Για όλα τα θέματα της επικαιρότητας μιλάει στην αποκλειστική του συνέντευξη που παραχώρησε στον Τάκη Χατζή και τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας. Ο πρώην πρωθυπουργός δίνει απαντήσεις σε όλα τα «καυτά» θέματα, από την αντιπολιτευτική στάση του ΣΥΡΙΖΑ, τα εθνικά θέματα, την οικονομία μέχρι τα εσωκομματικά αλλά και τι εννοεί, όταν μιλάει για εναλλακτική προοδευτική διακυβέρνηση.

Ασκεί δριμεία κριτική στην κυβέρνηση για τη διαχείριση της κρίσης, σημειώνοντας ότι «δεν μπορεί η Ελλάδα να καταγράφει τη μεγαλύτερη ύφεση στην ΕΕ, να θρηνεί 4.500 ανθρώπους από την αρχή μάλιστα του 2ου lockdown, να σημειώνονται τεράστιες καθυστερήσεις και η μία διάψευση να διαδέχεται την άλλη για τον εμβολιασμό και ο κ. Μητσοτάκης να λέει “τα κάναμε όλα καλά”». Ζητεί, μάλιστα, «να βρεθούν οι πολιτικές δυνάμεις σε ένα τραπέζι, παρουσία των μελών της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας στόχο έχει να αντιμετωπίσουμε επιτέλους τη σκληρή πραγματικότητα» και «όχι αυτή που κρύβεται πίσω από τα λόγια ενός ανέμελου πρωθυπουργού ή πολύ περισσότερο από την ψεύτικη εικόνα που καλλιεργείται από έναν πρωτοφανή στα χρονικά προπαγανδιστικό μηχανισμό».

Σχετικά με την αναβάθμιση του ΕΣΥ υπογραμμίζει, ότι «η κυβέρνηση δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση. Μάλιστα,  στον προϋπολογισμό του 2021 έχει προβλέψει μείωση δαπανών για τη δημόσια υγεία κατά περίπου 600 εκατομμύρια» και πως , «ο κ. Μητσοτάκης ουδέποτε ασχοληθηκε με την πραγματική ενίσχυση του ΕΣΥ, πολύ απλά γιατί στον πυρήνα της ιδεολογίας και του κόμματός του είναι η ιδιωτικοποίησή του».

Η πρόβλεψη του για την οικονομία είναι ότι, «με την οικονομική πολιτική του κ. Μητσοτάκη οδηγούμαστε σε de facto επαναφορά των μνημονιακών συνθηκών».

Σχετικά με τα σενάρια εκλογών, «μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, η Νέα Δημοκρατία μας φέρνει ξανά στο χείλος της καταστροφής. Είναι ίδιον της Δεξιάς να προσπαθεί να αποδρά από τις ευθύνες της όταν τα κάνει μπάχαλο. Επομένως, δεν μπορώ να αποκλείσω τίποτα».

Για τα ελληνοτουρκικά και την έναρξη διερευνητικών, αφού διαπιστώνει, «οι συνθήκες υπό τις οποίες επανεκκινούνται οι διερευνητικές είναι αρνητικές για τη χώρα μας», διευκρινίζει «στηρίζουμε την επανεκκίνηση των διερευνητικών για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ», αλλά προειδοποιεί ότι «η κυβέρνηση πρέπει να είναι κάθετη απέναντι σε οποιαδήποτε συζήτηση για δήθεν «γκρίζες ζώνες» ή «αποστρατιωτικοποιμένα νησιά» ή πιέσεις τρίτων για ζητήματα που αφορούν την κυριαρχία μας».  

