22 Φεβρουαρίου του 1943. Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται στο αποκορύφωμά του και η πλάστιγγα αρχίζει να γέρνει για πρώτη φορά προς τη μεριά των συμμάχων. Το ανατολικό μέτωπο των Ναζί έχει εδώ και 20 μέρες καταρρεύσει μετά τη μάχη του Στάλινγκραντ και ο Γερμανός στρατάρχης Φρίντριχ Πάουλους έχει παραδοθεί στους Σοβιετικούς. Την ίδια στιγμή, στη Βόρεια Αφρική ο Ρόμελ αντεπιτίθεται και επικρατεί των Αμερικανών, αλλά αυτή θα είναι και η τελευταία του νικηφόρα μάχη. Λίγες μέρες μετά θα ηττηθεί οριστικά στην Τυνησία και η στρατιά του θα παραδοθεί.

Πίσω στο Μόναχο, όσο οι Γερμανοί ζούνε στη δική τους εθνικοσοσιαλιστική νιρβάνα, τρεις φοιτητές ετοιμάζονται να περάσουν στην αιωνιότητα. Η Σόφι Σολ, ο αδελφός της, Χανς Σολ και ο Κρίστοφ Προμπστ είναι μπροστά απ’ την γκιλοτίνα με τη στάμπα του προδότη να τους λερώνει. Δυο μέρες πριν θα καταδικαστούν σε θάνατο για τη συμμετοχή τους στην οργάνωση “Λευκό Ρόδο”, η οποία όμως τελικά θα αποδειχθεί μία απ’ τις ελάχιστες λευκές σελίδες στην ιστορία της Γερμανίας εκείνης της περιόδου.

Η δράση της αντιστασιακής οργάνωσης μικρή, ίσα που πρόλαβε να βγάλει 6 ανακοινώσεις, όμως η συμβολική της σημασία θα χρησιμοποιηθεί πολλές φορές αργότερα απ’ τους Γερμανούς για να ξεπλύνει την εθνική ντροπή τους.

Τον Ιούνιο του 1942, ο πυρήνας της οργάνωσης πήρε την άδεια από τον Αρχιεπίσκοπο του Μίνστερ να διαδώσει με φυλλάδια το κήρυγμά του κατά της ευθανασίας που εφάρμοζε το ναζιστικό καθεστώς. Αυτή ήταν και η πρώτη πράξη αντίστασης του “Λευκού Ρόδου”. Αξίζει να σημειωθεί ότι στον πυρήνα εκτός απ’ τους τρεις που προαναφέρθηκαν συμπεριλαμβάνονταν και ο Άλεξ Σμόρελ, ο Βίλι Γκραφ και ο καθηγητής φιλοσοφίας και πνευματικός ηγέτης της οργάνωσης, Κουρτ Χούμπερ.

Μεταξύ άλλων, μέσα στο φυλλάδιο το οποίο μοίρασαν οι φοιτητές, είχε αποτυπωθεί και το εξής ανατριχιαστικά προφητικό ερώτημα: “Ποιος από εμάς μπορεί να φανταστεί την ντροπή που θα πέσει πάνω μας και πάνω στα παιδιά μας όταν θα βγουν στο φως τα τρομερά εγκλήματα που ξεπερνούν την ανθρώπινη φαντασία”;

Μέχρι την ημέρα της σύλληψής τους θα εκδώσουν συνολικά 6 φυλλάδια τα οποία θα διανύμουν σε μέλη της εγχώριας πνευματικής ελίτ, που πίστευαν ότι θα ευαισθητοποιούνταν -όπως και οι ίδιοι- διαβάζοντας ουμανιστικά ρητά από Αριστοτέλη και Νίτσε. Παράλληλα, απευθύνονταν και σε χιλιάδες απλούς πολίτες, που ήταν ακόμη υπνωτισμένοι απ’ το μεγαλείο που τους υποσχόταν ο Χίτλερ, και τους οποίους διάλεγαν τυχαία απ’ τον τηλεφωνικό κατάλογο. Άλλωστε, δυο μέλη της οργάνωσης, ο Χανς Σολ και ο Κρίστοφ Προμπστ, είχαν ζήσει από κοντά τη φρίκη του πολέμου στο ανατολικό μέτωπο -προσφέροντας τις υπηρεσίες τους ως φοιτητές της ιατρικής- γνωρίζοντας έτσι από πρώτο χέρι πόσο απατηλή ήταν η χιτλερική υπόσχεση.

