Τον είδαμε, τον καμαρώσαμε. Με το κοστούμι του, τα ωραία του τα εγγλέζικα, το χαμόγελό του, τα τούτα και τα κείνα του. Δεν πειράζει που ‘ταν χλιαρή, στα όρια του «άκυρου ψηλέ», η αντίδραση του Μπρους Σπρίνγκστιν όταν του αφιέρωσε το βραβείο. Δεν ξηγήθηκε σωστά το «Αφεντικό», ας είναι. Κι έπειτα, ουσία είναι πως ο Γιώργος Λάνθιμος, σε αυτές τις Χρυσές Σφαίρες, πρόβα για τα Όσκαρ έκανε – αυτό (θα) είναι το σωστό.
Γράφει ο Γιώργος Καραχάλιος
Το Poor Things, λέμε και ελπίζουμε εμείς, παραείναι καλό για να το αγνοήσει η Ακαδημία. Όσο κι αν δοκιμαστούν σκληρά τα συντηρητικά της αντανακλαστικά λόγω ενός υλικού, άκρως τολμηρού.
Ο Γιώργος Λάνθιμος ήταν υποψήφιος με την Ευνοούμενη για Όσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας, με τον Αστακό για το σενάριο και με τον Κυνόδοντα γι’ αυτό της ξενόγλωσσης. Το καρέ (υποψηφιοτήτων) θα είναι της χαράς; Σαν άλλοι «Λάνθιμος Χούλιγκανς» (δεν μπορούμε να) περιμένουμε να το σηκώσει κι αυτός το τιμημένο…
Θέλοντας λοιπόν να στείλουμε θετικά vibes στον 50χρονο σκηνοθέτη, είπαμε να θυμηθούμε τα άλλα πατριωτάκια που κέρδισαν το περιλάλητο χρυσό αγαλματίδιο. Απαραίτητη σημείωση: Μιλάμε μόνο για Έλληνες, όχι ελληνικής καταγωγής, τύπου Ελία Καζάν, Ολυμπία Δουκάκη, Αλεξάντερ Πέιν…
Κατίνα Παξινού – 1944
Διαχρονικό συνώνυμο της καλλιτεχνικής αρτιότητας, ηθρυλική ηθοποιός κέρδισε το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου για τη φλογερή της ερμηνεία ως Πιλάρ στο «Για Ποιόν Χτυπά η Καμπάνα». Ήταν τόσο καλή ώστε να γίνει η πρώτη μη Αμερικανίδα που βράβευσε η Ακαδημία…
Περισσότερο πάντως και από τη βράβευση έμεινε η ομιλία της. Με το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ακόμα σε εξέλιξη, η Κατίνα Παξινού έστειλε ένα ανατριχιαστικό μήνυμα συμπαράστασης στους φαντάρους που πολεμούσαν τους Ναζί, μαζί και στους συναδέλφους της στο Εθνικό Θέατρο.
Μάνος Χατζιδάκις – 1961
Αν μπορούσε να είχε διαγράψει από τη συλλογική μνήμη πως κέρδισε το εν λόγω βραβείο για τα «Παιδιά του Πειραιά» θα το είχε κάνει ο Μάνος Χατζιδάκις. Δεν του άρεσε καθόλου το τραγούδι (του) που έμελλε να γίνει το μουσικό alter ego του «Ποτέ την Κυριακή». Δεν του έλεγαν επίσης ποτέ τίποτα οι τελετές και οι βραβεύσεις.
Ακόμα και το Όσκαρ αυτό καθαυτό χάθηκε κατά τη μεταφορά, όταν του το έστειλαν, στη Γιουγκοσλαβία ήταν το τελευταίο ίχνος του. Το χρυσό αγαλματίδιο που πόζαρε αργότερα, με τα χίλια ζόρια και μετά από πιέσεις των φωτογράφων, ήταν αυτό που είχε κερδίσει η Κατίνα Παξινού.
Και το αντίγραφο που του έστειλαν από την Αμερική, το πέταξε αργότερα στα… σκουπίδια. Το βρήκε η οικιακή βοηθός του και το επέστρεψε στην οικογένεια μετά το θάνατό του.
Βασίλης Φωτόπουλος – 1965
Δεν είναι τόσο προβεβλημένος όσο θα έπρεπε ο Βασίλης Φωτόπουλος – κακώς. Ήταν εξαιρετικός σε αυτό που έκανε, μαζί πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο.
Βραβεύτηκε στα Όσκαρ (Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης – σκηνικών) για τη δουλειά του ως σκηνογράφος στον Ζορμπά του Μιχάλη Κακογιάννη. Όταν ανέβηκε στη σκηνή για να παραλάβει το Όσκαρ, ως καλός τζέντλεμαν και «τρελός» από χαρά, φίλησε το χέρι της Όντρεϊ Χέμπορν που του έδωσε το βραβείο.
Βαγγέλης Παπαθανασίου – 1982
Ακόμα και τώρα ακούς τη μουσική από τους «Δρόμους της Φωτιάς» και θες να βγεις έξω, να αρχίσεις να τρέχεις και όπου φτάσεις! Τόσο ξεσηκωτική είναι η μελωδία, τόσο πολύ ευφραίνει σώμα και ψυχή.
Με ένα από τα πλέον γνωστά soundtrack όλων των εποχών, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου «έπαιξε» με τους τότε ακόμα καινούριους ηλεκτρονικούς ήχους δημιουργώντας κάτι που έγινε κλασικό.
Γιατί δεν υπάρχει φωτό του Vangelis από την τελετή; Γιατί απλά όσο και σύνθετα δεν ταξίδεψε ποτέ στην Αμερική. Η παροιμιώδης φοβία του για τα αεροπλάνα τον κράτησε μακριά από το πεδίο της δράσης…
Κώστας Γαβράς – 1983
Τα Όσκαρ του 1970 ήταν μάλλον γλυκόπικρα για τον Κώστα Γαβρά. Ήταν υποψήφιος για καλύτερη σκηνοθεσία και σενάριο για το Ζ, χωρίς να κερδίσει. Η ταινία βραβεύτηκε μεν ως καλύτερη ξενόγλωσση, αλλά τεχνικά ο Έλληνας σκηνοθέτης δεν ήταν νικητής, καθώς το χρυσό αγαλματίδιο πήγε στους παραγωγούς – έτσι έλεγε ο κανονισμός.
Πήρε τη ρεβάνς το 1983, με το Όσκαρ καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου για τον Αγνοούμενο, ένα ακόμη πολιτικό θρίλερ. Ποτέ πάντως ο Γαβράς δεν θεώρησε ως τοπ στιγμή της καριέρας του αυτή τη βράβευση. Στην πραγματικότητα μάλλον τη σνόμπαρε. Ούτε στην τελετή θεώρησε σκόπιμο να πάει, ούτε κανείς τον άκουσε ποτέ να κομπάζει γι’ αυτήν του την επιτυχία. Ήταν πολύ διαφορετικές οι κινηματογραφικές του προτεραιότητες…