Η Ελλάδα είναι μια χώρα με πολύ όμορφες παραλίες. 

Δεν ξέρω γιατί το ξεκίνησα έτσι, εγώ για το πόσο μας αρέσει να πολωνόμαστε στα άκρα ήθελα να γράψω. Ότι χωριζόμαστε σε ομάδες και γουστάρουμε να βριζόμαστε και να λέμε για τη μαμά του άλλου και αυτός για τη δική μας, ακόμα και για τα πιο χαζά πράγματα. 

Θα μου πεις δεν το ήξερες ρε μεγάλε; τώρα θα το μάθεις;

Το ήξερα.

Αλλά να μη γράψω και κάτι για αυτό; Ορίστε λίγες υπέροχες μάχες που υπάρχουν μέσα στην ελληνική κοινωνία.

Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός.

Η μητέρα των μαχών. Το ντέρμπι που είναι βαθιά ριζωμένο στην ταυτότητα του γένους. Δεν είναι μόνο ποδοσφαιρική αντιπαλότητα, είναι πολιτική, τοπική, νοοτροπίας, ίσως και ανθρωπολογική. Έρευνες έχουν δείξει οτι το DNA του καθενός είναι διαφορετικό. Πήγε ο Δεληκάρης απο τον Ολυμπιακό στον παναθηναικό και δεν μπορούσε να πάρει τα πόδια του, πήγε ο Νικοπολίδης απο τον Παναθηναικό στον Ολυμπιακό και έγινε Κηπουρός. Άβυσσος.  

Μεγάλες μορφές του αγώνα που καθόρισαν την μάχη είναι οι : Τζόρτζεβις, Βαζέχα, Λινοξυλάκης, Δομάζος, Σιδέρης, Αναστόπουλος, Ρότσα, Ζάετς, Καπουράνης, Αποστολάκης, Μητρόπουλος, Καραγκούνης, Κανέλλη, Λοβέρδος, Τζόνι ο ξανθός με τα δόντια τα λίγο στραβά.

Αθήνα – Επαρχία.

Δύο κόσμοι ολάκεροι. Η Ελλάδα είναι μισή στην Αθήνα και μισή γύρω από αυτήν. Ακόμα και τώρα ο Αθηναίος στο μυαλό του επαρχιώτη είναι ένας Ιανός. Προχώ, σικ, πολιτισμένος και ταυτόχρονα αυτός που τρώει τα λεφτά και έχει η Τσιμισκή λακκούβες και στήνει παράγκες για να μην παίρνει πρωτάθλημα ο ΠΑΟΚ.

Ο Αθηναίος από την άλλη βλέπει την επαρχία σαν φολκλόρ προορισμό. Μόλις βγει από την Αθήνα νομίζει ότι βγαίνει και από τον πολιτισμό. “Α, τι ωραία μιλάνε και Ελληνικά εδώ, ίσως αν μιλήσω αργά και με πολλές γκριμάτσες θα με καταλάβουν” ενώ είναι στην Θεσσαλονίκη.

Μελομακάρονα – κουραμπιέδες.

Ακραία νεοελληνική πόλωση. Αυτοί που τρώνε τα μελομακάρονα είναι αγνά λαϊκά παιδιά της βιοπάλης. Δεν μπορούν να ανεχτούν με τίποτα την πραότητα του κουραμπιέδες. Τους βγάζεις κουραμπιέ και κάνουν λες και τους είπες να φάνε ψημένο ασβέστη.

Από την άλλη αυτοί που προτιμάνε κουραμπιέ είναι αστοί. Έχουνε μια διακριτική γοητεία. Θέλουνε κουραμπιέ με λίγο τσάι και βαλς γύρω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Εξού και η λέξη κουραμπιές που υποδηλώνει φλώρο.

Πατσάς – Βρώμικο.

Αν και πιο σωστά μπορούμε να πούμε πατσάς – αντιπατσάς. Ο πατσάς είναι για τους μερακλήδες. Που πάνε πάνω από το καζάνι και ταξιδεύουν στο άρωμα του. Ο πατσάς έχει την ιδιότητα να σε κάνει Κώστα Πρέκα, σε οποιαδήποτε ηλικία και αν τον φας. Τρως δυο πιάτα και βγάζεις λόγο για τη “νεολαία που τρώει αυτά τα τσιζμπουρκερε και δεν μεγαλώνει με αξίες” ενώ είσαι 24.

Το βρώμικο είναι αλητεία. Είναι τα μηχανάκια, είναι Μαβίλη 4παρά και χαμουρέματα σε παγκάκια. Είναι φούντα, με τζιβάνα εισιτήριο. Που θα λερωθούν με το βρόμικο και θα ανάψουν και ένα τσιγάρο Μάλμπορο μετά και θα ρουφήξουν δόντι. Αυτοί άμα τους ανοίξεις πατσά κάνουν λες και τους άνοιξες βόθρο. “Πω ρε Φίλε πώς το τρως αυτό, εγώ πάω έβερεστ”

Μπουζούκια – Έντεχνα.

