Όταν ο Νίκολσον έκανε Τζόκερ το μακρινό 1989, οι θεατές ήταν σίγουροι: Κανείς δεν θα μπορέσει να τον φτάσει. Όταν ο Λέτζερ έκανε Τζόκερ το 2008, οι θεατές ήταν βέβαιοι: ΚΑΝΕΙΣ δεν θα μπορέσει να τον φτάσει! Σήμερα, ο Χοακίν Φοίνιξ μπορεί ελεύθερα, σ’ ένα κελί του Άρκαμ, να γελάει υστερικά μ’ όλες αυτές τις σιγουριές και βεβαιότητες…
[Να ξεκαθαρίσουμε κάτι, μη και πνιγούν οι παρακάτω λέξεις σε γκρίνια και διαμαρτυρίες: πιο πάνω αναφέρθηκε ένα ιερό τέρας του παγκόσμιου σινεμά, κι ένας ηθοποιός που δεν πρόλαβε να γίνει όσα (πολλά!) μπορούσε. Κι ο κλόουν γκάνκστερ του Νίκολσον, υστερικός κι αδίστακτος, ήταν στ’ αλήθεια υπέροχος στο καρτουνίστικο Γκόθαμ του Τιμ Μπάρτον. Κι ο παλιάτσος τρομοκράτης του Λέτζερ, με τη στιβαρή, βαθιά του ψυχασθένεια, ήταν στ’ αλήθεια συγκλονιστικός στο νουάρ Γκόθαμ του Νόλαν. Αλλά] Ο Φοίνιξ, παρίας μιας πόλης που κρέμεται απ’ την κλωστή, ψυχικά ασθενής, κλόουν κατ’ επάγγελμα, κωμικός (;) από επιλογή και με μια πάθηση να εξηγεί το υστερικό του γέλιο, δεν ήταν ούτε παλιάτσος ούτε κλόουν. Ούτε τρομοκράτης ούτε γκάνκστερ. Ο Φοίνιξ ήταν…
…ο Τζόκερ!
Το πιο ψηλό βουνό που ‘χε ν’ ανέβει ο Τοντ Φίλιπς (σκηνοθέτης – σεναριογράφος της ταινίας) ήταν αυτό που ‘χε χτιστεί με προσδοκίες. Οι προαναφερθέντες είχαν χτίσει ένα μύθο γύρω απ’ το βαμμένο πρόσωπο του “μπαλαντέρ” της τράπουλας, κι ο “άτυχος” Τζάρετ Λέτο του ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ “Suicide Squad” απογοήτευσε τόσο, που οι θεατές απαιτούσαν πια δικαίωση εδώ και τώρα. Βάλε και τ’ όνομα του Σκορτσέζε στην παραγωγή. Βάλε και την ανάγκη του ίδιου του Φίλιπς να κάνει το βήμα άλμα πάνω απ’ τα “Hangover” και τα “Road Trip” που ως σήμερα γέμιζαν το βιογραφικό του. Μα κι όλα αυτά να μη βάλεις, βάλε το πιο σημαντικό: origin story για τον απόλυτο κακό στην ιστορία των υπερηρώων. Πώς να γλυτώσεις τις προσδοκίες;
Και τι έκανε για ν’ ανταποκριθεί σ’ αυτές ο Τοντ; Καταρχάς, πήρε μια σπουδαία απόφαση. Το νέο φιλμ του θα λέγεται Τζόκερ, θα είναι για τον Τζόκερ, θα είναι ο Τζόκερ! Ο σεναριογράφος έκανε αυτό που δεν είχε γίνει ως σήμερα: δεν έχτισε έναν Τζόκερ που να ταιριάζει στην ταινία του, έφτιαξε μια ταινία που να ταιριάζει στον Τζόκερ που ήθελε ν’ απεικονίσει! Κι η πιο σπουδαία του απόφαση, ήταν κι ένα μεγάλο, κερδισμένο ρίσκο. Δεν έριξε τον κλόουν του στα χημικά. Δεν του χάραξε το πρόσωπο με ανατριχιαστικές ιστορίες, ούτε τον έκανε προϊόν της “κλιμάκωσης” στη μάχη του καλού με το κακό. Ο Φίλιπς πήρε τον κλόουν του κι απλώς…
…τον έδωσε στην κοινωνία!
