Ο Λεωνίδας Κύρκος, γεννήθηκε το 1924 στην Κρήτη. Το 1932, η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ο ίδιος επισκέφτηκε το Πειραματικό Σχολείο Αθηνών. Το 1942 εισήχθη και φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς ποτέ να ολοκληρώσει τις σπουδές του, εξαιτίας των επανειλημμένων πολιτικών διώξεων. Έλαβε μέρος στα Δεκεμβριανά στις μάχες στην περιοχή Εξαρχείων-Νεάπολης.
Η πρώτη πολιτκή πράξη, έρχεται στα 17 όταν ήταν ακόμη στην πέμπτη γυμνασίου, με την άρνηση του να μπει στην ΕΟΝ, λέγοντας στον γυμνασιάρχη του ότι δεν μπορούσε να μπεις στην ΕΟΝ με πατέρα εξόριστο.
Κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου φυλακίστηκε κατ’ επανάληψη, ενώ το 1949 καταδικάστηκε μαζί με άλλα στελέχη της Αριστεράς σε θάνατο. Μεταξύ των καταδικασθέντων ήταν και ο Μανώλης Γλέζος. Η απόφαση του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αθηνών δεν εκτελέστηκε λόγω της διεθνούς κατακραυγής. Η θανατική ποινή μετατράπηκε σε ποινή δεκαετούς καθείρξεως. Τελικά, ο Κύρκος αποφυλακίστηκε το 1953 με απονομή χάριτος. Εργάστηκε για πολλά χρόνια στην πολιτική αριστερή εφημερίδα “Η Αυγή”, αρχικά ως ρεπόρτερ, ενώ αργότερα διατέλεσε διευθυντής και εκδότης της.
Ο Κύρκος, μπήκε στην πολιτική και εξελέγη μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου το 1961, το 1963 και το 1964 με την Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ), που ίδρυσε ο πατέρας του Μιχάλης Κύρκος μαζί με τον Ιωάννη Πασαλίδη και άλλες προσωπικότητες από τον χώρο της Αριστεράς. Κατά την διάσπαση του ΚΚΕ το 1968, ο Κύρκος πήρε το μέρος των λεγόμενων ανανεωτικών δυνάμεων και συνέβαλε στην δημιουργία και καθιέρωση του ευρωκομμουνιστικού ΚΚΕ Εσωτερικού.
Στις 21 Απριλίου 1967, συνελήφθη και παρέμεινε στη φυλακή για 5 χρόνια. Οι μαύρες σκέψεις της φυλακής, γύριζαν γύρω απ’ τη γυναίκα και τα παιδιά του, αγωνιούσε για το πως θα τα βγάλουν πέρα.
Ο Λεωνίδας Κύρκος, εξελέγη ευρωβουλευτής με το ΚΚΕ Εσωτερικού το 1981 και το 1984. Το 1985 παραχώρησε την έδρα του στο Ευρωκοινοβούλιο στον Κώστα Φιλίνη, προκειμένου να ηγηθεί του ΚΚΕ Εσωτερικού στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, όπου και κατέλαβε την μοναδική έδρα που κέρδισε το κόμμα.
Ο Κύρκος ήταν πρόεδρος και γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Εσωτερικού μέχρι το 1987, οπότε επήλθε η διάσπασή του. Πριν τις εκλογές του Ιουνίου 1989 ίδρυσε μαζί με τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Χαρίλαο Φλωράκη τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, του οποίου υπήρξε γραμματέας μέχρι τον Μάρτιο του 1991. Από το 1989 μέχρι το 1993 διατέλεσε βουλευτής με τον Συνασπισμό και στις τρεις κοινοβουλευτικές περιόδους που μεσολάβησαν, εκλεγόμενος πέρα από τις εκλογές του Ιουνίου 1989 και σε αυτές του Νοεμβρίου 1989 και Απριλίου 1990. Το 2010, με επιστολή του δήλωσε στήριξη στο νέο κόμμα Δημοκρατική Αριστερά.
Ο Λεωνίδας Κύρκος, έγινε αποδεκτός από όλους τους πολιτικούς χώρους μιας και όπως ο ίδιος πίστευε η πορεία του ήταν καρπός συλλογικής επεξεργασίας. Τα λόγια του ξεσήκωσαν και ενέπνευσαν χιλιάδες ανθρώπους. Παρατηρώντας τις εκδηλώσεις του κόσμου, πίστευε πως υπάρχει ένας παιδαγωγικός ρόλος της πολιτικής ηγεσίας, ενώ κατανοούσε την αποστροφή των νέων προς τα κόμματα.