Τρομερή μάχη. Από τη μια ο λαϊκός δρόμος της ζώσας Ανατολής. Κορίτσια με ψηλά τακούνια, αγόρια με λαμέ σακάκια, παραλιακή, Κιάμος, φαντασία, Τσίβας 150 ευρώ το μπουκάλι κομπλέ με φρουτοσαλάτα.

Από την άλλη κιθάρα, παραλία, τζίβες, αριστερά, Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Όταν ο Καρράς είπε την “πριγκηπέσσα” του Μάλαμα, απειλήθηκε εμφύλια σύρραξη με ορδές εξαγριωμένων φαν του έντεχνου που κρατώντας αναμμένες κιθάρες θέλανε να σπάσουν τα τζιπ με τα φιμέ τζάμια έξω από το Ποσειδώνιο. Πάντως μεταξύ μας όσο και να τα σπάει ο Θανασάρας, μόλις βγει ο Χριστοδουλόπουλος θα πέσουν τα τσιμέντα.

Αστυνομία – Εξάρχεια.

Ντερμπάρα κάθε χρόνο. Σπασίματα, μολότοφ, ασπιδιές, δακρυγόνα. Μέσα – έξω ντου οι αναρχικοί όπου και να παίζουν οι αντίπαλοι, παντού πάνοπλοι οι αστυνομικοί, δυσκολεύεσαι να υπολογίσεις πόσο θα έρθει κάθε φορά το ματσάκι.

Για να είμαστε δίκαιοι πολλές φορές οι αστυνομικοί παίζουν με διαιτησία 80-20 υπέρ τους. Έχει κάνει πέσιμο αστυνομικός μέσα σε πλήθος διαδηλωτών με μηχανάκι και ούτε κάρτα δεν δώσανε. Δυνατό ματς, όπως και να έχει.

Πεπόνι – καρπούζι.

Θρυλική πόλωση σε ηλικίες από 7 μέχρι 11. Πιτσιρικάδες μαζευόμασταν σε παρέες και την πέφταμε σε άλλους ανήλικους με την ερώτηση “πεπόνι ή καρπούζι ρε μουνί;” Τρόμος να πεις πεπόνι. Ήσουν φλώρος, αδερφή, πράκτορας των Αμερικάνων και εχθρός του Λαού. Εμένα πάντα μου άρεσε το πεπόνι βέβαια γιατί δεν είχε κουκούτσια, αλλά που να το πεις. Θα σε καίγανε ζωντανό. Δύσκολα χρόνια. Τώρα είναι κάπως πιο ανεκτική η κοινωνία σε αυτούς που τρώνε πεπόνι αλλά και πάλι υπάρχουν αρκετοί πεπονοφοβικοί.

Ξεμάτιασμα – παθολόγος.

Ο παθολόγος μπορεί να έχει πτυχία και λογική αλλά και το ξεμάτιασμα, έχει τη γιαγιά στο χωριό. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει πυρετός κάτω από 38. Μέχρι 37,9 είναι μάτιασμα. Όταν έχεις δέκατα, ΠΡΩΤΑ παίρνεις τη γιαγιά σου να σου ρίξει λίγο λάδι στο νερό και να χασμουρηθεί. Βρε καλέ μου πάρε ένα ντεπόν, ένα αναβράζον, τίποτα. Μάτι είναι πρέπει να φοράω ανάποδα την φανέλα μου. Το κακό είναι ότι οι οπαδοί του ματιού δεν παραδέχονται την ήττα τους. Άμα τους γυρίσει σε πνευμονία είναι ικανοί να σου πουν “Καλέ αυτή την ξέρω, το μάτι της σκάει γάϊδαρο, που να μου περάσει”.

Νουτέλα – Μερέντα.

Μεγάλη κόντρα. Πόλωση χωρίς όρια και κανείς δεν ξέρει που θα βγάλει αυτή η τρέλα. Η νουτέλα για κάποιο λόγο κυριαρχεί στα παιχνίδια εκτός έδρας π.χ. κρεπερί. Εντός έδρας, σε σπίτια και σε ξενοδοχεία, θα βρεις τις περισσότερες φορές μερέντα. Εξαιρετικά αμφίρροπο ματς. Από τα λίγα ματς που ό,τι αποτέλεσμα και να έρθει, κερδίζει ο διαβήτης.

Αγγελάκας – Παυλίδης.

Το τελευταίο καλλιτεχνικό ματς. Παλαιότερα είχαμε Χατζιδάκις –Θεοδωράκης, Καρέζη – Βουγιουκλάκη, Παύλος – Άσιμος κτλ

Οι οπαδοί του Αγγελάκα είναι πιο Ελληνοπρεπείς τύποι, πιο εντοχνοκουλτουριάρηδες και “πότε θα κάνει ξαστεριά”. Έχουν ακούσει και Αρβανιτάκη σε ευάλωτη στιγμή. Έχουν κουνηθεί με το “Δυνατά-δυνατά”.

Οι οπαδοί του Παυλίδη είναι ροκαμπίλια. Είναι λίγο βρετανική ποπ, λίγο OASIS και “πότε θα γίνει Ευρώπη αυτή η κωλοχώρα”. Θέλουν να ψηφίσουν Ποτάμι, αλλά περιμένουν την κεντροαριστερά για να μην τους κοροϊδεύεις.

Πολιτισμικό χάος.