Σάββατο απόγευμα στην πλατεία Προσκόπων στο Παγκράτι, στο Αερόστατο. Εκεί δόθηκε το ραντεβού μας. Ο Γιάννης Τσορτέκης ήρθε στην ώρα του. Τι σημασία έχει αυτό θα σκεφτείτε. Οι περισσότεροι ηθοποιοί στήνουν τους δημοσιογράφους και, συνήθως, λένε κάτι σαχλές δικαιολογίες για την αργοπορία τους. Ο Τσορτέκης όμως δεν είναι οι περισσότεροι ηθοποιοί, δεν δηλώνει καν ηθοποιός και σίγουρα δεν θεωρεί ότι όλος ο κόσμος γυρίζει γύρω του.

Οι σερβιτόρες του δίνουν συγχαρητήρια. Δυο μεγαλύτερες σε ηλικία κυρίες που μόλις πλήρωσαν το λογαριασμό δεν του μιλούν, αλλά, τις κρυφακούω να ψιθυρίζουν ότι τους άρεσε στην τάδε παράσταση. Λίγο πριν τελειώσουμε τη συνέντευξη μας και εκείνος σπεύσει στον αριθμό 5 της Πεσμαζόγλου, μια κυρία τον πλησιάζει και του δίνει συγχαρητήρια, προσθέτοντας “σας ευχαριστούμε πολύ για τη συμβολή σας στον πολιτισμό”. Ο Γιάννης Τσορτέκης ντρέπεται. Και συγκινείται βαθιά. “Δεν βγαίνω συχνά” λέει και εννοεί στην πραγματικότητα ότι δεν είχε αντιληφθεί το γεγονός ότι ο κόσμος, όχι απλά τον αναγνωρίζει, τον θαυμάζει.

Ο Γιάννης Τσορτέκης είναι μια σπάνια περίπτωση ανθρώπου. Παίζει έναν άνθρωπο στο “Αυτή η Νύχτα Μένει”  που είναι ο κλασικός ανθρωπότυπος των σκυλάδικων, από τις καδένες μέχρι τα βλέμματα όλοι έχουμε συναντήσει τον Γιώργη ένα ξημέρωμα να σκίζει το πουκάμισό του διονυσιακά. “Δεν είναι του γούστου μου αυτά τα μαγαζιά. Μια φορά έχω βρεθεί στη ζωή μου, με πήγανε. Στη Θεσσαλονίκη ήταν και βρεθήκαμε σε ένα μαγαζί που τραγουδούσε ο Κώστας Καφάσης (αν έχετε ακούσει το Γέλα Κυρία Μου καταλαβαίνετε). Κάπου κοντά στον Σταθμό. Εκεί πρώτη φορά είδα τους τύπους με τις φουσκωμένες τσέπες από τα πεντοχίλιαρα. Άλλη κατηγορία ανθρώπων. Βέβαια, υπό ιδιαίτερες συνθήκες εξαφανίζεται κάθε ιδιότητα και ο άνθρωπος γίνεται η στιγμή. Αν τους έβλεπες έξω αυτούς τους τύπους, μπορεί να τους έλεγες ξοφλημένους. Εκεί μέσα όμως ήταν κάτι άλλο. Ανάλογες καταστάσεις έχω δει και στα πανηγύρια στο χωριό μου. Αν αντιληφθείς τις λεπτομέρειες του ρόλου σου, μετά πρέπει να τις διαπραγματευτείς. Να είσαι ενεργός. Η οδηγία δεν παίζεται. Πρέπει να έχεις ένστικτο να δημιουργήσεις την περσόνα”.Η υποκριτική ευφυΐα του Γιάννη Τσορτέκη δεν υπάγεται σε σκηνοθετικές οδηγίες. 

Μου λέει ότι η Νύχτα της Κατερίνας Φιλιώτου δεν κουβαλά τη σκληρότητά της νύχτας του Οικονομίδη και καταλήγουμε να μιλάμε για την υπόθεση της ταινίας “Μικρό Ψάρι” και τις τρομακτικές ομοιότητες της με την επικαιρότητα. “Μα είναι από τη ζωή βγαλμένα” τονίζει.

