Αν έχεις γεννηθεί κάπου μέσα στις δεκαετίες του ’80 ή του ’90, σίγουρα έχεις ακούσει μια μάνα, έναν πατέρα, έναν “μεγάλο” τέλος πάντων να στο λέει: “Αμάν πια! Όλη μέρα μπάλα θα παίζετε, ή θα ‘σαστε μπροστά σε μια οθόνη. Παίξτε και κάνα επιτραπέζιο!“.

Δεν υπήρχε πιο εκνευριστική ατάκα. Κυρίως γιατί δεν υπήρχε πιο βαρετή επιλογή. Λογικά δες το. Όταν είσαι 10, θες να τρέξεις. Θες να ξεδώσεις. Ή θες να ζήσεις λίγη απ’ τη φαντασμαγορία του playstation, του nintendo 64, έστω του sega mega drive. Και για να μην το πολυκουράζουμε, η παιδική σου ηλικία δεν είναι για επιτραπέζια. Κι αυτό γιατί…

…τα επιτραπέζια είναι σαν τον Μικρό Πρίγκιπα – κάποιος γελοίος, κάποτε, τα πέταξε σε λάθος ράφι. 

Τον Μικρό Πρίγκιπα, ΟΠΟΙΟΣ τον διάβασε μικρός, τον βαρέθηκε. (Εκτός από κάτι χίπστερ πιτσιρίκια που τον “λάτρεψαν”, κι ύστερα διάβασαν τη Φάρμα των Ζώων στα 14, και στα 20 σου ‘καναν πια ανάλυση στις ψυχολογικές προεκτάσεις της Έμμα Μποβαρί. Πφφφ… Τέλος πάντων, στο θέμα μας). Τον βαρέθηκε λοιπόν ο μικρός τον Πρίγκιπα, γιατί δεν τον κατάλαβε. Και δεν τον κατάλαβε, γιατί το διαμάντι του Εξυπερύ είναι μια υπέροχη αλληγορία, αλλά δεν έχει ζωντανή δράση, ένταση και λογοπαίγνια. Δεν έχει δηλαδή αυτά που μπορεί και θέλει να διαβάσει ένα πιτσιρίκι.  Με τον ίδιο τρόπο, ένα επιτραπέζιο και φαντασία να ‘χει, είναι φαντασία που δουλεύει με το μυαλό, χωρίς το μάτι. Κι όταν είσαι μπόμπιρας, το μάτι σου το θες. (Πόσο αφάνταστα λάθος ακούστηκε αυτό;).

 

Μεγαλώνεις, ωστόσο. Ωριμάζεις Ενηλικιώνεσαι. Ψάχνεις να βρεις τα θέλω σου. Και τότε, συνήθως είσαι φοιτητής όταν κάποιος προτείνει: “Ρε σεις, δεν παίζουμε μια παντομίμα;”. Ή ένα παλερμάκι τέλος πάντων, ένα Taboo, κάτι ν’ ανάψουνε τα αίματα (!). Κι ενώ τ’ ακούς πολύ γελοία όλα αυτά, πολύ παιδιάστικα, λες: “Δεν γαμιέται; Γιατί όχι;”. Και παίζεις. Και τότε, φίλε μου, στα σκάει ένας μαγικός κόσμο που έρχεται απ’ το παρελθόν σου. Και ξέρεις πια πως, αν όλοι έχουνε τον εθισμό τους, εσύ βρήκες τον δικό σου.

Καλά τα παραμύθια σου, γιατί έχουνε και δράκους!

Μπορεί ν’ αρχίσεις με Τaboo και να πας μέχρι το Bang!. Μπορεί ν’ αρχίσεις με Παλέρμο και να το πας ως το Munchkin. Μπορεί ν’ αρχίσεις με Μονόπολη και να καταλήξεις στο Mysterium. Το σίγουρο είναι ένα. Αν είσαι σωστός τζάνκι των επιτραπέζιων, στο τέλος του δρόμου σου υπάρχουνε μπουντρούμια. Και δράκοι! Ακόμα κι εγώ που υποκλίνομαι στον (ένα και μοναδικό) βασιλιά Trivial απ’ τη γενιά των Pursuit, δεν μπορώ ν’ αντισταθώ στη μαγεία που ασκεί ένα 20πλευρο ζάρι και μια καλή μεσαιωνική ιστορία. Τρία γράμματα μόνο φωτίζουν τη γενιά μας, και μας δείχνουν φωτεινό το δρόμο: ζήτω το D&D!

Σκέψου το κάπως έτσι: Σ’ αρέσει ο Άρχοντας; (Τι εννοείς ποιος άρχοντας; Ένας είναι ο Άρχοντας!). Καλά και να μη σ’ αρέσει (αίσχος!), θα βρούμε άλλο σενάριο, δεν πειράζει. Star Wars, Marvel, πειρατές, ελληνική μυθολογία, κάτι θα σ’ αρέσει. Λοιπόν, σκέψου τώρα πόσο απίθανο θα ήταν, να μπορούσες να μπεις μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο. Να κυνηγήσεις θρύλους, θησαυρούς, να δεις σημεία και τέρατα, όχι μέσα απ’ την ιστορία ενός ήρωα, αλλά μέσα απ’ τις δικές σου επιλογές. Μολόγα ρε χαμένε, δεν θες να φορέσεις το δαχτυλίδι; Δεν θες να εξουσιάσεις κόσμο; Δεν θες να…

…ζήσεις το μύθο σου με πίτσες και μπύρες;

Οπ, οπ; Εδώ σ’ έχω! Βλέπεις, η μεγάλη μαγκιά στο DnD (και σ’ όλα τα υπόλοιπα της φάσης) είναι ότι τα παίζεις με το μυαλό σου. Κι αυτό σημαίνει πως την ώρα που η αγωνία χτυπάει κόκκινο, που σ’ έχει στριμώξει για τα καλά ο κίνδυνος, που η ζωή σου κρέμεται από μια ζαριά κίνηση του σπαθιού, μπορείς ταυτόχρονα να μασουλάς την πίτσα σου, να κατεβάζεις την κόκα – κόλα σου, να πνίγεις το άγχος σου στη μερέντα. Ξαπλωμένος στον καναπέ. Με την καινούρια κοπέλα της ομάδας δίπλα σου, να σε παρακαλάει να της σώσεις τη ζωή. Κι αν το κάνεις, θα σου χρωστάει για πάντα. ΔΕΝ ΣΕ ΧΑΛΑΣΕ! (Αν σε χάλασε, πάω πάσο. Αδερφέ, είσαι μόνο για ορεινό μαραθώνιο. Έξελθε άμεσα από του βασιλείου τούτου).

Οπότε, με όλους αυτούς τους λόγους στο οπλοστάσιό μου, το παραδέχομαι πια ευθαρσώς. Είμαι 30 και γουστάρω τα επιτραπέζια! Υπάρχει πρόβλημα; Δικό σου πρόβλημα… 

Υ.Γ. Ε, δεν είμαι και 30. Κοντοζυγώνω…