 

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα στο «Νεολόγο»:

Ανεβάζετε τους τόνους της κριτικής για τη διαχείριση της πανδημίας, με την κυβέρνηση να σας κατηγορεί ότι δεν βλέπετε τι γίνεται σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ποιος είναι ο διαφορετικός τρόπος που θα αντιμετωπίζατε την κρίση αν βρισκόσασταν εσείς στην κυβέρνηση;

Ακριβώς επειδή παρακολουθούμε στενά τι συμβαίνει στον υπόλοιπο πλανήτη και ιδιαίτερα στην Ευρώπη, ασκούμε κριτική σε μια κυβέρνηση που αποδεικνύεται ανίκανη και ανεπαρκής τόσο στο να προστατέψει την υγεία των πολιτών όσο και στο να θωρακίσει την οικονομία. Δεν μπορεί η Ελλάδα να καταγράφει τη μεγαλύτερη ύφεση στην ΕΕ, να θρηνεί 4.500 ανθρώπους από την αρχή μάλιστα του 2ου lockdown, να σημειώνονται τεράστιες καθυστερήσεις και η μία διάψευση να διαδέχεται την άλλη για τον εμβολιασμό και ο κ. Μητσοτάκης να λέει «τα κάναμε όλα καλά». Εμείς από την αρχή της πανδημίας είπαμε συγκεκριμένα πράγματα και αυτά ακριβώς θα κάναμε πάση θυσία. Μαζικά δωρεάν τεστ σε όλο τον πληθυσμό ώστε να έχουμε σοβαρή επιδημιολογική επιτήρηση και να μην είμαστε στα τυφλά όπως σήμερα. Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και επίταξη των ιδιωτικών μονάδων υγείας, ώστε να ενταχθούν και αυτές στη μάχη ενάντια στον covid. Αξιοποίηση των 37 δις που είχαμε αφήσει απόθεμα στα ταμεία καθώς και των διαθέσιμων πόρων που προήλθαν από την έκτακτη ενίσχυση της ΕΚΤ, για να περιορίσουμε την ύφεση και να στηρίξουμε με ζεστό χρήμα τους εργαζόμενους και τον εμπορικό κόσμο. Ρύθμιση των χρεών που δημιουργήθηκαν μέσα στην πανδημία σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, στην κατεύθυνση που είχαμε κάνει με τις 120 δόσεις.

Υπάρχουν περιθώρια αντιπολίτευσης την ώρα της μάχης για την αντιμετώπιση της πανδημίας; Δεν είναι αντιφατικό να μιλάτε από τη μία για την ανάγκη ενότητας και από την άλλη να έχετε ζητήσει τις παραιτήσεις τόσων υπουργών και την ίδια ώρα να θέλετε Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών και έναν υπουργό Υγείας κοινής αποδοχής;

Όταν την ώρα της μάχης, η χώρα μένει ανοχύρωτη είναι εθνικό και κοινωνικό καθήκον η σκληρή κριτική στα έργα και τις παραλείψεις της κυβέρνησης και οι τεκμηριωμένες προτάσεις. Γιατί σε αυτές τις στιγμές δεν κρινόμαστε από τις προθέσεις, αλλά από τα αποτελέσματα. Και αυτά δείχνουν ότι η κυβέρνηση στο 2ο κύμα απέτυχε παταγωδώς. Η πρόταση μου να βρεθούν οι πολιτικές δυνάμεις σε ένα τραπέζι, παρουσία των μελών της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας στόχο έχει να αντιμετωπίσουμε επιτέλους τη σκληρή πραγματικότητα που έχουν δημιουργήσει οι αντιφάσεις και οι ερασιτεχνισμοί της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη. Όχι αυτή που κρύβεται πίσω από τα λόγια ενός ανέμελου πρωθυπουργού ή πολύ περισσότερο από την ψεύτικη εικόνα που καλλιεργείται από έναν πρωτοφανή στα χρονικά προπαγανδιστικό μηχανισμό. Η ενότητα του λαού μας είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να ξεπεράσουμε αυτή τη δοκιμασία και η απαίτηση του είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα να γνωρίζουν άπαντες στη χώρα την αλήθεια. Την αλήθεια για τα λάθη, τις εγκληματικές ευθύνες και ανεπάρκειες αλλά ώστε να μπορέσουμε την επόμενη μέρα να πάρουμε τις σωστές αποφάσεις.

