Μιλήσαμε με νέους μπαμπάδες που βλέπουν παρέα με τα καμάρια τους παιδικές ταινίες και ομολογούμε ότι δεν μας φάνηκαν τόσο απελπισμένοι όσο περιμέναμε.
Σχεδόν όλοι γουστάρουν που το κάνουν.
Βέβαια, γουστάρουν γιατί άλλο καταλαβαίνουν αυτοί και άλλο τα μικρά διαολάκια τους.
Εκεί που τα πιτσιρίκια βλέπουν μια μικρή γοργόνα, αυτοί βλέπουν μία ημίγμυνη κοκκινομάλλα με δυνατά πλεμόνια.
Τσέκαρε, λοιπόν, πώς περιγράφουν 5 μπαμπάδες 5 ΥΠΕΡΚΛΑΣΙΚΕΣ παιδικές ταινίες και κάνε τα κουμάντα σου για όταν γίνεις και εσύ πατέρας.
Μόνο καφριλίκι.
Βασίλης, 42 χρονών (Lion King)
Έχει κάτι λιοντάρια που μιλάνε, άρα κάτι σημαντικό θα λένε, σκέφτομαι, δεν μπορείς να βάλεις τα λιοντάρια να μιλάνε χωρίς λόγο, έτσι δεν είναι; Τεσπά. Λέω ντάξει, γαμώ, εδώ είμαστε, ο μικρός μπορεί να χαζεύει το παιδικό και εγώ το εσωτερικό της μύτης μου. Και ξαφνικά πάνε και πετάνε τον πατέρα του μικρού λιονταριού απ’ τον γκρεμό και λέω για κάτσε, ωραία μηνύματα περνάνε στα παιδιά. Κοιτάω τον πιτσιρικά, ούτε μισό δάκρυ. Άθλιο και αδίστακτο κτηνάκι, σε βλέπω για τζάμπο, να σε γυρνάω για κανά δίωρο και να φεύγουμε μόνο με μια ξύστρα, έτσι για να συνέλθεις λίγο.
Από τότε, βέβαια, δεν μ’ αφήνει να βγαίνω στο μπαλκόνι, μένουμε και στον 6ο βλέπεις. “Για να μην πέσω”, του λέω; “Για να μη μπαίνουν κουνούπια”, μου λέει.
Κατά βάθος τον καμαρώνω.
Μάκης, 47 χρονών (Ψάχνοντας τον Nemo)
Μαλάκα, ψάρια! ΨΑΡΙΑ!!! ΔΕΝ ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΚΑΘΙΣΑ ΝΑ ΔΩ ΤΑΙΝΙΑ ΜΕ ΨΑΡΙΑ ΠΟΥ ΜΙΛΑΝΕ! Θα ‘τρωγες εσύ ποτέ ψάρια που μιλάνε; Εντάξει είπαμε, πεινάμε, αλλά να είμαστε και λίγο άνθρωποι, έτσι δεν είναι;
Έχασε λέει το μεγάλο κλοουνόψαρο τον γιο του και τον ψάχνει σε όλον τον ωκεανό. Ρε μπαγλαμά ο γιος σου πρέπει να κοστίζει 1000 ευρώ το κιλό τόσο σπάνιος που είναι, ποιος να το πάρει, να τον πουλήσει πού; Σοβαρέψου, κάπου εκεί γύρω θα ‘ναι. Και για να το πιάσεις δεν τρέχεις σαν τον παλαβό, αράζεις με το καλάμι και κάθεσαι και περιμένεις.
Η πετονιά βέβαια από μόνη της, τι να σου κάνει; Θέλει γάντζο καλό και κουβαρίστρα δυνατή να τη γυρνάς, αυτό να κοπανιέται, εσύ να βαστάς το καλάμι κόντρα και να τραβάς να το βγάλεις έξω. Έτσι πιάνονται τα κλοουνόψαρα, μου το ‘πε εμένα παλιός ψαράς που ξέρει. Και θέλει και δόλωμα καλό, όχι ψωμότυρο, θέλει σκουλήκια, σαν αυτά που είχα πιάσει όταν είχε πάει η γυναίκα μου στη μάνα της για δυο βδομάδες.
Και έχω και τον πιτσιρικά να ρωτάει “μπαμπά, αν χανόμουν εγώ, θα με έψαχνες”; “Άμα έπαιρνες και τις μπύρες μαζί σου, σίγουρα”.
X0ax0ax0a τι του ‘πα ρε.
