Δεν χρειάζεται απαραίτητα να γεννηθείς σε μια περιοχή για να νιώθεις κομμάτι της. Και φυσικά, δεν είναι ανάγκη να έχει η μάνα ή ο πατέρας σου ρίζες από εκεί.

Είναι απλό. Περπατάς και αυτόματα σου δημιουργείται ένα αίσθημα οικειότητας σε αυτά που αναπνέεις, σε αυτά που βλέπεις τριγύρω και σε αυτά που ακούς. Αν δεν φοράς παρωπίδες.

Ε, αυτό το αίσθημα οικειότητας νιώθω κι εγώ με τα Εξάρχεια, τα τελευταία χρόνια που τα περπατάω. Τα Εξάρχεια κυρίες και κύριοι, που σήμερα μπήκαν μες στην δεκάδα των πιο κουλ περιοχών της Ευρώπης από το Independent.

Το ξεπαρθένιασμα

Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που ανηφόρισα από την Κάνιγγος, για να βγω Εξάρχεια.

Όταν πέρασα από τη στοά Πανταζοπούλου (εκεί που είναι το Βlackbird) και άρχισα να ανεβαίνω και να ανεβαίνω. Η καρδιά μου χτυπούσε έντονα και το χαοτικό μου βλέμμα πήγαινε δεξιά αριστερά. Σαν να έμπαινα σε παιχνίδι που βρισκόταν στον πόντο και ο κόουτς είχε δώσει εντολή: “Το τελευταίο σουτ θα το πάρει ο Ράπτης”.

Όχι γιατί φοβόμουν μην με ψυρρίσουν (αυτά ακούς όταν έρχεσαι από Επαρχία), αλλά για τις θρυλικές ιστορίες που είχα μάθει για αυτό το μέρος.

Εδώ και μόνο στην ιδέα ότι βρισκόμουν στο ίδιο σημείο όπου τα έπινε ο Παυλάρας και ο Νικόλας κάμποσα χρόνια πριν, ανατρίχιαζα.

Βλέπεις, αλλιώς είναι να τα χαζεύεις στο youtube και αλλιώς να τα βιώνεις ρίαλ τάιμ.

Τι είδα και τι βλέπω

Άσε δηλαδή, που είχα και μια γιαγιά στο ακουστικό να κατσουφιάζει όταν άκουγε ότι πάλι Εξάρχεια πήγαινα και μου έλεγε “Πρόσεχε παιδάκι μου, άκουσα πριν λίγο στην τηλεόραση ότι καίνε αμάξια”.

Εκεί που έκαιγαν αμάξια, λοιπόν, εγώ είδα ανθρώπους γύρω από μια φωτιά να αράζουν αρμονικά και να πίνουν μπύρες. Και όχι μόνο.

Είδα όλη την Αττική στο πιάτο από τον Λόφο του Στρέφη, είδα πόσο γρήγορα κατεβαίνει η μπύρα με αυτήν τη θέα.

Είδα κρυμμένα βιβλιοπωλεία που μέσα έκρυβαν θησαυρούς.

Είδα ελάχιστη μπατσαρία. Εκτός κι αν έπαιζε πορεία. Τότε έβλεπα πολλή μπατσαρία.

Είδα μερικά από τα ωραίοτερα γκράφιτι της πόλης και από κάτω ένα βαρύγδουπο “Εμμανουέλα είσαι καριόλα”.

Είδα ιστορικά μαγαζιά, που μέσα είχαν αλλόκοτους ανθρώπους.

Είδα το μνημείο του Αλέξη στην Μεσολογγίου και απέναντι τους Ντάλτον, να κλέβουν μια τράπεζα μπροστά στα μάτια του δύσμοιρου Λούκυ Λουκ.

Είδα με το ίδιο coolness να αράζει αφίσα για λάιβ των ΖΝ και ακριβώς από πάνω αφίσα του Μαζωνάκη και της Μαλού.

Είδα πώς φτιάχνεται το “τριαξονικό”.

Είδα πώς πουλιέται το “τριαξονικό” (δεν έκανα ποτέ γιαγιά!).

Είδα τα πρώτα συνθήματα που μπινελίκωναν φασίστες, αστυνομικούς, ομοφοβικούς και Νεοέλληνες.


Κουλ, κουλ και πάλι κουλ…

Είναι απλό. Τα Εξάρχεια είτε τα αγαπάς είτε τα μισείς. Δεν υπάρχει μέση λύση. Είτε τα περπατάς και τα βιώνεις, είτε τα κράζεις πίσω από μια οθόνη τηλεόρασης ή υπολογιστή. Ε, το Indepedent τα αποθέωσε. Και με το δίκιο του.

Αφού είναι κουλ… Ε;