Πιτσιρίκια σαν ήμασταν, όλοι μας περιμέναμε πώς και πώς να τελειώσει το σχολείο, ώστε να την κάνουμε για το χωριό μας. Εκεί είχαμε να μας περιμένουν πολλά πράγματα, όπως τα ξαδέρφια μας, τα παιχνίδια μας, το ποδήλατο μας και μια κοπέλα που ποτέ δεν υπήρχε, με το όνομα “Είναι απ’ το χωριό δεν την ξέρεις”. Με τα περισσότερα από τα παραπάνω, δενόμασταν άσχημα και θα κάναμε τα πάντα για να γυρίσουμε, έστω για 5 μέρες πίσω και να ξαναζήσουμε αυτές τις στιγμές.

Δεν ξέρω αν έζησα γαμάτα παιδικά χρόνια, επειδή έβλεπα Κιμ Δυνατή ή κάτι άλλα χαζά που λένε στα post του Facebook. Αυτό που ξέρω σίγουρα, είναι ότι οι καλύτερες φάσεις που πέρασα στο χωρίο, ήταν μια μίξη από τρομερή παρέα και φυσικά το μέσο που μας μεγάλωσε. Το ποδήλατο! Και ναι, αυτός είναι ο κύριος λόγος, που έζησα γαμάτα παιδικά χρόνια. Θα ήθελα σίγουρα, να γράψω και για τα δυο, αλλά αν γίνει αυτό θα πρέπει το κείμενο να βγει σαν την πτυχιακή μου, 10.000 λέξεις, που θα βαριέσαι να διαβάζεις. Το ελάχιστο που μπορώ να κάνω, είναι σίγουρα να δημιουργήσω έναν ύμνο, στην πρώτη μας και μοναδική αγάπη, το ποδήλατο! 

1. Ήταν το μόνο νόμιμο μέσο που μπορούσαμε να έχουμε

Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι ήταν μια σχέση η οποία έδεσε αναγκαστικά, καθώς στα 8 μας δεν μπορούσαμε να έχουμε άλλο μέσο για τις μετακινήσεις μας. Μπορώ να καταλάβω ότι στα χωριά, τα 10χρονα καβαλάνε μηχανές σαν τον Βαλεντίνο Ρόσσι, αλλά στο δικό μου είχαμε τσίπα τουλάχιστον, περιμέναμε να φτάσει το παιδί 14 πρώτα. Μέχρι τότε όμως, όλοι μας είχαμε τα ποδήλατα μας και πραγματικά, δεν υπήρχε κάτι πιο γαμάτο από τις βόλτες με αυτά.

2. Ζούμε από καθαρή τύχη

Αυτό είναι μια τεράστια αλήθεια, που κανένας δεν είπε ποτέ. Μπορεί να μην μπορούσαμε να έχουμε μηχανάκια και αυτοκίνητα, αλλά όλο χαρά, μπορούσαμε να έχουμε ένα όχημα λίγο πιο επικίνδυνο. Βλέπεις φίλε μου, όταν δίνεις σε ένα 10χρονο τη δυνατότητα να μπορεί να κατέβει μια κατηφόρα, με λακούβες, στις δυο ρόδες, έχοντας “κουμπώσει” 6η ταχύτητα, καταλαβαίνεις ότι αν το 10χρονο γυρίσει σπίτι, είναι κωλόφαρδο. Πραγματικά, δεν μπορώ να καταλάβω τι σκεφτόμασταν τότε. Μπορεί να πηγαίναμε σφαίρα με το ποδήλατο μας και χωρίς λόγο, να πατάγαμε μπροστινό φρένο. Δεν χρειάζεται να σου πω τι γινόταν σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορείς να καταλάβεις και μόνος σου. Τουλάχιστον εμείς στο χωριό, ήμασταν και τίμιοι, κάναμε τις τούμπες μας βιντεάκι, ώστε να γελάμε σήμερα, με το πόσο μυαλό μας έλειπε τότε.

3. Όταν μας έσκαγε το λάστιχο παθαίναμε κατάθλιψη

Το δέσιμο που είχαμε με το ποδήλατο μας, ήταν τεράστιο. Δεν γουστάραμε να πάρουμε καινούργιο με τίποτα και ό,τι και να πάθαινε, πάντα θα τρέχαμε κατευθείαν να το φτιάξουμε. Εγώ προσωπικά το μεγαλύτερο δέσιμο, το είχα με ένα μπλε ποδηλατάκι, που είχα αγοράσει από την Κέρκυρα με 120 ευρώ. Το συγκεκριμένο πέρασε απίστευτα πάθη, αλλά ήταν πάντα εκεί για εμένα, ενώ ακόμα και σήμερα, παίζει να λειτουργεί καλά. Το χειρότερο στην όλη φάση, είναι όταν μας έσκαγε το λάστιχο, δηλαδή μια φορά το μήνα. Μέχρι να το φτιάξουμε παθαίναμε όλοι μας κατάθλιψη, κοιτώντας τους άλλους να παίζουν και να τρέχουν στις κατηφόρες.

4. Οι αγώνες με τα ποδήλατα ήταν καλύτεροι από της Formula 1

Το ποδήλατο δεν ήταν απλά ένα μέσο ώστε να κάνουμε καγκουριές, αλλά ήταν και το καλύτερο παιχνίδι. Tου κολλούσες ένα άδειο μπουκάλι στην πίσω ρόδα, ώστε να κάνει ήχο μηχανής  και ήσουν έτοιμος για αγώνες. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, έβγαινα πάντα τελευταίος γιατί ήμουν φλώρος και φοβόμουν μην τσακιστώ, θα μπορούσε κανείς να με χαρακτηρίσει ως τον Ραλφ Σουμάχερ, των ποδηλάτων. Το ζήτημα στην όλη φάση, ήταν ότι ο βαθμός επικινδυνότητας ανέβαινε πάρα πολύ. Το κόνσεπτ κατηφόρα, μαζί με αγώνα, είχε δυο σιγουράκια κάθε φορά. Το ένα ήταν ότι κάποιος θα φάει τα μούτρα του και το άλλο ότι ο Χαράλαμπος θα κερδίσει τον αγώνα.