Θέμης, 43 χρονών (Pocahontas)
Κοίτα, εγώ γενικά, κάτι Ασιάτισσες, κάτι Ινδιάνες και κάτι τέτοιες, τις γουστάρω πολύ, ανωμαλίες ξέρεις, όχι άλλες λατίνες, βαρέθηκα. Αυτή η Ποκαχόντας όμως, δεν ξέρω, δεν μου ‘λεγε κάτι, εσένα σ’ άρεσε; Να φταίει που ήταν μίκι μάου και όχι αληθινή… Κάτι δεν μου ‘κατσε καλά πάντως. Άσε που πιστεύω ότι είναι πολύ νωρίς για ένα παιδάκι να μαθαίνει ότι οι Ινδιάνοι ήταν οι καλοί τελικά και όχι οι κακοί. Θέλει κάποια ωριμότητα για να το καταλάβεις αυτό, ότι όταν μπουκάρεις σε ξένη χώρα και σφάζεις τους ντόπιους, εσύ έχεις άδικο και αυτοί δίκιο. Μπερδεύονται τα παιδιά με κάτι τέτοια.
Την Ντίσνεϊ μπορεί να μην τη νοιάζει, αλλά όταν είσαι γονιός οφείλεις να τα σκέφτεσαι αυτά τα πράματα.
Σάκης, 52 χρονών (Up)
Η χαρά του παιδοψυχολόγου.
Εγώ την έβαλα να τη δούμε γιατί νόμιζα ότι θα ήταν καμιά παρωδία, λέω θα δείχνει μέσα παλιά Αθήνα, Αναφιώτικα, Ζάχο Χατζηφωτίου να λέει χωριάτες όσους δεν γεννήθηκαν Αθήνα και συγκεκριμένα Κολωνάκι-Κέντρο και κάτι τέτοια.
Τι ήταν αυτό το πράμα; Πλάνταξε η μικρή στο κλάμα, δεν μπορούσα να την ηρεμήσω. Αλλά κι εγώ δεν μπορούσα να ηρεμήσω. Ο σαβούρης ο εσχατόγερος απήγαγε ένα μικρό παιδάκι και τράβηξε για τη ζούγκλα… στα τέτοια του όλα, πήρε το παιδί και έφυγε.
Ρε…
ΡΕ!!!
Είναι αυτή ταινία για παιδιά; Της λέω της μικρής “έτσι και δεις γέρο με μπαλόνι στον δρόμο, τρέχα”. “Μα μου λέει ο κακομοίρης έχει χάσει τη γυναίκα του που την αγαπούσε πολύ πολύ πολύ” και δώστου κλάμα το παιδί. “ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΣΟΥ ΛΕΩ ΕΓΩ. Έχασε ο γουοναμπί Χατζηφωτίου τη γυναίκα του και θα τον αφήσουμε τώρα να παίρνει τα παιδιά του κοσμάκη”.
Μην παίρνετε μπαλόνια στα παιδιά σας μωρέ. Δεν βλέπετε τι γίνεται;
Τίμος, 48 χρονών (Shrek)
Εργάρα, αρρώστησα. Και τι δεν είχε μέσα. Άσε που έτσι κι αλλιώς δεν γίνεται να υπάρξει κακή ταινία με δράκους. Και τις ψευτοτσόντες του Παπακαλιάτη να πάρεις, άμα στο τέλος τους κοτσάρεις μία ιπτάμενη σαύρα που να ξερνοβολάει φλόγες (πάνω του) καλές θα βγούνε.
Εν τω μεταξύ, βλέπεις τον Σρεκ, ψηλός, παιδαράς, τριφυλλάρα και πάει και ερωτεύεται μία, δεν λέω, νοστιμούλα, αλλά και πόσο άτυχος; Έπεσε στη μόνη γκόμενα στη γη που είναι όμορφη τη μέρα και άσχημη τη νύχτα.
Πιάνω τον πιτσιρικά και του λέω “son, τώρα θα σου μοιράσω μισογυνίστικη γνώση για την οποία μια μέρα θα με καταριέσαι κλαίγοντας μπροστά στον ψυχολόγο σου, αλλά ας είναι. Βλέπεις την πριγκίπισσα τη μέρα; Έτσι είναι στις προφάιλ πίξουρς οι γυναίκες. Βλέπεις την πριγκίπισσα τη νύχτα; Έτσι είναι στις ταγκαρισμένες πίξουρς οι γυναίκες. Να το θυμάσαι αυτό”.
Και κάτι ακόμα. Αν κάτι μας διδάσκει το Σρεκ είναι, ότι όσο τέρας και να ‘σαι (που θα ‘σαι) να μην κολλάς να την πέφτεις στην οποιαδήποτε. Μπορεί να είσαι τυχερός και να έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση ή δυσεπίλυτα ψυχολογικά και να στραβωθεί να σε κοιτάξει. Μην βλέπεις εμένα με τη μάνα σου. Στην περίπτωσή μας τα ψυχολογικά τα είχα εγώ.