Oι εν δυνάμει  γκόμενοι κάποτε, επιχειρούσαν καμάκι κάνοντας «πλατείες» με μηχανές. Κάποτε (πιθανόν οι μεγαλύτεροι από μένα το θυμούνται) στο καφέ Blue Bell που βρισκόταν στην πλατεία του Παλιού Ψυχικού, τηλεφωνούσαν (ω ναι, τηλεφωνούσαν!) στην κοπελιά που έπινε πίνα κολάδα τέσσερα τραπέζια παραδίπλα. Πώς τηλεφωνούσαν; Δεν υπήρχαν κινητά τότε καρδιές μου. Απλώς, το -για εκείνη την εποχή- προοδευτικό καφενείο είχε τηλεφωνικές συσκευές πάνω στα τραπέζια. Με αυτό τον τρόπο εκείνος που καθότανε στο τραπέζι 16, τηλεφωνούσε σ ’ εκείνη που καθότανε στο τραπέζι 4… Και κάπως έτσι ξεκινούσε το νταραβέρι. Κάποτε οι γκόμενοι σφύριζαν στο δρόμο όταν έβλεπαν γυναίκες που τους άρεσαν. Το είδος αυτό, του άντρα που σφυρίζει δηλαδή, έχει εκλείψει από τις αρχές της δεκαετίας του ’90.

Το καμάκι στους καιρούς του μνημονίου  έχει εκλείψει σχεδόν από δρόμους, πλατείες, εκκλησίες, πάρτι, παραλίες, παιδικές χαρές, σούπερ μάρκετ… Κάποιοι μανάβηδες ας είναι καλά,  κρατάνε ακόμη την παράδοση στις λαϊκές αγορές, κάποιοι οδηγοί ταξί, άντε και κάποιοι ηλικιωμένοι, άντρες παλαιάς κοπής, σε κέντρα αποκατάστασης ανθρώπων τρίτης ηλικίας.

Τα πάντα όλα γύρω από το σεξ πια γίνονται στο διαδίκτυο Ποιοι ψάχνονται στο Face; Οι περισσότεροι. Πώς καταλαβαίνεις ποιος ή ποια «το πάει το γράμμα»; Εύκολα…

Ρουφιάνοι; Η  φωτογραφία και η «κατάσταση». Το “it’s complicated” έχει δύο αναγνώσεις. Η πρώτη αφορά εκείνους που παίζουν τυφλόμυγα και με την Δήμητρα και με τον Μήτσο , αλλά και σε όσους γουστάρουν ν’ αναδεικνύουν το μυστήριο, καθώς οι μοναχικές ψυχές γουστάρουν τ’ ανώμαλα θέματα.

Τα κυρίαρχα είδη αντρών-κυνηγών

1. Ο παντρεμένος που ψάχνεται:  Σου στέλνει στο inbox σου λουλούδια (για αρχή). Αν αρχίσει το «θυματάκι» να στέλνει φατσουλίνια ανοίγει ο δρόμος του να είναι και οι δύο on line… Φυσικά στην ερώτηση: «Μα δεν είσαι παντρεμένος;», εκείνος πληκτρολογεί: «Το φλερτ απαγορεύεται;». Εκείνη στέλνει φατσούλα ντροπής, για ν’ απαντήσει εκείνος: «Την γυναίκα μου την αγαπώ, αλλά θέλω να μιλάμε. Το βρίσκεις λάθος;» Εκείνη έχει εν τω μεταξύ μπει στις φωτογραφίες και του έχει «κόψει κοστούμι». Το επόμενο βήμα είναι εκείνος να της κατεβάσει από το ΥouΤube το «Έτσι ξαφνικά» του Αντώνη Ρέμου. Η άλλη έχει ήδη αρχίζει να σκιρτάει, νοιώθει ότι δίνει πνοή σ’ ένα πληγωμένο αρσενικό και τρώει την παραμύθα πίνοντας βότκα με λεμόνι. Μέχρι να φτάσει η τραγική στιγμή για εκείνη, που αφού πίστεψε, αφού κάθισε, αφού τηλεφώνησε στην κολλητή της και συμπόνεσαν μαζί έναν ακόμη παντρεμένο-κακοποιημένο αρσενικό που ζει με «σκύλα», αλλά και τι μπορεί να κάνει με δυο ανήλικα παιδιά (λέμε), μέχρι που ανακαλύπτει ξαφνικά ότι αφού την γλέντησε δυο-τρεις φορές , την έχει κάνει unfriend. Δράμα σου λέω!

