Παρατηρώντας την αύξηση της ακροδεξιάς τόσο στην Ευρώπη όσο και μακριά από αυτήν, πολλές φορές αναρωτηθήκαμε τι θα γινόταν αν ο Χίτλερ ήταν ζωντανός. Θα μπορούσε με τη σημερινή τεχνολογική εξέλιξη να αναπτύξει την προπαγάνδα του, να πείσει τόσο κόσμο για τις προθέσεις του και τελικά να καταφέρει να σπείρει τον θάνατο σε όλη την Ευρωπαϊκή ήπειρο, όπως ακριβώς είχε κάνει τότε;

Μην απαντήσεις. Το έκανε για εμάς ο σκηνοθέτης David Wnendt ο οποίος μετέφερε στον κινηματογράφο το μυθιστόρημα του Tumer Vermes (που έχει πουλήσει σχεδόν 3 εκατομμύρια αντίτυπα) με τίτλο “Κοίτα ποιος γύρισε” (Er ist wieder da). Αν ψάχνεις μία ταινία που θα σε εντυπωσιάσει χωρίς πολλά πολλά και χωρίς κουλτουριάρικα στερεότυπα, δώστης μία ευκαιρία. 

Η υπόθεση της ταινίας μας μεταφέρει στο Βερολίνο του 2011 όπου ο Αδόλφος Χίτλερ ξυπνά σε ένα πάρκο, μη μπορώντας να θυμηθεί τι έχει συμβεί από το 1945 και μετά. Αρχίζει να περιφέρεται στην πόλη όπου όλοι τον περνούν για μίμο και τον αντιμετωπίζουν σαν τουριστική ατραξιόν. Η πρώτα σφαλιάρα στον έλληνα θεατή έρχεται όταν οι τουρίστες πλησιάζουν τον Χίτλερ για να φωτογραφηθούν μαζί του και ακούγεται στο βάθος ένα δυνατό γέλιο και μια φωνή να τον επικροτεί λέγοντας (στα ελληνικά) : “Γίγαντας είσαι ρε μεγάλε”.

 

Λίγες μέρες μετά, ένας αποτυχημένος δημοσιογράφος τον ανακαλύπτει και βασίζεται πάνω του για να μπορέσει να ξεχωρίσει. Πείθει τον Χίτλερ πως θα ήταν καλή ιδέα να τον αφήσει να τριγυρνά στην πολή και εκείνος να βιντεοσκοπεί τις αντιδράσεις του κόσμου, με τον φύρερ να δέχεται την πρόκληση θεωρώντας πως αυτή θα είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για προπαγάνδα.

Μέσω της γρήγορης διάδοσης της περσόνας του στα social media, ο Χίτλερ ξαναγίνεται mainstream, καλείται σε live εκπομπές, συζητά με πολίτες για τα προβλήματα της σύγχρονης Γερμανίας, και μυείται στον μαγικό κόσμο του ίντερνετ. Δεν χρειάζεται να γνωρίζεις περισσότερα για την πλοκή. Αυτό που σίγουρα πρέπει να ξέρεις είναι πως αυτή η ιστορία θα σε αφήσει με το στόμα ανοιχτό για πολλούς λόγους. 

Αν έπρεπε να χαρακτηρίσουμε κάπως την ταινία, μάλλον θα την αποκαλούσαμε κωμωδία. Το χιούμορ της είναι απλό και πολύ στοχευμένο ενώ πολλές φορές υπάρχουν σατιρικές αναφορές στην επικαιρότητα (προς το τέλος θα πάρεις και μια τζούρα από Έλληνες ναζί) που σπάνε κόκκαλα με την ευστοχία τους. Είναι απόλαυση να βλέπεις τον Χίτλερ να σχολιάζει το γεγονός πως Γερμανία έχει γυναίκα καγκελάριο ή να ταυτίζεται με το κόμμα των Πρασίνων.

Ωστόσο, όσο η ώρα περνά συνειδητοποιείς ότι δεν έχει πολύ πλάκα ο Χίτλερ να περπατά στους δρόμους και να αποθεώνεται από πολίτες που δεν έχουν ιδέα ότι συμμετέχουν σε ταινία. Ναι, υπάρχουν πλάνα όπως αυτό με τον Έλληνα που αναφέραμε παραπάνω, τα οποία είναι αληθινά με τον Oliver Masucci που υποδύεται τον Χίτλερ, να αυτοσχεδιάζει.

Τσέκαρε και ένα βίντεο με τα λιγοστά εφέ που χρησιμοποιήθηκαν. 

Όταν η ταινία τελειώσει μένεις αμίλητος. Δεν έχεις να πεις κάτι, γιατί αυτό που είδες είναι σαν να σου έχει ρίξει μπουνιά στα μούτρα. Σχεδόν 2 ώρες ακροβασίας ανάμεσα σε χιούμορ και προβληματισμό απογειώνονται, χάρη σε μια φανταστική τελευταία σκηνή. Μια τελευταία σκηνή που είναι συγκλονιστική. 

Φρόντισε να την παρακολυθήσεις με παρέα γιατί θα είναι μια εξαιρετική αφορμή για συζήτηση. Για τον φασισμό, για τους (νεο)ναζί, για την γενικότερη ακροδεξιά στροφή Ευρώπης και Αμερικής (να ‘ναι καλά ο Τραμπ). Για τις αντιλήψεις των ανθρώπων μιας ολόκληρης εποχής, για το πώς είχε καταφέρει ο Χίτλερ να γοητεύσει ένα τεράστιο κομμάτι του γερμανικού λαού. Αλλά κυρίως γιατί θα κάνεις μια πολύ μεγάλη συζήτηση με τον εαυτό σου για το πως αντιμετωπίζεις τις ακραίες συμπεριφορές γύρω σου κάνοντας και την αναγωγή όλης της ιστορίας στην ελληνική πραγματικότητα.

Αυτό το τελευταίο ίσως πονέσει λίγο αλλά αξίζει τον κόπο

Αν σε πείσαμε, μόλις την τσεκάρεις, ρίξε μας κι ένα σχόλιο με τις εντυπώσεις σου.