Σε μια κοινωνία έτοιμη να σκάσει. Μια κοινωνία αρπαγμένη για καβγά, βουτηγμένη στο φόβο, στα χρέη και στη βία. Μια κοινωνία που οι πλούσιοι τής υπόσχονται παντεσπάνι μες στ’ ακριβά κοστούμια τους, και της κουνάνε το δάχτυλο με το βαρύ δαχτυλίδι. Ένα Γκόθαμ χωρίς κυρίαρχο υπόκοσμο, ένα Γκόθαμ πιο κοινωνικό απ’ τους νουάρ προγόνους του, κι ο Φίλιπς σ’ αυτό το Γκόθαμ παίρνει το φακό του απ’ τους καλούς σωτήρες – εργατικούς καβαλάρηδες του American Dream, κι αποφασίζει να δει το πράγμα απ’ την απέναντι γωνία. Κι ω του θαύματος, οι σωτήρες πια (στους οποίους απ’ τα γεννοφάσκια της έκλεινε το μάτι η DC) δεν δείχνουν τόσο “καλοί”.
Κάπως έτσι, το “Τζόκερ” μπορεί εύκολα να χαρακτηριστεί ως μια απ’ τις πιο πολιτικές ταινίες που άγγιξε ποτέ τον κόσμο του Μπάτμαν. Κι η πιο μεγάλη μαγκιά του δημιουργού της, είναι πως δεν διαλέγει στρατόπεδο. Ναι, ο Φίλιπς στέκεται απέναντι στο παραμύθι του άγιου λεφτά, όμως αρνείται να πάει και στη μεριά του τρομο-επαναστάτη. Βλέποντας την ταινία νιώθεις τις σφαλιάρες που οδήγησαν τον Τζόκερ στην τρέλα, κατανοείς τα εγκληματικά του κίνητρα μα δεν τον ηρωοποιείς:
Τον συμπαθείς. Μα συμπαθείς εκείνον, όχι τις πράξεις του!
Ο Τζόκερ στο ίδιο του το φιλμ δεν είναι ήρωας, ούτε καν αντιήρωας. Είναι έν’ ακόμα θύμα, σε μια κοινωνία βουτηγμένη στην αδικία, την απάνθρωπη αμορφωσιά, τα ψεύτικα φώτα και τους ψεύτικους ήρωες. Μια κοινωνία που κάτι σου θυμίζει, κι ας κοιτάς ένα χάρτη χωρίς Γκόθαμ. Κι αν ζούσες στην Αμερική του 2019, ίσως σου θύμιζε ακόμα περισσότερα.
Ωστόσο, δεν σου θυμίζει μόνο “αλήθεια” η ταινία του Φίλιπς. Σου θυμίζει κι ατόφιο “σινεμά”. Σου θυμίζει Σκορτσέζε, “Ταξιτζή” κι “Οργισμένο Είδωλο”. Σου θυμίζει Λουμέτ, “Δίκτυο” και “Σκυλίσια Μέρα”. Ευχαριστεί το Νίκολσον για τις πιο “τρελές” του ερμηνείες, χειροκροτεί το Λέτζερ μες στο περιπολικό, σκοτώνει το αφελές όνειρο του Ρόκυ: Όχι Σταλόνε, δεν μπορούν όλοι να τα καταφέρουν. Εσύ ανέβα τη σκάλα ιδρωμένος στη γη της ευκαιρίας, εγώ θα την κατέβω χορεύοντας “παλαβιάρικα” στη γη που τσαλαπατάει τις ελπίδες…
Και στο κέντρο, ο Χοακίν Φοίνιξ. Ο Χοακίν Φοίνιξ που τα ‘χε όλα. Ο Χοακίν Φοίνιξ που γελούσε υστερικά, που σκότωνε βίαια, που δημιούργησε κι απεικόνισε τον πιο ανατριχιαστικό, τον πιο τρομακτικό, τον πιο γήινο παλιάτσο. Ο Χοακίν Φοίνιξ: ένας Τζόκερ που τα κόμικ τον αναγνωρίζουν, το σινεμά τον αγαπάει, η πραγματικότητα τον βλέπει μέσα της. Ο Χοακίν Φοίνιξ που βρίσκεται από χθες πλάι στο Νίκολσον της Λάμψης, πλάι στο Χόπκινς των Αμνών, πλάι στο Ντε Νίρο με το Ταξί και στον Άντονι Πέρκινς με το Ξενοδοχείο. Ο Χοακίν Φοίνιξ που θα πάρει το πιο εύκολο και δίκαιο Όσκαρ πρώτου αντρικού που θυμάμαι στη ζωή μου.
Ο Χοακίν Φοίνιξ που αν δεν τον δεις, τι λόγια να βρω να σου τον περιγράψω;
Υ.Γ. Όχι, η ταινία δεν είναι canon. Και μπράβο της!
Υ.Γ. 2 Τι έφκιασες πάλι ρε Ντε Νίρο τιτάνα;