Πριν λίγες μέρες, ο Αλέξανδρος Εμμανουηλίδης κυκλοφόρησε τη νέα του δουλειά, το album «Κάτι σαν ήλιος». Ένας τίτλος που συνοψίζει αρεκτά πετυχημένα από το κάτι σαν ζωή που βιώνουμε έδώ και 1 χρόνο, στη διάρκεια του οποίου σχεδόν τα πάντα έχουν μπει σε μια παύση. «Είναι ένας ήλιος ανεπαρκής που φωτίζει το άδικο ή ένα φως δυνατό που βγαίνει από τα μάτια μας για να καταργήσει τις σκιές και τον χρόνο», λέει ο ίδιος. Μιλήσαμε για όλα αυτά, αλλά κυρίως για την εξωστρέφεια του νέας του δουλειάς και την πάντα παγνιώδη διάθεση που δεν πρέπει να χάνουμε ποτέ από την καθημερινότητά μας.
Από τα «38 τ.μ.» και τα «Προς το ζην» του 2016 στο «Κάτι σαν ήλιος», που είναι ο τίτλος της νέας σας δουλειάς, και τα «Δέντρα που με ξέρουνε», που είναι η πρώτη κυκλοφορία του δίσκου. Σαν να άνοιξε ο ορίζοντας με κάποιο τρόπο, είναι έτσι;
Ναι, έτσι φαίνεται! Το θετικό που προκύπτει από αυτή την παρατήρηση είναι ότι τελικά ο ορίζοντας αυτός βρίσκεται μέσα μας. Στο προηγούμενο άλμπουμ έζησα μια οικειοθελή καραντίνα και θέλησα να δω τον κόσμο μέσα από ένα μικρό σπίτι, μια γειτονιά. Τώρα είχα ανάγκη να δω τα πράγματα από μια απόσταση, να δω την μεγάλη εικόνα. Τα τραγούδια γράφτηκαν βέβαια πριν απ’ όλη αυτή την κατάσταση, αλλά περιείχαν τελικά όλα εκείνα τα συστατικά μου με βοήθησαν στον εγκλεισμό να διατηρήσω μια αισιοδοξία και ένα φως.
Επίσης, άνοιξε και το εύρος των συνεργασίων. Βλέπουμε πολλούς νέους συντελεστές στον καινούργιο δίσκο.
Είναι αλήθεια ότι συνεργάστηκα αυτή τη φορά με ανθρώπους που δεν είχα ξαναδουλέψει και αυτό ανανέωσε αρκετά τον ήχο μου. Μπήκαν όλοι στη διαδικασία με φοβερή όρεξη και με ωραία διάθεση. Οι βασικές ηχογραφήσεις έγιναν μέσα στην καραντίνα και είχαμε όλοι αυτή την εσωτερικευμένη ενέργεια που βγήκε και στο παίξιμο. Νομίζω πως αυτό είναι κάτι που θα ακούσετε και στα τραγούδια. Βέβαια υπάρχουν και οι σταθεροί συνεργάτες που είναι δίπλα μου πάνω από δέκα χρόνια όπως ο Θανάσης Αρχανιώτης στα τύμπανα και ο Γιάννης Ταβουλάρης στον ήχο και τη γενική επιμέλεια. Αυτό είναι επίσης κάτι που χρειάζομαι πολύ. Είναι μια ασφάλεια και μια αίσθηση ότι το πράγμα εξελίσσεται και κρατάει ένα νήμα από τα πρώτα μου live στην Αθήνα πριν από 15 χρόνια. Απ’ όλα αυτά λοιπόν, προέκυψε ένας δίσκος με ρυθμό, με ζωντανή διάθεση, με πλούσιες μελωδίες και θέλω να πιστεύω με αρκετό φως και αγάπη.
