Οι άνθρωποι είμαστε οι ιστορίες μας. Είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε, είτε όχι, αυτό συμβαίνει. Εκεί, στις ιστορίες που ζούμε, κρύβεται η αλήθεια μας. Κι αν πολλές φορές περπατώντας στο δρόμο, οδηγώντας το αμάξι μας, σε μια ουρά χιλιομέτρων, νομίζουμε πως είμαστε μόνοι μας, απέναντι σε ολόκληρο τον κόσμο, αυτό δεν ισχύει. Βλέπεις, στο ίδιο πεζοδρόμιο, στο διπλανό σκαμπό του μπαρ, στο προπορευόμενο αυτοκίνητο, υπάρχει κάποιος που έχει μια ιστορία σαν τη δικιά μας. H δικιά μου ξεκινά καμιά τριανταριά και βάλε χρόνια πριν στο μαγευτικό Αιγάλεω, όπου είδα το πρώτο φως, το αληθινό.

Κι η μητέρα μου κι ο πατέρας μου, ήταν δημόσιοι υπάλληλοι (before they made them uncool). H μια δούλευε στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα κι ο άλλος, δούλευε στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Τον θυμάμαι από πολύ μικρός, να καταπιάνεται με στοίβες χαρτιά και εφημερίδες πάνω στο γραφείο του. Έγραφε κι έσβηνε και πάλι από την αρχή. Ζούσε για αυτό. Του άρεσε ωστόσο κι η δουλειά του στο Υπουργείο. Την έβαλε σε προτεραιότητα ωστόσο, γιατί βιοποριστικά του εξασφάλιζε ένα καλύτερο και πιο σταθερό εισόδημα κι όταν κάνεις οικογένεια, το παραπάνω μετράει ιδιαίτερα.

Ωστόσο το μεράκι του ήταν να γράφει για κινηματογράφο και μουσική. “Εραστής της τέχνης”, ήθελε να περάσει την γνώση του και στους υπόλοιπους. Ένας φίλος του τον παρότρυνε να γράφει κάποια κείμενα και να πληρώνεται με το κομμάτι. Freelancer, που λένε προτού γίνει μόδα. Το έκανε, κι ας έβλεπε πως ο χρόνος του μειώνεται, το γράψιμο τον γέμιζε. Το ένα άρθρο το μήνα έγιναν δύο και τρία. Μετά, δεν υπήρχε γυρισμός. Κάπου εκεί του μπήκε η ιδέα να βγάλει και μια μηνιαία εφημερίδα, που θα κυκλοφορούσε στη γειτονιά μας. Η ιδέα έγινε πράξη κι η εφημεριδούλα, δεν έμεινε στη γειτονιά μας, αλλά έφτασε σε όλο τον δήμο. Τα κατάφερε! Την είδε Live True και του βγήκε σε καλό. Τα χρόνια πέρασαν κι ήρθε κι η δικιά μου ώρα να βγω σε αυτό που λένε αγορά εργασίας.

Μουσικολάγνος του λόγου μου, ξεκίνησα δειλά, δειλά να γράφω σε sites κριτικές για δίσκους και συναυλίες. Κάπως έτσι από γνωστό, γνωστού βρέθηκα στο γραφείο τύπου της μεγαλύτερης εταιρείας διοργάνωσης συναυλιών στην Ελλάδα. Είχα επιτέλους το dream job που ονειρευόμουν. Ζώντας τις συναυλίες από μέσα, γρήγορα πέρασα και στον τομέα της παραγωγής που ήταν πιο απαιτητικός, μα το σαράκι της γραφής μου είχε μείνει. Βλέπεις, αυτό ήμουν κάποιος που ήθελε να γράφει και να κάνει συναυλίες. Πως θα μπορούσαν να συνδυαστούν και τα δύο; Μπορούν. Έρχεται σα φυσική συνέχεια, αυτού που πραγματικά είσαι και της αλήθειας σου. Έτσι λοιπόν και το βιβλίο μου κυκλοφόρησε και στο Provocateur, ξεκίνησα να γράφω σαν συντάκτης και τις συναυλίες που αγαπώ συνέχισα σα freelancer. Δεν ξέρω τι θέλω πιο πολύ, ούτε τι είμαι περισσότερο, μα ξέρω σίγουρα πως χωρίς το ένα από τα δύο, θα ήμουν λειψός.

Κατά πατέρα, κατά γιο που θα έλεγε κι ο θυμόσοφος λαός. Κούραση και ευθύνες διπλές, μα το χαμόγελο στον καθρέφτη το βράδυ, μου αποδεικνύει πως όσο κάνουμε αυτά που γουστάρουμε, υπάρχει ελπίδα. Κι όταν χαλαρώνω, πίνοντας ένα Dewars με φίλους, σκέφτομαι συνέχεια το παρακάτω.  Ότι μίζερο κι αν σου πουν, ότι απογοητευτικό κι αν διαβάσεις, είναι σημαντικό να θυμάσαι πως το να ζεις, είναι η καλύτερη από όλες τις άλλες επιλογές που υπάρχουν. Επομένως, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να ζήσεις αληθινά. Να δημιουργήσεις τη δικιά σου αληθινή ιστορία και με περηφάνια να την αφηγηθείς σε αυτούς που αγαπάς. Όπως σε ενέπνευσε η ιστορία κάποιου άλλου, αντίστοιχα να εμπνεύσεις κι εσύ τον επόμενο. Άλλωστε, διπλή ζωή δεν κάνουν μόνο οι κατάσκοποι φιλαράκι! Ίσα ίσα, πολλοί δίπλα μας τα καταφέρνουν κι είναι ίσως και περισσότερο γοητευτικοί. Η φάση θα είναι πολύ ωραία, για αυτό ζήστο αληθινά είτε στα στενά, είτε όπου θες!