Όταν το 1962 ανέβηκε στο βήμα για να παραλάβει το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας που μόλις του είχε απονείμει η Ακαδημία της Στοκχόλμης, μεταξύ άλλων ο Τζον Στάινμπεκ (1902-1968) είχε αναφέρει τα εξής : “Ο ίδιος ο άνθρωπος έχει καταστεί η μεγαλύτερή μας απειλή και η μοναδική μας ελπίδα”. 25 περίπου χρόνια νωρίτερα, το 1937 συγκεκριμένα, μέσα από την συγκλονιστική του νουβέλα με τίτλο “Άνθρωποι και Ποντίκια” (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Ατραπός”, 2014), είχε συμπυκνώσει με τον πλέον εύγλωττο τρόπο την ουσία αυτής του της ρήσης.

Πράγματι. Την παραδοξότητα ότι ο άνθρωπος μπορεί να αποτελέσει ελπίδα κι απειλή ταυτόχρονα, την ένιωσε έντονα στο πετσί του ο Λένι, ο γιγαντόσωμος και καλόκαρδος χαμάλης, ένας από τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές του έργου. Ο άλλος ήρωας, ο Τζωρτζ, είναι ένας μικρόσωμος και αγχίνους νέος που η μοίρα -και η θεία του Λένι- τον είχαν ορίσει σύντροφο και προστάτη του (ανήμπορου να διαχειριστεί μονάχος τα της καθημερινότητας) κολλητού του. 

Οι δύο φίλοι, λοιπόν, βολοδέρνουν στις ΗΠΑ που μαστίζονται από τις συνέπειες της οικονομικής κατάρρευσης του 1929. Νομάδες εργάτες γης, αναζητούν το μεροκάματο σε αγροκτήματα της καλιφορνέζικης Soledad. Μόνο που αυτή η αταίριαστη μα αχώριστη δυανδρία, δεν μοιράζεται τα ίδια μυαλά με τους υπόλοιπους ευκαιριακούς εργάτες. Το ξεροκάματό τους δεν θέλουν να το διοχετεύσουν σε ένα ακόμη μπουκάλι με αλκοόλ, ούτε και στα ερωτικά κελεύσματα μιας αισθαντικής πόρνης. Το ξεροκάματό τους θέλουν να το γιγαντώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο προκειμένου να σκοτώσουν την νομαδοσύνη τους και να πραγματώσουν το όνειρό τους: ένα όμορφο και περιποιημένο ράντσο που θα τους ανήκει απ΄ άκρου εις άκρον, στο οποίο θα μπορούν να απολαβάνουν τις μέρες και τις νύχτες τους. Εκεί θα φιλοξενούν όποιον θέλουν κι όποτε το θέλουν, εκεί θα καλλιεργούν τα οπωροκηπευτικά τους, εκεί θα εκτρέφουν τα γουρούνια, τις αγελάδες, τις κότες και βεβαίως-βεβαίως τα κουνέλια που τόσο πολύ λατρεύει ο Λένι. 

Για να φτάσουν όμως στην επίτευξη αυτού του ιδανικού, ο δρόμος τους περνάει από ένα αφιλόξενο αγρόκτημα στο Salinas. Εκεί δεσπόζει η σκατόψυχη μορφή του Κέρλι, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον γιο του ιδιοκτήτη. Μια σειρά από γεγονότα, παρανοήσεις και κακοτυχίες, θα δυσκολέψουν την παραμονή των δύο φίλων στο συγκεκριμένο μέρος και θα ξεθωριάσουν το όραμά τους για αυτεπάρκεια.



Από τις πρώτες γραμμές έως και την τελευταία λέξη (κυριολεκτικά την τελευταία λέξη), η αφήγηση είναι τόσο καλά δεμένη και άκρως παραστατική, που δεν δημιουργεί ούτε μία “κοιλιά” αναγνωστικής αδιαφορίας/δυσφορίας. Και αυτό οφείλεται τόσο στη λογοτεχνική μαεστρία ενός συγγραφέα που πριν κλείσει τα μάτια του είδε στα χέρια του το βραβείο Πούλιτζερ και το αντίστοιχο Νόμπελ Λογοτεχνίας, όσο και στη δομή θεατρικού έργου που διαθέτει η συγκεκριμένη νουβέλα.

Ανάμεσα από τις λέξεις τους Αμερικανού συγγραφέα, ξεπροβάλλουν ιδανικά όπως αυτά της φιλίας, της αφοσίωσης, της αυτοκυριαρχίας και της αλληλεγγύης. Ξεπροβάλλουν όμως και αντιπρότυπα όπως εκείνα του καιροσκοπισμού, του εξανδραποδισμού, των φυλετικών (και όχι μόνο) διακρίσεων. Πάρτε μια ανάσα και πριν προλάβετε να εκπνεύσετε, θα έχετε ρουφήξει ένα από τα πλέον κορυφαία κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας του περασμένου αιώνα, το οποίο μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία τόσο στο θέατρο και τον κινηματογράφο, όσο και στην τηλεόραση. 

Κι αφού το διαβάσετε, θα μπορέσετε να ρίξετε και μια ματιά σε ένα δείγμα από την “επίσκεψη” του Λένι και του Τζωρτζ στη χώρα μας…

https://www.youtube.com/watch?v=9YAX5HnTm1w