Μιλώντας για αγάπη, στο «Οι καινούργιες μέρες μου» υπάρχει ο στίχος «σε μια άκρη εσύ να γελάς υπέροχα, να κοιτάς τη ζωή πονηρά και αγέρωχα». Τελικά μπορεί να έχουμε πονηρευτεί για πολλά πράγματα μεγαλώνοντας, αλλά μήπως έχουμε απωλέσει την παιγνιώδη διάθεσή, την περιέργεια; Αυτό πρέπει να αναζητήσουμε;
Προσπάθησα να «φωτογραφήσω» το βλέμμα του ερωτευμένου ανθρώπου, να αποτυπώσω εκείνη ακριβώς τη στιγμή που έχουμε την αθώα πονηριά του πόθου και εκείνο το αγέρωχο που μας δίνει η σιγουριά της αγκαλιάς. Μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό νομίζω πως κανένας δεν μπορεί να χάσει την παιγνιώδη διάθεσή του. Τώρα, αν το πάμε γενικότερα, ναι, όσο ο άνθρωπος αποκτά γνώση και εμπειρία του κόσμου γύρω του, θα χάνει κάτι από τον αυθορμητισμό του και από την παιδικότητα του, μέχρι ίσως πάλι να βγει σε ένα ξέφωτο άγνωστο που θα ξεκινήσει πάλι το παιχνίδι από την αρχή. Η δεκαετία του 60 ίσως ήταν ένα τέτοιο ξέφωτο με νέες ιδέες, νέες τεχνολογίες, ήθη, μουσικές. Εκεί η ανθρωπότητα ας πούμε πέρασε μια ωραία εφηβεία. Εκείνος ο έφηβος, τώρα γερνάει. Ας περιμένουμε τον επόμενο κύκλο.
Η δική σας σχέση με τη φύση και το φυσικό περιβάλλον ποια είναι; Πώς λειτουργεί καλλιτεχνικά για εσάς;
Μέχρι μια ηλικία δεν είχα κάποια ιδιαίτερη σχέση με την φύση. Παρ’ όλο που γεννήθηκα και μεγάλωσα σε έναν επαρχιακό τόπο σαν τις Σέρρες, ήμουν ένα παιδί της πόλης. Δημιουργικά με ενδιέφερε το αστικό περιβάλλον και ο άνθρωπος μέσα σε αυτό. Αισθανόμουν συχνά μια ανάγκη διαφυγής στη φύση, αλλά μέχρι εκεί. Εδώ και κάποια χρόνια αυτό έχει αλλάξει. Η ανάγκη αυτή έχει μεγαλώσει. Η φύση με συγκινεί. Έχω εκτιμήσει αλλιώς το κτήμα των γονιών μου έξω από τις Σέρρες και έχω πλέον την ανάγκη να μένω εκεί κάποιες μέρες όποτε γυρνάω. Αυτό άρχισε να βγαίνει και στα τραγούδια μου πιο συνειδητά. Αυτός ο δίσκος νομίζω πως είναι ο πιο γήινος μέχρι τώρα. Με πολύ χώμα, με δέντρα, με πουλιά και με κάμπο. Παρ’ όλα αυτά το αστικό στοιχείο υπάρχει, αφού οι καθημερινές μου εικόνες είναι κυρίως αυτές.
Όταν βρίσκεστε στο κτήμα με τι σας αρέσει να ασχολείστε;
Συνήθως πάω για ξεκούραση και για να αισθανθώ πάλι την στοργή των δικών μου που δεν μπορώ να τους βλέπω όσο συχνά θέλω. Σαν μια σταγόνα παιδικότητας ας πούμε στην ενήλικη και απαιτητική ζωή. Παρ’ όλα αυτά ό,τι εργασία χρειαστεί, θα την κάνω. Από τσάπα, πότισμα και κούρεμα, μέχρι τάισμα στις κότες και τις γάτες.