Ο Γιάννης Τσορτέκης είναι 32 χρόνια στο χώρο του θεάτρου, του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Δεν έκανε όμως τηλεόραση για πολλά χρόνια. Γιατί; “Τυχαίο ήταν”  λέει για να αποφύγει μάλλον την αλήθεια. Δεν βγαίνει νόημα και τον πιέζω. “Δεν μου λέγανε να δουλέψω κάπου. Δεν ήμουν επιλογή τους. Ο Χριστόφορος με πήρε τηλέφωνο, μου είπε τι κάνει και του είπα, φυσικά, ναι. Το ίδιο έγινε και με την Κατερίνα Φιλιώτου. Διαισθητικά καταλαβαίνω αν κάποιος είναι καλός άνθρωπος. Δεν θα μπορούσα να αρνηθώ”. Του λέω ότι πίστευα ότι απουσίαζε εσκεμμένα, επειδή σνόμπαρε την τηλεόραση. Γελάει. “Για ποιο λόγο να είμαι σνομπ; Απλά, η στάση ζωής μου δεν είναι να κάνω δημόσιες σχέσεις. Δεν θέλω να πρέπει να έρθω στο μπαράκι για να μου δώσεις ένα ρόλο. Αν με αναζητά κάποιος μπορεί να με βρει. Ή μπορεί να μην μπορεί. Για μένα μετράνε οι ανθρώπινες σχέσεις και η επιθυμία των ανθρώπων να συνεργαστούμε. Ένας εργάτης δηλώνω. Δεν θέλω να λέω ότι είμαι ηθοποιός”.

Μου μιλά για το δάσκαλο του, τον Άκη Δάβη. Μου λέει ότι έψαχνε κάτι να περνάει πολύτιμα τον χρόνο του και να μην τον χαραμίζει σε καφέδες. Και έπεσε πάνω σε ένα εργαστήρι που έκανε μαζί με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό και την Αμαλία Μουτούση. Τότε κάτι έγινε μέσα του.Κάτι μετακινήθηκε.Ποθούσε να είναι εκεί. Να γίνει μαθητής. “Να παράγομαι ως έργο. Δεν ήταν θέμα επιβίωσης για μένα να πατάω στο σανίδι. Ήταν θέμα διαβίωσης“.

Ο Γιάννης Τσορτέκης είναι πατέρας. Και η συμβουλή που δίνει στα παιδιά του είναι μια. Απελευθερωτική. “Το δικαίωμα στο λάθος. Υπήρχε μια περίοδος που έκανα διαρκώς το ίδιο σφάλμα. Με εμμονική επαναληπτικότητα. Κι αποφάσισα ότι πρέπει να απενοχοποιηθούμε απέναντι στο σφάλμα. Δεν υπάρχει αυτό το ακέραιο, είναι μια ηθική προσέγγιση που δεν την δέχομαι. Ο ψυχισμός μας είναι μια σφαίρα που εμπεριέχει τα πάντα. Είμαστε όλοι ένας ρόλος“.

Πώς προσέγγισε τον Χαράλαμπο, τον πιο μισητό τηλεοπτικό χαρακτήρα της χρονιάς; “Ήταν  μια ιδιαίτερη και δύσκολη περίοδος στη ζωή μου ο Χαράλαμπος. Ένα δύσοσμο κατασκεύασμα. Κλεινόμουν κάθε μέρα όλο και πιο πολύ πριν την σκηνή του ξυλοδαρμού. Τώρα το συνειδητοποιώ, απέφευγα να έχω επαφές με ανθρώπους. Σταδιακά άρχισα να κλείνομαι. Δεν γινόταν διαφορετικά”.