Το 5ο φυλλάδιο της οργάνωσης με τίτλο “Ένα κάλεσμα σε όλους τους Γερμανούς” θα τυπωθεί σε σχεδόν 9.000 αντίτυπα και θα διανεμηθεί σε δεκάδες πόλεις, μεταξύ των οποίων ήταν η Στουτγάρδη, το Αμβούργο και το ίδιο το Βερολίνο.

Στις 18 Φεβρουαρίου, η αντιστασιακή δράση αυτών των τριών Γερμανών, έμελλε να τελειώσει. Κατά τη διάρκεια διανομής φυλλαδίων στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, ο επιστάτης που ήταν και μέλος του ναζιστικού κόμματος, θα τους δει και θα τους καταδώσει στην Γκεστάπο. Μία πρακτική πολύ συνηθισμένη στη Γερμανία εκείνης της εποχής, που ακόμη και τα παιδιά καλούνταν να καταδώσουν τους γονείς τους αν έπεφτε στην αντίληψή τους ότι “δρουν αντιναζιστικά”.

Κατά την ανάκρισή του από την Γκεστάπο, ο Χανς Σολ, προσπάθησε να κρύψει το όνομα του Γιόζεφ Σόνγκεπ, του βιβλιοπώλη που τους έδινε καταφύγιο για να συνωμοτούν. Προκειμένου να τους μπερδέψει, στις ερωτήσεις των ανακριτών έδωσε διαφορετικές απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα. Ένα από αυτό ήταν και η εξήγηση που έδωσε για την προέλευση του ονόματος της οργάνωσης. Μία από αυτές ήταν ότι το διάλεξε το “Λευκό Ρόδο” επηρεασμένος από ένα ποίημα του 19ου αιώνα με το ίδιο όνομα, του Γερμανού ποιητή Κλέμενς Μπρεντάνο. Ωστόσο, πιο διαδεδομένη είναι σήμερα η άποψη ότι το πήρε απ’ το ομώνυμο μυθιστόρημα του Μπ. Τράβεν που κυκλοφόρησε το 1929, ενός μυθικού συγγραφέα του οποίου η αληθινή ταυτότητα ακόμη αποτελεί σημείο διαμάχης μεταξύ των μελετητών του.

Οι τρεις φοιτητές θα καταδικαστούν με συνοπτικές διαδικασίες (κάτι λεπτά κράτησε η δίκη) σε αποκεφαλισμό από το λαϊκό δικαστήριο του Μονάχου. Θα εκτελεστούν την ίδια μέρα, με τον Σολ να φωνάζει λίγο πριν η λεπίδα γλείψει τον λαιμό του “Ζήτω η ελευθερία”.

Μερικές μέρες μετά συνελήφθησαν και οι γονείς του Σολ και η αδελφή του, ενώ το επόμενο διάστημα συνελήφθησαν κοντά στα 100 άτομα, δείχνοντας ότι το μέγεθός της οργάνωσης ήταν πολύ μεγαλύτερο από ό, τι αρχικά πίστευαν οι ναζιστικές αρχές.

Τα περιστατικά που αφορούν τη σύλληψη των μελών της οργάνωσης παρουσιάζονται και στην ταινία του Μαρκ Ρότεμουντ “Οι τελευταίες μέρες της Σόφι Σολ” (2005), που κέρδισε την “Αργυρή Άρκτο” στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.

Και σήμερα είναι μία καλή ευκαιρία για να την δεις.