Αν με ρωτήσεις ποια είναι η χειρότερη γιορτή της χρονιάς, θα σου απαντήσω γρήγορα. Και εύκολα. Και χωρίς δεύτερη σκέψη. Το καρναβάλι!
Δεν είναι ότι έχω κάποιο θέμα με την έλλειψη αισθητικής, ούτε με το “κετελαπόνγκο”, ούτε με τις στολές και τα φτερά. Απλώς δεν μπορώ να καταλάβω πώς διάολο απ’ τη μαγεία της Βενετίας κι από τα “όργια” του Διονύσου, εμείς προτιμήσαμε ν’ αντιγράψουμε τη Βραζιλία. Τέλος πάντων, δικοί μου οι προβληματισμοί, εσύ κράτα αυτό: ΔΕΝ γουστάρω καρναβάλια. Ντάξει; Ντάξει, αλλά…
…υπάρχουν “καρναβάλια” που δεν είναι καρναβάλια. Είναι πανηγύρια!
Επειδή λοιπόν για τα πανηγύρια ναι, είμαι και φαίνομαι (και το δηλώνω ανερυθρίαστα), σήμερα θα σου κάνω κουβέντα για την καλύτερη επιλογή που έχεις κάθε απόκριες. Μια επιλογή που κλασικά στην κρύβει το “σύστημα”, για να χάνεις το χρόνο σου στις Πάτρες και στις Ξάνθες με σάπια μαυροδάφνη και ξεφάντωμα που πετυχαίνει μόνο αν η ηλικία σου έχει “1” μπροστά. Το λοιπόν, η αλήθεια είναι μία: Άμα θες πραγματικό, τίμιο, παντελονάτο καρναβάλι, η πραγματική καλτίλα κρύβεται στα χωριά. Σ’ όποιο χωριό γουστάρεις, όλα καλά είναι. Εμένα (επειδή πρώτα ζούμε και μετά γράφουμε, και μη ρωτήσεις πώς) ο δρόμος μ’ έβγαλε στα Βασιλικά Θεσσαλονίκης. Και τα πέρασα βασιλικά!
Καταρχάς, στα Βασιλικά που λες, το πατιρντί λαμβάνει χώρα (και) Καθαρά Δευτέρα. Μόνο που, μεταξύ μας, τίποτα καθαρό δεν έχει αυτή η Δευτέρα. Ξέχνα τα καλαμάρια και τους ταραμάδες, και τους Μακεδονικούς χαλβάδες. Τούτα αδερφέ είναι για φλώρους (που ως γνωστών δεν είναι κακό, ένα πουλί είναι, εξ ου και τη βγάζει μια χαρά με τη λαγάνα). Στα Βασιλικά ωστόσο, η “Καθαρά” Δευτέρα αφήνει την καθαριότητα και βρίσκει ολόκληρη την αρχοντιά της ανάμεσα σε σουβλάκια, μπιφτέκια, λουκάνικα και…
…Ρετσίνες. Αυτό που πίνουν, αυτοί που ξέρουν!
Εφόσον ξέρεις λοιπόν, το ξέρεις: το πραγματικό κρασί είναι πάντα κόκκινο, αλλά στην κόντρα ρετσίνα – μαυροδάφνη η μαυροδάφνη κερδίζει μόνο για μεταλαβιά. Για κάθε άλλη χρήση, Μαλαματίνα και στην υγειά σου! Οπότε, αράζω στην πλατεία, και τρώω, και πίνω, και χαζεύω την παρέλαση που γελάει προκλητικά στη μούρη των καλοφτιαγμένων αρμάτων κάθε Πάτρας. Διότι, ρε μαντάμς και μεσιέ, τι να τα κάνω τ’ άρματα τα καλοφτιαγμένα, όταν έχω Μεγαλέξανδρο και Βουκεφάλα; Αυτόν εδώ το Βουκεφάλα!