Αναφέρω ότι γίνεται μεγάλη συζήτηση αν αυτή η σειρά του Παπακαλιάτη καταλήξει στο Netflix (σσ. η πλατφόρμα πήρε τα παγκόσμια δικαιώματα για τη σειρά Maestro) κι ότι ο ίδιος ήδη είναι στην πιο διάσημη πλατφόρμα με την ταινία “Πράσινη Θάλασσα”. Πάλι γελάει σαν να μην τον νοιάζει. “Είμαι ερωτευμένος με τον κινηματογράφο. Αλλά, με αυτό που δεν βλέπει ο θεατής. Το πίσω από τις κάμερες. Πιο σημαντικό είναι το συνεργείο. Αυτή η ομάδα που δουλεύει με αγάπη και αλληλοεκτίμηση. Οι ηθοποιοί υπάρχουν για να τους κλέψει ο σκηνοθέτης αισθητικά μια στιγμή. Έχω την ανάγκη να σχετίζομαι με τον κόσμο που δημιούργησε αυτή τη στιγμή. Η ζωή μου είναι το πριν από εκείνη τη σκηνή“.

Έχει κάνει αρκετές ταινίες. Έχει πάρει και βραβείο ερμηνείας στο φεστιβάλ Filmapalooza στο Las Vegas των ΗΠΑ για την ερμηνεία του στην ταινία 11. Το 2009 απέσπασε το βραβείο Κάρολος Κουν για την ερμηνεία του στο έργο Μαύρη Γαλήνη του Δ. Μαρωνίδη. Δεν κρατάει αρχείο. Δεν έχει καν φωτογραφίες. “Τις έχω μέσα μου” λέει. Ο Γιάννης Τσορτέκης πραγματικά δούλεψε πολύ, με θυσίες. “Προηγήθηκε ένα δύσκολο φεγγάρι πριν φτάσουμε στο σήμερα. Δηλώνω ανεξάρτητος κι αυτόνομος. Με βρίσκουν τα πράγματα που πρέπει. Και δηλώνω τυχερός, για όλα όσα πέρασα“.

Όταν δεν του έδιναν δουλειά στο θέατρο, έκανε τις δικές του παραστάσεις. Με τα δικά του χρήματα. Έχει ιδρύσει την δικιά του εταιρία θεάτρου «Η Ρόζμαρυ στην Κορφή των Λόφων». Έχει κάνει παράσταση για τους Κούρδους πρόσφυγες. Λεγόταν “Προς Εγκατάστασιν…” το έργο και ήταν βασισμένο σε μια εικαστική εγκατάσταση του Βλάση Κανιάρη με τον τίτλο “Μετανάστες ή Φιλοξενούμενοι Εργάτες”. Και μπορεί η μαμά του να αναρωτιόταν τότε “αυτά που κάνεις, ποιος θα τα δει” αλλά το είχε ανάγκη. “Πρέπει να λειτουργείς ως αντίσταση σε ένα πράγμα ισοπεδωτικό. Κλαίγανε στην πρώτη σειρά οι Κούρδοι πρόσφυγες κι ας μην καταλαβαίνανε την γλώσσα. Ήξεραν όμως ότι αυτό που γίνεται στην σκηνή τους αφορούσε”.

Θεωρεί ότι τον καλούν συνεχώς να παίξει τον ίδιο ρόλο; “Έχει πολύ πλάκα αυτό. Μετά τις ταινίες του Οικονομίδη χτυπούσε το τηλέφωνο για ρόλους καρμπόν. Τους απαντούσα “φιλαράκι το έκανα αυτό ήδη”. Δεν έχει κανένα ενδιαφέρον να κάνεις το ίδιο. Είναι για γέλια”.

Στις κριτικές, ειδικά για το Maestro πώς αντιδρά; “Είναι υποκειμενικές ματιές. Αν δεν υπάρχει κάτι αντικειμενικό στην κριτική, τότε, μιλάμε για το βαθιά ανθρώπινο σύμπλεγμα του φθόνου. Ή όπως λέει ο λαός μας, όσα δεν φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια”. Του φωνάζουν ακόμα ατάκες στο δρόμο, από εκείνες που έλεγε στο Suntan και στον Οικονομίδη; “Ναι, μου λένε ακόμη το και γαμώ τα σόου” Δικαίως.

Info: ΑΝΤΙΓΟΝΗ του Ζαν Ανούιγ Σκηνοθεσία: Μαρία Πρωτόπαππα
Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν-Υπόγειο, Πεσμαζόγλου 5. Τηλ. 210.3228706- 210.3222760

Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη έως Σάββατο στις 20.30 Κυριακή στις 19.00