Η Κυβέρνηση έχει πρόθεση να αναβαθμίσει το ΕΣΥ. Θα καταθέσετε προτάσεις και ποιες θα είναι αυτές για να στηρίξετε την προσπάθεια, η επιτυχία της οποίας θα είναι τελικά προς όφελος του λαού;

Θα μου επιτρέψετε να σας πω ότι η κυβέρνηση δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση. Μάλιστα,  στον προϋπολογισμό του 2021 έχει προβλέψει μείωση δαπανών για τη δημόσια υγεία κατά περίπου 600 εκατομμύρια. Με αυτή την κυβέρνηση που στο πρόσφατο παρελθόν απέλυε γιατρούς, συγχώνευε νοσοκομεία και παρέδιδε τομείς της δημόσιας περίθαλψης σε μεγάλους ιδιωτικούς ομίλους, το ΕΣΥ θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει ζωτικό πρόβλημα. Ο κ. Μητσοτάκης ουδέποτε ασχοληθηκε με την πραγματική ενίσχυση του ΕΣΥ, πολύ απλά γιατί στον πυρήνα της ιδεολογίας και του κόμματός του είναι η ιδιωτικοποίησή του. Για τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη το ΕΣΥ αποτελεί βαρίδι. Γιατί λοιπόν να προσλάβει γιατρούς, όταν μετά την πανδημία θα τους βρει απέναντί του στα σχέδια για ΣΔΙΤ στην Υγεία; Η δική μας πρόταση, είναι κομμάτι των προτεραιοτήτων για μια Ελλάδα που θα είναι ασφαλής υγειονομικά για τις επόμενες δεκαετίες. Η γέννηση του ΕΣΥ στην Ελλάδα που συντονίστηκε τότε από τον αείμνηστο Γ. Γεννηματά, ήταν ένα ιστορικό βήμα που ευτυχώς μέχρι και σήμερα, παρά τις άοκνες προσπάθειες συντηρητικών κυβερνήσεων να το διαλύσουν, στέκει ακόμα ισχυρό στην υπηρεσία του πολίτη. Το χρέος μας, είναι αυτή την παρακαταθήκη που σήμερα κράτησε όρθιο έναν ολόκληρο λαό, είναι να την ενισχύσουμε και να την εξελίξουμε. Η φιλοσοφία μας, που άρχισε να γίνεται πράξη ήδη από το 2015, είναι ένα σύστημα που οργανώνει την υγειονομική ασφάλεια του πληθυσμού σε όλα τα επίπεδα. Με την ενίσχυση του προσωπικού στα νοσοκομεία, την αύξηση των διαθέσιμων κλινών, τη δημιουργία νέων νοσοκομειακών μονάδων καθώς και την αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, για να μην καταλήγουμε να υπερφορτώνουμε τα νοσοκομεία μας. Και όλα αυτά μέσα σε μνημονιακούς περιορισμούς.

Σήμερα λοιπόν, δεν μπορούμε να μιλάμε για ισχυρό ΕΣΥ και να χειροκροτάμε τους υγειονομικούς στα δύσκολα, αλλά να τους ξεχνάμε όταν ζητούν για τα αυτονόητα. Δεν θα σας πω μόνο για τις απλήρωτες εφημερίες, που η κυβέρνηση αρνείται να εξοφλήσει στους κατά τα άλλα «ήρωες με τις λευκές φανέλες». Ούτε μόνο για την ένταξη των υγειονομικών στα Βαρέα και Ανθυγιεινά. Αλλά και ότι η ενίσχυση του ΕΣΥ δεν μπορεί παρά να ξεκινά από την αναδιαμόρφωση του μισθολογίου των γιατρών με σημαντικές αυξήσεις. Δεν γίνεται να περιμένουμε να ενταχθούν στο ΕΣΥ επιστήμονες για 1.200 και 1.300 ευρώ, ούτε έχουμε την πολυτέλεια οι Έλληνες γιατροί να στελεχώνουν τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά νοσοκομεία και εδώ να τους ψάχνουμε μόνο στα δύσκολα.