Και τι σας προσφέρει αυτή η ενασχόληση;
Η ενασχόληση με τη γη, ακόμα και για τόσο λίγο, είναι κάτι μαγικό. Αισθάνεσαι ότι έρχεσαι σε επαφή με ένα παμπάλαιο κύτταρο και σκάβεις το ίδιο χώμα με τον ίδιο τρόπο. Αισθάνεσαι ότι συμμετέχεις πιο ενεργά στην αλυσίδα της ζωής, φυτεύοντας ένα σπόρο, ή ένα φυτό και βλέποντάς το να μεγαλώνει και να σου παρέχει τροφή. Εμείς οι «τουρίστες» της αγροτικής ζωής λοιπόν, τα σκεφτόμαστε κάπως φιλοσοφικά! Φαντάζομαι πως οι σκληρά εργαζόμενοι αγρότες την έχουν χάσει αυτή τη διάθεση προ πολλού.
Ναι, έιναι τρομερό ότι δεν έχουμε ιδέα ούτε μας ενδιαφέρει ποια είναι η διαδρομή της τροφής που βρίσκεται στο πιάτο μας, δηλαδή κάτι τόσο βασικού για την ύπαρξή μας. Πιστεύετε ότι ένα μεγάλο μέρος των νευρώσεών μας και της εν γένει προβληματικής επικοινωνίας ανάμεσα σε ενήλικους ανθρώπους οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν αποκοπεί οι δεσμοί μας από το φυσικό περιβάλλον σε κάθε επίπεδο;
Σ’ αυτό μόνο ως παρατηρητής θα μπορούσα να πω μια γνώμη. Πολλά πράγματα νομίζω πως συντελούν σε αυτές τις νευρώσεις που λέτε, αλλά ναι, ο σύγχρονος τρόπος ζωής στα αστικά κέντρα μας έχει επιβάλλει τόσο έντονους ρυθμούς που έχουμε απομακρυνθεί πολύ, ουσιαστικά από την ίδια μας την φύση. Πόσο μάλλον από το φυσικό περιβάλλον. Ο ελεύθερος χρόνος θεωρείται πολυτέλεια, οι κοινωνικές συναναστροφές γίνονται συχνά με έναν αυτοματοποιημένο τρόπο και το κυνήγι της επιτυχίας ή της επιβίωσης γίνεται αυτοσκοπός. Μια στροφή προς τη φύση από μόνη της δεν ξέρω πόσο ριζικά θα άλλαζε αυτήν την εικόνα. Θα πρέπει να ξαναδούμε από την αρχή τη σχέση του ανθρώπου με την εργασία, με την κοινωνία με την οικονομία και με τα μέσα παραγωγής. Ο άνθρωπος έπεσε με τα μούτρα σε αυτή τη νέα πραγματικότητα των τελευταίων 60 -70 χρόνων και τώρα φαίνονται ξεκάθαρα κάποια σημάδια κούρασης από όλο αυτό. Πολλοί αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι κάποια πράγματα πρέπει να αλλάξουν και βλέπουμε ανθρώπους να αφήνουν δουλειές σε εταιρίες και να στρέφονται προς τη γη, βλέπουμε ανθρώπους να αλλάζουν διατροφικές συνήθειες, ή να καταναλώνουν πιο προσεχτικά την τροφή τους. Βλέπουμε μεγάλα εστιατόρια να δημιουργούν τάσεις προς τη λιγότερη σπατάλη φαγητού ή τη χρήση πρώτων υλών που έρχονται μόνο από μια ακτίνα 100 χιλιομέτρων. Αυτά είναι κάποια θετικά βήματα που δείχνουν ότι η κοινωνία θέλει να πάει προς ένα νέο μοντέλο διαβίωσης.