Κι ύστερα, αφού περάσουνε τρακτέρ, καρότσες και μηχανάκια, περνάει κι ο γάμος. Ναι, γάμος μεγάλε, με νύφη, και με γαμπρό, και με σόγια κι απ’ όλα. Ξέρεις πού αλλού το ‘χεις δει αυτό; Στο Λας Βέγκας! Στο ΛΑΣ ΒΕΓΚΑΣ. Γιατί εδώ αντιγράφουν μόνο τους καλύτερους, όχι Ρίο Ντε Τζανέιρο κι Αντίρριο Ντε Παπέλ και μπούρδες. Α, και μια που είπα για καλύτερους…
…αυτός που ξεχωρίζει στα Βασιλικά δεν είναι βασιλιάς. Είναι Τσάρος!
Μη σου ακούγονται ρώσικα, θα εξηγήσω. Το γλέντι που λες, έχει και (αλίμονο!) κλαρίνα. Όχι σε ένα, όχι σε δύο αλλά σε πέντε διαφορετικά σημεία! Τι πλατείες, τι δρόμοι, τι σταυροδρόμια – εδώ κλαρίνα και μπουζούκια, εκεί κλαρίνα και τρομπέτες, παραπέρα κλαρίνα και μπαλαλάικες. (Τσέκαρε αποκλειστικά πλάνα απ’ το ζέσταμα του μαέστρου – γειά σου Ζώρα με τις σολιές σου! – και προχωράμε).
Καλές οι πλατείες, αλλά στο φινάλε όλοι καταλήγουν στο ανάκτορο. Αφού φας, αφού πιείς, αφού χορέψεις με τους δημογέροντες (που εμείς στην ηλικία τους μακάρι να περπατάμε, όχι να χορεύουμε κιόλας), πας τελικά να προσκυνήσεις την αυτού μεγαλειότητα.
Ο Τσάρος λοιπόν, είναι ένας τύπος. Αλλά ο Τσάρος είναι επίσης ένα καφέ. Και πιο μέσα, ο Τσάρος είναι κλαμπ. Κι ακόμα πιο μέσα είναι… πισίνα! Κι ως εδώ όλα καλά, ολόκληρος άρχοντας της Ρωσίας, ο,τι γουστάρει είναι. Αλλά κάπου μες στο κλαμπ που κατά τ’ άλλα ήταν μια χαρά, σηκώνεις κεφάλι και βλέπεις… ωπ, ένα κλουβί! Και στύλος. Και κάπου λες: “Όπα Τσάρε μου, δεν ξηγιέσαι καλά. Ξαφνικά αρχίζεις να μοιάζεις επικίνδυνα με… Ρασπούτιν!”. Όλα κι όλα, αυτά δεν είναι ωραία πράγματα.
Πάνω που ‘σαι έτοιμος ν’ αρχίσεις να τα ψέλνεις του Ρώσου εκμεταλλευτή ωστόσο, συνειδητοποιείς την ενθουσιαστική αλήθεια. Το κλουβί δεν είναι για χορεύτριες. Όχι. Είναι ο ίδιος ο Τσάρος που μπαίνει εκεί μέσα (!) και ξεσαλώνει παρέα με το πλήθος. Κι ύστερα μπουκάρει στο κλουβί όλο το χωριό και ξεκινάει τη ρώσικη επανάσταση! Κάπου εκεί σκάνε μύτη και τα κλαρίνα απ’ την πλατεία, κι αρχίζουνε τα εμβατήρια, κι όπως καταλαβαίνεις… όπου Τσάρος κι η μοίρα του! (που λέγανε σ’ ένα σήριαλ, παλιά που είχαμε τηλεόραση).
Θες κι άλλα; Πήγαινε και βρες τα! Και να θυμάσαι, όσο πιο καλτ το μέρος, τόσο πιο αγνό το καρναβάλι. Άμα είναι να μη γίνουμε ποτέ μας Βενετία, ας είμαστε τουλάχιστον σωστά Βαλκάνια. Όχι ντεμέκ Βραζιλιάνοι και ψευτομασκαράδες.
Α, και με την ευκαιρία, όλοι ήπιαν, πόσοι πήγαν νοσοκομείο; ΚΑΝΕΝΑΣ. Ζαζνταρόβια, Τσάρε μου.