Αυτή την ώρα η Κυβέρνηση επιχειρεί να καταστήσει ένα νέο οικονομικό πρόγραμμα. Εσείς πως πιστεύετε ότι θα κινηθεί η οικονομία το προσεχές διάστημα;

Όταν καλούσαμε τον κ. Μητσοτάκη για ουσιαστικά μέτρα εμπροσθοβαρούς στήριξης και ρευστότητα σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν περιορισμοί από την ΕΕ και όλοι λένε «δαπανήστε» για να ανακοπεί η ύφεση, τότε μας έλεγε για λεφτόδεντρα. Σήμερα, o κ. Μητσοτάκης βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με το τέρας που εξέθρεψε. Με τη μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρώπη για το 2020 και με δυσοίωνες προβλέψεις και για το νέο έτος.

Πώς απαντά σε αυτά; Ανοίγει άρον άρον την αγορά και το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας με μοναδικό στόχο να σταματήσει ακόμα και αυτά τα ανεπαρκή μέτρα στήριξης σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Να κλείσει δηλαδή ακόμα περισσότερο την κάνουλα της ρευστότητας, την ώρα που μόνο τον τελευταίο χρόνο έχουν σωρευθεί πάνω από 9 δις. ιδιωτικό χρέος, πέραν των 30 δις. ευρώ παγιωμένων οφειλών προς τράπεζες. Καταλαβαίνετε λοιπόν, πως εάν έστω και τώρα, παράλληλα με το άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας, δεν ληφθούν μέτρα ουσιαστικής ενίσχυσης, τότε θα βρεθούμε αντιμέτωποι με οικονομικά και κοινωνικά συντρίμμια. Με την οικονομική πολιτική του κ. Μητσοτάκη οδηγούμαστε σε de facto επαναφορά των μνημονιακών συνθηκών.  Δεν θα μιλάμε για ανάκαμψη αλλά για τσουνάμι λουκέτων και απολύσεων.

Το μόνο οικονομικό πρόγραμμα που έχει η σημερινή κυβέρνηση είναι να προστατέψει συγκεκριμένα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, αφήνοντας στο έλεος της νέας κρίσης τον κόσμο της πραγματικής οικονομίας. Αυτό αναφέρει και το «ευαγγέλιο» της έκθεσης Πισσαρίδη, αυτό ανέφερε και ο υφυπουργός Οικονομικών του κ. Μητσοτάκη. Να τελειώνουμε με τις επιχειρήσεις «ζόμπι».  Δηλαδή τις εννιά στις δέκα επιχειρήσεις στην Ελλάδα που είναι μικρομεσαίες, ώστε να καρπωθούν τα οφέλη οι μεγάλοι παίχτες που θα σαρώσουν την αγορά. Για  αυτές τις επιχειρήσεις, για το κατάστημα της γειτονιάς, η μόνη μέριμνα που υπάρχει είναι το πόσο γρήγορα θα εκποιηθεί η περιουσία τους, με βάση τις διατάξεις του νέου πτωχευτικού.

Η μόνη απάντηση λοιπόν είναι άμεσα μέτρα στήριξης του εισοδήματος και ρευστότητα, όσο ακόμα υπάρχει η ρήτρα διαφυγής από την Ευρώπη, όσο δηλαδή δεν έχουμε δημοσιονομικούς στόχους και περιορισμούς. Μέτρα αυτονόητα, που δεν τα προτείνει απλά ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά το σύνολο των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. Η επιστρεπτέα προκαταβολή πρέπει να γίνει μη επιστρεπτέα ώστε να υπάρχει χρήμα στην αγορά. Το ιδιωτικό χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών πρέπει να ρυθμιστεί, με διαγραφή μάλιστα μεγάλου μέρους της βασικής οφειλής. Και μην ακούω για λεφτόδεντρα, το έκανε πράξη ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019 με τις 120 δόσεις στα ασφαλιστικά ταμεία. Γιατί δεν μπορεί να γίνει τώρα εν μέσω πρωτοφανούς ύφεσης; Αυτή είναι μία συζήτηση που θα ανοίξει είτε το θέλει ο κ. Μητσοτάκης είτε όχι. Είναι θέμα επιβίωσης. Πέραν αυτών, οι ασφαλιστικές εισφορές πρέπει να συνεχίσουν να καλύπτονται από το κράτος και μετά την άρση του lockdown, ώστε να διατηρηθούν θέσεις και σχέσεις εργασίας και να αποτραπεί κύμα απολύσεων από επιχειρήσεις που δεν μπορούν πλέον να ανταπεξέλθουν. Ειδάλλως, μετά την παύση των αναστολών εργασίας το μέλλον προδιαγράφεται ζοφερό.

