Τον Τζιμάκο τον γνώρισα πρώτη φορά το 1989, στα παλιά ιστορικά γραφεία της Minos-Emi, στη Ριζούπολη. Ο αξέχαστος Μάνος Ξυδούς, στέλεχος τότε της εταιρίας μου είπεQ «Έλα να γνωρίσεις τον Τζίμη» και εγώ νέος ακόμη στον χώρο της δημοσιογραφίας αλλά ήδη fan του. Δεν έχασα την ευκαιρία. «Τώρα θα γελάσουμε πολύ», έλεγα από μέσα μου μπαίνοντας στο γραφείο του Μάνου, σκεπτόμενος τις ατάκες που θα έβγαιναν από το -ο Θεός να σε φυλάει- στόμα του.
Δυστυχώς για μένα, όταν ο Ξυδούς με σύστησε, ο Τζιμάκος με χαμηλό -για να μην πω ντροπαλό- βλέμμα περιορίστηκε σε ένα «Χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω». Ο διάλογος που ακολούθησε ήταν σύντομος. Οι δικές μου ατάκες; «Είσαι φοβερός στην σκηνή, διαλύεις τα πάντα!» και «είσαι γαμάτος!» έφεραν στα χείλη του Τζίμη μία και μοναδική φράση: «Σας ευχαριστώ πολύ».
«Τι διάολο;», σκέφτηκα. Ο τύπος που περνάει τους πάντες γενεές δεκατέσσερις μου μιλάει στον πληθυντικό; Τι έπαθε;
Δεν είχε πάθει τίποτε. Απλά, εκτός σκηνής ο Τζίμης Πανούσης είναι ένας βαθιά ευγενικός άνθρωπος, τόσο που νομίζεις ότι μπορεί και να σε δουλεύει όταν σου μιλάει στον πληθυντικό.
Τα ίδια με μένα και χειρότερα έπαθε ένας φίλος που τον συνάντησε στο πλοίο για την Πάρο, πριν από αρκετά χρόνια, όταν και πάλι ο Τζίμης χαμήλωσε το βλέμμα στα εγκωμιαστικά σχόλια, χρησιμοποιώντας πάλι τον πληθυντικό. Πέρα από αυτό όμως, η αλήθεια είναι ότι τον ακολουθούν αρκετοί αστικοί μύθοι, όπως αυτός με την φοβερή σκηνή που διαδραματίστηκε σε ένα αστικό λεωφορείο κάποιο χειμωνιάτικο πρωί, στα μέσα της δεκαετίας του ‘80.
Ο Τζιμάκος επιβιβάστηκε μαζί με τον Γιάννη Δρόλαπα και τον Βαγγέλη Βέκιο από τις «Μουσικές Ταξιαρχίες» και μάλλον ήταν ορεξάτος, προφανώς επειδή δεν ήταν μόνος του. Κάπως έτσι προχώρησε λίγα μέτρα στο διάδρομο και βλέποντας μια ηλικιωμένη να κάθεται της είπε χαμογελαστός: «Γιαγιά σήκω να κάτσω, είμαι κουρασμένος!».
Και να ήταν μόνο αυτό! Όταν κάποιος σε μια συνάθροιση τον ρώτησε πως πάει το συγκρότημα η απάντηση ήταν απόλυτα… Πανουσιακή: «Πώς να πάει μωρέ; Ευτυχώς έχω ένα κτηματάκι με ελιές στην Άμφισσα και τα ψιλοβολεύουμε».
Κάποιοι λένε ότι ο πληθυντικός ευγενείας του έμεινε από τα χρόνια που ήταν υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα, μέχρι την ημέρα που τα βρόντηξε.
Οι δημοσιογράφοι πάντως που τον περίμεναν στην Ευελπίδων, μετά την μήνυση του Γιώργου Νταλάρα -τότε που τον είχε εμφανίσει να τραγουδάει και από το στόμα του να βγαίνουν πεντοχίλιαρα- απόλαυσαν κάθε στιγμή της άφιξής του. Βλέποντας τα φώτα από τις κάμερες να ανάβουν, ο Τζιμάκος πήρε φόρα και άρχισε να λέει: «Ναι, είμαι ένοχος, εγώ την σκότωσα, εγώ!» κάνοντας άπαντες να κλαίνε από τα γέλια, μέχρι να περάσει την είσοδο του κτηρίου.
Φέτος, επέστρεψε δριμύτερος έστω και για δέκα μόνο παραστάσεις, κάνοντας πάντα αυτό που ξέρει πολύ καλά εδώ και χρόνια.
Να μας κάνει να κλαίμε από τα γέλια, μέχρι να κατέβει από την σκηνή και να γίνει ο ντροπαλός κ. Πανούσης, που σε ευχαριστεί στον πληθυντικό…