Κατά τη δημιουργία ενός δίσκου προτιμάτε να αποκόπτεστε από τον έξω κόσμο και να αφοσιώνεστε στο υλικό σας ή είναι απαραίτητο οι κεραίες να μένουν πάντα ανοικτές;
Ένας δίσκος για μένα είναι μια διαδικασία που κρατάει χρόνια. Δεν κάθομαι μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή να πω ότι τώρα γράφω το νέο μου άλμπουμ. Είναι τραγούδια που μπορεί να φτάνουν πίσω μέχρι και 5 – 6 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι περνάει από πολλές φάσεις. Μπορεί κάποια διαστήματα να είμαι κλεισμένος μέσα στο σπίτι και μετά από κάποιες μέρες να προκύψει μια ιδέα ή ένα τραγούδι. Άλλα πάλι διαστήματα, να έχω μια έντονη κοινωνική δραστηριότητα και να γεμίζω εικόνες και αφορμές. Κάποια στιγμή μαζεύεται ένα υλικό που με ικανοποιεί και ξανακλείνομαι ώστε να το δουλέψω και να το ετοιμάσω για το στούντιο. Αυτός περίπου είναι ο κύκλος και κάθε του στάδιο είναι εξίσου σημαντικό.
Μεσολάβησαν 4 χρόνια ανάμεσα στις δύο τελευταίες δουλειές σας. Τι αποτύπωμα άφησε πάνω σας αυτό το χρονικό διάστημα;
Νομίζω πως όσο περνούν τα χρόνια, αγαπάω όλο και περισσότερο τον άνθρωπο, συνεπώς και τον εαυτό μου και τους γύρω μου. Αρχίζουν και λειαίνονται οι γωνίες και οι αιχμές και μπαίνω πιο εύκολα στην θέση του άλλου. Ακούω περισσότερο και έχω λιγότερο άγχος να ακουστώ ή να επιβάλλω την άποψή μου. Παρ’ όλο που βλέπω πιο καθαρά τις αδυναμίες τις δικές μου και των άλλων, τις ανέχομαι πολύ πιο εύκολα και πολλές απ’ αυτές καταφέρνω και τις αποδέχομαι κιόλας. Δημιουργικά όλο αυτό σίγουρα καταγράφεται. Μάλλον μπορώ να μπω πιο βαθιά στον ψυχισμό μου και μπορώ να ασκώ την όποια κριτική με έναν πιο ουσιώδη και λιγότερο επιθετικό ίσως τρόπο. Επίσης, γίνεται πιο συνειδητό πλέον το που θέλει να φτάσει κάθε τραγούδι, ποιο θα είναι το κέντρο του και πώς θα ντυθεί μουσικά και ενορχηστρωτικά.
«Εκεί που ζει ο άνθρωπος κι εκεί που ζει ο χρόνος» γράφετε στα «Δέντρα που με ξέρουνε». Πώς θα περιγράφατε το χρόνο που ζείτε τώρα;
Είναι μια πάλη να κρατηθεί ζωντανή η ελπίδα και η δημιουργικότητα. Είμαστε ένας κλάδος σε πλήρη αεργία εδώ και έναν χρόνο και χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια να μην χάσουμε την ενέργεια μας και την επαφή μας με το αντικείμενο. Ο νέος δίσκος ήταν όντως «Κάτι σαν ήλιος» για μένα, αφού με κράτησε ενεργό και απασχολημένο για όλο σχεδόν αυτό το διάστημα του εγκλεισμού. Κατά τα άλλα, εγώ προσωπικά περνούσα έτσι κι αλλιώς αρκετό χρόνο στο σπίτι, με την κιθάρα μου, τα γραψίματα μου, τη μουσική, την μαγειρική, το διάβασμα, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι δεν υποφέρω που δεν βλέπω φίλους και συγγενείς και που δεν μπορούμε όλοι να μαζευτούμε γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι.