Η δημοσιονομική δυνατότητα υπάρχει, οι διαθέσιμοι πόροι τόσο από τα κρατικά ταμεία όσο και από τις έκτακτες ενισχύσεις από την Ευρώπη υπάρχουν, το θέμα είναι ότι δεν υπάρχει η πολιτική βούληση του κ. Μητσοτάκη.

Εκτιμάτε ότι  τελικά η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να μπει στο δίλλημα μέτρα ή εκλογές;

Η καταστροφική διαχείριση της κυβέρνησης, φέρνει ξανά τη χώρα σε δυσμενέστατη κατάσταση. Καταφέραμε το 2018 να βγάλουμε τη χώρα από τα μνημόνια, τιμώντας τις θυσίες και τη σκληρή προσπάθεια των Ελλήνων. Όμως σήμερα, μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, η Νέα Δημοκρατία μας φέρνει ξανά στο χείλος της καταστροφής. Είναι ίδιον της Δεξιάς να προσπαθεί να αποδρά από τις ευθύνες της όταν τα κάνει μπάχαλο. Επομένως, δεν μπορώ να αποκλείσω τίποτα.

Πως εξηγείτε, ότι παρά την κρίση η Νέα Δημοκρατία έχει προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ σε όλες τις δημοσκοπήσεις;  

Όταν η κρίση επιδρά με τέτοια σφοδρότητα στη ζωή και την καθημερινότητα των πολιτών, είναι δεδομένο ότι το τελευταίο πράγμα που τους απασχολεί – μόλις ενάμιση χρόνο μετά τις εκλογές – είναι τι θα ψηφίσουν. Νομίζω πάντως ότι είναι σαφής και καταγεγραμμένη η εκθετική αύξηση της δυσαρέσκειας προς την κυβέρνηση για τον τρόπο που διαχειρίζεται τα ζητήματα της πανδημίας και την οικονομία. Όταν βγούμε από τον κλοιό της υγειονομικής ανασφάλειας, νομίζω ότι θα γίνει σαφές ότι αυτή η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς. Όσο κυβερνά προκαλεί μόνο αβεβαιότητα, απόγνωση και πόνο σε χιλιάδες πολίτες, πολύ περισσότερο σε αυτούς που την πίστεψαν. Για το λόγο αυτό, είμαι βέβαιος, συνέβη άλλωστε και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν, ότι η επιλογή μιας πολιτικής αλλαγής σε προοδευτική κατεύθυνση, θα είναι πλειοψηφική.

Πως αξιολογείτε τους χειρισμούς της κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά; Έχουμε την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών έχουν προοπτικές θετικής κατάληξης; Υπάρχει περιθώριο για Εθνική συνεννόηση;

Θεωρώ ότι η Κυβέρνηση κινείται απέναντι στην πιο επιθετική Τουρκία της τελευταίας 25ετίας, χωρίς στρατηγική χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Ως προς τις ΗΠΑ, ο κ Μητσοτάκης συνάντησε τον Πρόεδρο Τράμπ με εκ των προτέρων μεγάλες παραχωρήσεις και το μήνυμα του πιστού και προβλέψιμου συμμάχου. Και μετά, για ένα χρόνο ο κ Τράμπ έδειξε περισσότερη ανοχή και παρείχε περισσότερη στήριξη στον Τούρκο Πρόεδρο απ’ότι οποιοσδήποτε άλλος Αμερικανός Πρόεδρος των τελευταίων δεκαετιών σε Τούρκο ομόλογό του.