2. Ο μη παντρεμένος (με γκόμενα ή χωρίς ): Θέλει φυσικά να πηδήξει, γιατί αμέσως μετά την μπάλα και τον πρωινό καφέ είναι η τρίτη του προτεραιότητα . Δεν στέλνει τίποτα πρωτότυπο γιατί είναι στρατευμένος σ ‘ ένα σκοπό. Μετά από μια αποστολή μηνύματος του τύπου «τι κάνεις τώρα» ή ένα ακόμη πιο νηστίσιμο τύπου « γειαααααα» επενδύει στο ότι αρκετές γελοίες έχουν καταλήξει ότι εκτιμούν  τα ειλικρινή αγόρια που ζητάνε αυτό που θέλουν ακαριαία. Αποτέλεσμα; Μετά από τρία-τέσσερα σχόλια και ένα μήνυμα καθορισμού τόπου για ποτό ή καφέ ή το τρως ή το πίνεις, γλυκό η πικρό. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα… Την επόμενη μέρα πάει κι εκείνη όπου πήγαν και οι άλλες. Έξω από τον «τοίχο» του τα δικά της like…

Συνήθως στην φωτογραφία δείχνει σκληρό αγόρι ενώ στα άλμπουμ τα ντοκουμέντα είναι λίγα… Τρεις τέσσερις φωτογραφίες δικές του, αγέλαστος στις περισσότερες, ενώ στην μια καβαλάει την μηχανή του ως ένδειξη πρόθεσης για κάθε θηλυκό.

3. Ο βλάκας (κάθε τύπου): Συνήθως αυτός είναι συνηθισμένος να κάνει παρέες με γυναίκες που νοιώθουν ότι καλός γκόμενος είναι εκείνος που πληρώνει αρκετά μεγάλο ΕΝΦΙΑ, δεν φέρνει στην Ζουμπουλία σε αντρικό, έχει «καλό αμάξι» και την αποκαλεί «μωράκι». Αν είναι γνώστης της αγγλικής γλώσσας στο inbox της γράφει «hi baby» ή ακόμη καλύτερα «hi moro». Εκείνη αισθάνεται ότι ο εν δυνάμει sex machine της ξέρει καλύτερα αγγλικά από τον Αλέξη Τσίπρα, του απαντάει «thelo na gino to moro sou baby».

4. Ο «ψαγμένος πουτσοτσεβαρικός»: Έχει γκουγκλάρει τ‘ αποφθέγματα του Νίτσε και του Καζαντζάκη, κάνει ένα copy και ένα paste και της στέλνει «Δεν σκοτώνει κανείς με την οργή αλλά με το γέλιο» Φ. Νίτσε… Sent. Εκείνη φαντασιώνεται ότι μπορεί στην αγκαλιά του να βλέπει Κώστα Μπογδάνο και απαντάει με το πρωτότυπο «Όταν κάτι το θέλεις πολύ το σύμπαν συνωμοτεί», Coellio. Η επόμενη φάση γίνεται ακατάλληλη για ανηλίκους καθώς συνεχίζουν την «κουβέντα» χωρίς αποφθέγματα πια χρησιμοποιώντας ήχους μέσω βιντεοκλήσης στο skype.

ΥΓ: Βέβαια, υπάρχει πάντα και το καλό τέλος του παραμυθιού «γνωριμίες μέσω φατσοβιβλίου». Που έφτασαν και οι δύο (για να κλείσω το θέμα όπως τα ρεπορτάζ life style) ν’ ανέβουν τα σκαλιά του δημαρχείου ή της εκκλησίας.