Ήταν αυτός που πήρε το μπουζούκι από τους τεκέδες και τις λαϊκές γειτονιές ανά την Ελλάδα και το έβαλε στα μεγάλα σαλόνια και τα μέγαρα. Ήταν αυτός που ταξίδεψε το μπουζούκι μέχρι το προεδρικό μέγαρο των Ηνωμένων Πολιτειών, αναγκάζοντας τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον να υποκλιθεί στο μουσικό του μεγαλείο.
Ο Μανώλης Χιώτης γεννήθηκε σαν σήμερα και πέθανε ακριβώς 49 χρόνια μετά, την ίδια μέρα, σαν η ζωή να του επιφύλασσε το χειρότερο δώρο γενεθλίων. Ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού, υπήρξε ο επινοητής της τετράχορδης εκδοχής του οργάνου που χαρακτηρίζει πλέον την ελληνική μουσική.
Τη δεκαετία του 50 βάζει το μπουζούκι «στην πρίζα» φέρνοντας την επανάσταση στο ελληνικό πεντάγραμμο. Με αυτόν τον τρόπο, ο Χιώτης κερδίζει τη συμπάθεια και το θαυμασμό του Τζίμι Χέντριξ ο οποίος υποκλίνεται στο μεγαλείο του παγκοσμίως αγνώστου μέχρι τότε σολίστ, λέγοντας πως…
Έμεινε στη μνήμη όλων, ως ζευγάρι τόσο στη ζωή όσο και στο τραγούδι, με τη Μαίρη Λίντα που υπήρξε η δεύτερη σύζυγός του και καλλιτεχνικό του ταίρι για πολλά χρόνια. Μαζί της δημιούργησε ένα νέο ρεύμα για τα μουσικά δεδομένα της εποχής, καθώς έφερε στη χώρα μας τον λατινοαμερικάνικο ρυθμό «μάμπο» και τον προσάρμοσε με ιδιαίτερα επιτυχημένο τρόπο στο λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι.
Ο Χιώτης είχε δύσκολα παιδικά χρόνια λόγω της φτώχειας και των κακών συνθηκών ζωής. Βαθιά χαραγμένη στη μνήμη του είχε μείνει η δολοφονία του πατέρα του, Διαμαντή Χιώτη στην οποία υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας. Μέχρι και το θάνατό του δεν είχε να καταφέρει να ξεπεράσει το τραυματικό γι’αυτόν γεγονός.
Ο ήχος του υπήρξε ιδιαίτερα πρωτότυπος για την εποχή του, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την απήχηση που γνωρίζει στις μικρότερες ηλικίες. Σήμερα, αρκετές δεκαετίες μετά το θάνατό του, οι μουσικές του είναι πολύ διαδεδομένες χάρη σε διασκευές νέων καλλιτεχνών και συγκροτημάτων όπως οι Imam Baildi, οι Gadjo Dilo και πολλοί άλλοι που έχουν προσεγγίσει με λίγο διαφορετική ματιά το έργο του αναδεικνύοντας τη διαχρονικότητα που το διακρίνει.