Ως προς τη Γαλλία, μιλούσε για την αγορά φρεγατών με δυνατότητες αεράμυνας στην Ανατολική Μεσόγειο και για αμυντική συμφωνία, για να ακυρώσει τελευταία στιγμή την αγορά και να αγοράσει Rafale σχεδόν με την ίδια τιμή, χωρίς αμυντική συμφωνία και ενδεχομένως με επιπτώσεις στη γαλλική στήριξη στις θέσεις μας.

Ως προς την ΕΕ, έκανε 8 μήνες να ζητήσει κυρώσεις και μετά υπέγραψε– ορθώς- την ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία ΑΟΖ, αλλά χωρίς να διασφαλίζει ότι θα παραμείνει κοντά στις θέσεις μας η Γερμανία, με αποτέλεσμα για 4 μήνες να είναι απέναντί μας στην υιοθέτηση μηχανισμού κυρώσεων και ο ΥΠΕΞ της να παραμένει σιωπηλός καθώς ο ΥΠΕΞ της Τουρκίας απειλεί ένα άλλο κράτος μέλος της ΕΕ.

Την ίδια στιγμή, ενώ το Oruc Reis όργωνε την ελληνική υφαλοκρηπίδα, η Κυβέρνηση ισχυριζόταν ότι δεν πραγματοποιούνται έρευνες με τον κ Γεραπετρίτη σχεδόν να προσκαλεί τα τουρκικά πολεμικά πλοία, λέγοντας ότι η κόκκινη γραμμή μας είναι μόνο η κυριαρχία μας – στα 6 νμ.

Βέβαια, όταν εμείς προτείναμε την επέκταση των χωρικών υδάτων νοτίως και ανατολικά της Κρήτης, ο κ Γεραπετρίτης μιλούσε για «ευκολους λεονταρισμούς» και  κ Χρυσοχοίδης χαρακτήριζε την πρότασή μας «εθνικιστική». Αλλά και σε αυτό το ζήτημα η Κυβέρνηση έπεσε σε αντιφάσεις καθώς ο ΥΠΕΞ έσπευσε να ανακοινώσει την πρωτοβουλία.      

Δυστυχώς, κυρίως λόγω αυτής της έλλειψης στρατηγικής, οι συνθήκες υπό τις οποίες επανεκκινούνται οι διερευνητικές είναι αρνητικές για τη χώρα μας.

Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν, στηρίζουμε την επανεκκίνηση των διερευνητικών για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, αλλά θέλω να είμαι ξεκάθαρος: Η κυβέρνηση πρέπει να είναι κάθετη απέναντι σε οποιαδήποτε συζήτηση για δήθεν «γκρίζες ζώνες» ή «αποστρατιωτικοποιμένα νησιά» ή πιέσεις τρίτων για ζητήματα που αφορούν την κυριαρχία μας. 

Κυρίως, πρέπει να είναι απολύτως σαφείς οι κόκκινες γραμμές μας και δυστυχώς δεν έχουμε ακόμα – ως αξιωματική αντιπολίτευση – εικόνα, ποιες είναι αυτές.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει ως τώρα κρατήσει μια πολύ πιο υπεύθυνη στάση στα εθνικά θέματα απ’ότι η ΝΔ όταν ήταν αντιπολίτευση Συνθήκες εθνικής συναίνεσης όμως θα υπάρξουν μόνο με επιστροφή σε μια σοβαρή εθνική στρατηγική για τον διεθνή, ευρωπαϊκό και περιφερειακό ρόλο της χώρας, με κόκκινες γραμμές, και σχεδιασμό για λύσεις βάσει του διεθνούς δικαίου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία τι κόμμα είναι; Αρχηγικό, Αριστερό, κεντροαριστερό, σοσιαλδημοκρατικό; Τι από όλα αυτά; Υπάρχει εσωκομματικό μέτωπο που θολώνει την εικόνα που θέλετε να δουν οι πολίτες;

Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι το σπίτι κάθε αριστερού, κάθε προοδευτικού και δημοκρατικού πολίτη αυτής της χώρας. Οι αρχές και οι αξίες του πηγάζουν από μια βαθιά πίστη ότι αυτός ο τόπος μπορεί και πρέπει να προοδεύει και να εξελίσσεται κόντρα στη συντήρηση, την αδικία και την οπισθοδρόμηση της Δεξιάς. Τα δήθεν εσωκομματικά μέτωπα είναι κατασκευάσματα αυτών που πιστεύουν στα κόμματα – νεκροταφεία ιδεών. Θα ήταν αφύσικο άλλωστε, σε μια τέτοια συγκυρία στην Ελλάδα και διεθνώς, όπου η πανδημία έχει αλλάξει τις ζωές των ανθρώπων, ένα πολιτικό κόμμα του δικού μας χώρου να μη συζητά, να μην επερωτά, να μη σταματά να αναζητά διαρκώς τρόπους ώστε να κάνει την πολιτική του πιο αποτελεσματική και χρήσιμη για την κοινωνία.

Όταν μιλάτε για μία εναλλακτική προοδευτική διακυβέρνηση, με ποια κόμματα; Θα αναλάβετε κάποια πρωτοβουλία προς την Φώφη Γεννηματά;

Η ζημιά που προκαλεί μια ακραία αυταρχική και συντηρητική κυβέρνηση στον τόπο, μεγαλώνει κάθε μέρα που περνά. Σε αυτές τις συνθήκες, όποιος πραγματικά αντιλαμβάνεται ότι η Ελλάδα δε μπορεί να κυβερνάται από ανθρώπους που θέλουν να διχάσουν και να διαιρέσουν έναν ολόκληρο λαό, για να τον φέρουν ξανά σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και απόγνωσης, έχει ευθύνη να μπει συμμέτοχος στη μεγάλη προσπάθεια για μια νέα προοδευτική διακυβέρνηση με επίκεντρο τον άνθρωπο και με σχέδιο για ένα νέο, δίκαιο και σύγχρονο παραγωγικό μοντέλο. Μένει να φανεί πόσοι το αντιλαμβάνονται και ποιοι είναι τελικά διατεθειμένοι να βάλουν πλάτη σε μια τέτοια προσπάθεια.

Όποιο κόμμα, παραδοσιακά, καταφέρνει να κερδίσει το κέντρο, κερδίζει τις εκλογές. Εάν σκέφτεστε να κερδίσετε το κέντρο με ποιο αφήγημα θα το κάνετε;

Δεν θέλω να βάλω ταμπέλες στους πολίτες. Η δική μου έγνοια είναι η πλειοψηφία των συμπολιτών μου, οι μεγαλύτερες αλλά και οι νεότερες γενιές, να πάψουν να ζουν σαν το Σίσυφο. Δηλαδή σε μια Ελλάδα που θα βγαίνει από τη μία κρίση, για να μπαίνει σε μια άλλη. Η χώρα χρειάζεται ένα ασφαλές μονοπάτι για να οργανώσει το παρόν της και να σχεδιάσει το μέλλον της. Η σημερινή κυβέρνηση το μόνο που κάνει είναι να φράζει το δρόμο μας με νέα εμπόδια. Παρέλαβε μια οικονομία σε διαρκή άνοδο και την έφερε ξανά σε ύφεση. Της προέκυψε μια – ομολογουμένως – πρωτοφανής συνθήκη με την πανδημία και αποδείχτηκε ανίκανη και εγκλωβισμένη στην ιδεοληψία της. Η Ελλάδα το 2021, κλείνει το δεύτερο αιώνα της σύγχρονης ιστορίας της. Η αρχή του τρίτου αιώνα της, θα έρθει σε μια περίοδο τεκτονικών αλλαγών στην Ευρώπη και τον κόσμο. Χρειαζόμαστε ιδέες και σχέδια που είναι συμβατά με αυτή την εποχή, την εποχή της γνώσης και της δημιουργίας. Ένα όραμα προσανατολισμένο σε μια καλύτερη και πιο δίκαιη ζωή για όλους και κυρίως, για τους Έλληνες που γεννήθηκαν μετά το 2000. Αυτοί που τα σχέδια και οι ιδέες τους είναι ακόμα στην Ελλάδα του ’50, δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα στον τόπο.

Πηγή: Εφημερίδα «Νεολόγος»