέων Αντωνίου, Γιάννης Χαρούλης, Λευτέρης Ανδριώτης
Μοντάζ: Λεωνίδας Παπαφωτίου
Έρευνα: Ηλίας Λιατσόπουλος
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιάννης Καρπούζης, Γιάννης Κανάκης
Μεταφράσεις: Κωνσταντίνος Κουτσικουρής (Constantine Cucci)
Ηχητικός σχεδιασμός: Κώστας Φυλακτίδης και 17 δηλητηριασμένοι Εγγλέζοι
Μιξάζ: Κώστας Φυλακτίδης
Επεξεργασία χρώματος: Γρηγόρης Αρβανίτης (Gregory Arvanitis) / Authorwave
Post: Authorwave
Παράγωγη: Empty Square, ΕΡΤ, ΕΚΚ
Εκτέλεση Παραγωγής: Λίνα Σαμοίλη, Jacob Moe
Συμμετέχουν (με σειρά εμφάνισης): Γιώργος Ξένος, Σάββας Μιχαήλ, Κωστής Παπακόγκος, Τίτος Πατρίκιος, Πότα Κακαβά, Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, Ευριπίδης Γαραντούδης, Θεόδωρος Ρακόπουλος, Γιάννης Δάλλας, Αλέξιος Σαββίδης, Μαίρη Μεϊμαράκη, Τάσος Γουδέλης, Θάνος Σταθόπουλος, Αντώνης Φωστιέρης, Απόστολος Γιαγιάννος, Μανόλης Πρατικάκης, Αριστείδης Βετούλης, Irene Larsson, Σταύρος Στρατηγάκος, Εύα Μπέη, Θάνος Κωνσταντινίδης