Είναι μάλλον περιττό να σας ρωτήσω αν σας λείπουν τα Live, θα ήθελα όμως να σας ρωτήσω πώς ονειρεύεστε το πρώτο σας live όταν οι συνθήκες του επιτρέψουν;
Μπήκα στην καραντίνα σε ένα σημείο που τα προσωπικά μου live με είχαν λίγο κουράσει. Όλο αυτό το άγχος της οργάνωσης, των διαπραγματεύσεων με τους χώρους, της πρόβας, του υλικού, του άγχους των εισιτηρίων, με είχαν λίγο απομακρύνει από την ουσία του πράγματος και τη χαρά του παιξίματος. Αν δεν έχεις ανθρώπους να σε βοηθάνε και όλα τα παραπάνω περνάνε αποκλειστικά από τα χέρια σου, είναι λογικό να περάσεις και τέτοια διαστήματα. Τώρα, μετά από ένα χρόνο μακριά απ’ όλο αυτό, μου έχει γεννηθεί ξανά η ανάγκη του ζωντανού και της επικοινωνίας. Θέλω να παίξω το νέο υλικό, να το χαρώ και να δω την ανταπόκριση των ανθρώπων. Επιπλέον, έχω τώρα δίπλα μου και την νέα μου εταιρία, την Formiggart, με την οποία έχουμε μια εξαιρετική συνεργασία και ένα πραγματικά φιλικό περιβάλλον που μου επιτρέπει να οραματίζομαι ξανά.
Μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή πιστεύετε ότι θα έχετε αντέξει, δεδομένου ότι η κρατική μέριμνα για τους καλλιτέχνες είναι επί της ουσίας ανύπαρκτη;
Η κρατική μέριμνα ήταν ανύπαρκτη σίγουρα τους πρώτους 5-6 μήνες. Αισθάνθηκα πραγματικά απροστάτευτος αλλά και ανεπιθύμητος. Το ότι χρειάστηκε πραγματικός αγώνας για τα αυτονόητα ήταν νομίζω μεγάλο πλήγμα για τον κλάδο. Είχαμε να δουλέψουμε οι περισσότεροι από τον περασμένο Φεβρουάριο και πήραμε ένα επίδομα 800 ευρώ τον Ιούλιο, μετά από πολύ αγώνα. Συν το ότι το καλοκαίρι με τις προϋποθέσεις που έγινε το άνοιγμα, δούλεψε πραγματικά ένα 20% των καλλιτεχνών κι αυτοί με μειωμένα έσοδα και δεν υπήρξε η παραμικρή μέριμνα. Το ίδιο μάλλον θα γίνει και φέτος το καλοκαίρι. Αυτή τη στιγμή και από τον Σεπτέμβρη, η πλειοψηφία παίρνει κανονικά το επίδομα, με το οποίο, αυτός που δεν έχει υποχρεώσεις, ενοίκια, δάνεια, οικογένεια, τα καταφέρνει!
Εσείς πού στραφήκατε για να βρείτε τα απαραίτητα ψυχολογικά αντίβαρα ώστε να αντέξετε την καραντίνα; Η δημιουργία του νέου δίσκου ήταν μια δημιουργική διαφυγή από τη ζοφερή πραγματικότητα;
Όπως είπα και πριν, σίγουρα ο δίσκος αποτέλεσε το μεγάλο στήριγμα και τη μεγάλη διαφυγή. Οι ώρες στο στούντιο με τους συνεργάτες, η δουλεία στο σπίτι για την προετοιμασία, η αγωνία της έκδοσης, ήταν αυτά που με κράτησαν. Μαζί βέβαια με τους δικούς μου ανθρώπους που είχα δίπλα μου, με τις μεγάλες βόλτες, με τις ταινίες και τις σειρές, με τα βιβλία και με την μαγειρική.
Πολύ ενδιαφέρον… θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας κάτι που διαβάσετε/είδατε/ακούσατε τελευταία και σας συγκίνησε;
Διάβασα τον Δον Κιχώτη που δεν είχα αξιωθεί ποτέ να διαβάσω, είδα την «Δίκη των 7 του Σικάγο» και άκουσα ένα πανέμορφο τραγούδι της Sophie lies με τίτλο «Μεγάλα παιδιά».
Photo credits: Μαρίζα Καψαμπέλη