“Βρε παιδιά, φυσικό είναι να σας βαραίνουν όλα τα αρνητικά που υπήρξαν, φανερώθηκαν και συζητιούνται. Μη χάνετε όμως την αισιοδοξία, τη δύναμη να τα κατανοήσετε και να τα υπερβείτε. Έχετε κριτική δύναμη, έφεση να δημιουργήσετε, είστε καλά καταρτισμένοι. Ριχτείτε στον αγώνα, γίνετε καλύτεροι και τα υπόλοιπα θα τα βρείτε”.
Ο μεγάλος πολιτικός και ακόμη μεγαλύερος ανθρωπιστής, φοβόταν τον καιρό που χάνουμε. “Αυτό που μπορεί να γίνει σήμερα, δεν μπορεί να γίνει αύριο. Διότι στο μεταξύ διαμορφώνονται πραγματικές καταστάσεις. Εχουμε φτάσει σε ένα σημείο, όπου από τη μία πλευρά υπάρχει προκλητική συσσώρευση πλούτου και από την άλλη αυγαταίνει η ανεργία, η ακρίβεια και τα καθημερινά προβλήματα των ανθρώπων”.
Ο Λεωνίδας Κύρκος, είχε πίστη στο αύριο. Πίστευς απόλυτα πως η αλληλεγγύη και η φροντίδα του ενός για τον άλλον, μας έχει σώσει μέχρι τώρα και θα μας σώσει και στο μέλλον.
Μεγάλη του αγάπη η κλασική μουσική και η φυσαρμόνικα. Στις μεγάλες συγκεντρώσεις του ΚΚΕ εσωτερικού, είχε καθιερώσει ως ύμνο την “Ωδή στη χαρά” από την Ενάτη του Μπετόβεν, παρά τις αντιδράσεις κατάφερε να τους πείσει με μια ιστορία. “Ήμουν κρατούμενος στις φυλακές Χαλκίδας και επέτρεψαν στη γυναίκα μου να φέρει ένα πικάπ. Εφερνε και δίσκους και ρωτούσε ο διευθυντής: Ποιος το έγραψε αυτό; Ο Μπετόβεν, απαντούσε η γυναίκα μου. Να περάσει. Αυτό; Ο Τσαϊκόφσκι. Ρώσικο όνομα. Απαγορεύεται, έλεγε ο διευθυντής. Από τότε η “Ωδή στη χαρά” με συνόδευε. Οταν ήμουν στην απομόνωση έβαζα το κεφάλι στο παράθυρο της πόρτας και τη σφύριζα. Μάθαιναν έτσι οι συγκρατούμενοί μου ότι ήμουν καλά. Θυμάμαι στη Χαλκίδα, είχα συγκάτοικο ένα πολύ γενναίο παλικάρι, τον Αργύρη Μάρα. Εδειξε απίστευτη αντοχή στα βασανιστήρια. Οταν τον πιάσανε του έσπασαν το χέρι και όταν άρχισε να φτιάχνει το χέρι του, το ξαναέσπασαν στο ίδιο σημείο και πάλι άντεξε. Λέξη δεν έβγαλε”.
Οι άνθρωποι όσο μεγαλώνουν σκληραίνουν, παρεξηγούν πιό εύκολα, γίνονται καχύποπτοι, απομακρύνονται απ’ τον παλμό της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο φυσικά δεν θα μπορούσε να συμβεί σε έναν άνθρωπο που δεν υπήρξε ποτέ ξερόλας.
“Οσο γερνάω, γίνομαι περισσότερο ευσυγκίνητος. Μπορεί το κλάμα ενός παιδιού να με συγκλονίσει. Ενα λουλούδι. Ενα ποίημα. Για παράδειγμα, τώρα δεν μπορώ να συνοδεύσω ένα σύντροφό μου στον τάφο. Δεν μπορώ να βγάλω επιτάφιο λόγο. Δεν μπορώ να μιλήσω. Με πνίγει η συγκίνηση και αυτό με κάνει να ντρέπομαι”.
Ο Λεωνίδας Κύρκος, πέθανε το καλοκαίρι του 2011, έχοντας περάσει όλη του τη ζωή στα Εξάρχεια. Το μόνο που ήθελε ήταν να πεθάνει με αξιοπρέπεια “Να δω γύρω μου να ανθούν τα παιδιά μου”.
Αν θες να θυμάσαι κάτι από τον πολιτικό που δεν φοβήθηκε να παραδεχτεί να λάθη του, να κάνει πίσω, να δώσει χώρο στη νεά γενιά, κράτα τα παρακάτω λόγια. Άνοιξε ένα μέρος στην καρδιά σου και φύλαξε τα εκεί, μιας και φεύγοντας πήρα όλη την ευγένεια, τον πολιτισμό, την αγνή πίστη στις ιδέες.