Συνήθως, όταν πέφτει στα χέρια σου το συγκλονιστικό βιβλίο ενός νέου συγγραφέα, αδημονείς για την καινούρια του δουλειά. Όταν αυτό το βιβλίο είναι και το σπουδαιότερο δημιούργημα της δεκαετίας που έφυγε, πριν κανένα μήνα, τότε η αδημονία τερματίζει. Αυτό έπαθα και του λόγου μου, με το “Γκιακ” του Δημοσθένη Παπαμάρκου που κυκλοφόρησε πριν λίγα χρόνια κι έχουμε αποθεώσει, όπως του αρμόζει, ήδη. Με αγωνία λοιπόν, περίμενα το επόμενο του εγχείρημα κι ευτυχώς έπεσα πάνω στο προηγούμενο του. Σε ένα από τα καλύτερα βιβλιοπωλεία της χώρας, τον Αποσπερίτη, στο Ναύπλιο, συναντηθήκαμε με τη “ΜεταΠοίηση”, λίγο μετά τα Χριστούγεννα και δεν γινόταν να την προσπεράσω.

Αν δεν το γνωρίζεις ήδη, πρέπει να μάθεις ότι η συγκεκριμένη συλλογή διηγημάτων είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο! Το οπισθόφυλλό του, σου δίνει μια πρώτη, πολύ καλή ιδέα για όσα θα διαβάσεις στη σελίδες του. “Δώδεκα διηγήματα για την αδελφική αγάπη και την εκδίκηση, την ανία και την τρέλα, το παράδοξο της ταυτότητας και τη μοναχική πορεία προς το θάνατο. Αναμειγνύοντας το φανταστικό με το ρεαλισμό και το ανοίκειο με το καθημερινό, οι ιστορίες αυτές μιλούν για την αγωνιώδη αναμέτρηση με το χρόνο και την πραγματικότητα, αλλά και για τη δημιουργική μεταποίησή τους.Οι ήρωες της ΜεταΠοίησης, χωρίς να ζητούν κατανόηση ή συγχώρηση, αφηγούνται σε πρώτο ενικό, αιφνιδιάζοντας τον αναγνώστη με την παραδοξότητα, την αμεσότητα και τη βίαιη τρυφερότητά τους“.

Το τελείωσα σε 1 μέρα, όπως φαντάζομαι κι οι περισσότεροι αναγνώστες του, καθώς η ροή του είναι εξαιρετική και κάθε ιστορία εντείνει το σασπένς σου, προκειμένου να διαβάσεις και την επόμενη. Οι ιστορίες είναι αυτοτελείς, δίχως κάποια νοηματική συνέχεια ανάμεσα τους. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι αφανείς συνδετικοί κρίκοι που δένουν κάθε διήγημα. Η μυρωδιά του θανάτου, οι εσωτερικές φωνές των ηρώων, που ψάχνουν λύτρωση, η ανομολόγητη μοναξιά κι η εκδίκηση που κρέμεται σαν δαμόκλειος σπάθη, πάνω από τα κεφάλια τους.

Για κάποιον που διάβασε, πρώτα το “Γκιακ” κι έπειτα τη “ΜεταΠοίηση” είναι εύκολο να παρατηρήσει κάποια κοινά ψήγματα στη γραφή του δημιουργού. Τόσο γλωσσικά, όσο και νοηματικά. Ο Παπαμάρκος πλάθει ανθρώπους, που φέρουν στην ψυχή και στο σώμα τους, τα σημάδια μιας παράδοσης, που δεν εμμένει στα στενά πλαίσια της οικογένειας. Φέρει μια κληρονομιά γενεών που κρύβεται σε λέξεις, παραδόσεις και σε ανείπωτα μυστικά μεταξύ τους. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη συγγραφική του απόπειρα βλέπουμε μια στροφή σε αυτόν τον ανοίκειο αστικό τρόμο, ο οποίος κρύβεται σε ιστορίες ανθρώπων που μένουν δίπλα σου, μα ούτε καν θυμάσαι το όνομά τους, καθώς συνήθως τους προσπερνάς ή σε προσπερνούν εκείνοι στην καθημερινότητά σας.

Δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός, ανάμεσα στον θύτη και στο θύμα, με τους ρόλους να εναλλάσσονται συνεχώς, όσο εσύ συμπονάς για έναν απροσδιόριστο λόγο, πότε τον έναν και πότε τον άλλο. Όσο φυλλομετράς τις ιστορίες, δεν γίνεται να μείνεις ανεπηρέαστος από την αλήθεια τους και την ειλικρίνεια τους. Δεν προσποιούνται, ούτε υποκρίνονται κάτι που δεν είναι. Μετράνε με λέξεις το σφυγμό μια πολύ σημαντικής πένας, που βρίσκεται γύρω μας. Εμπνευσμένο, βαθύ κι ουδόλως επιφανειακό, το πόνημα του Παπαμάρκου, δεν είναι απλά το βιβλίο που έγραψε πριν το “Γκιακ”, κι αυτό είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του.

Η “ΜεταΠοίηση”, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος και μπορείς να την αγοράσεις εδώ!