Δεν ξέρω αν σου έχει συμβεί ποτέ να αισθάνεσαι πως ένας άνθρωπος που έχει φύγει από την ζωή, είναι ακόμη ζωντανός. Παρότι είχες λυπηθεί, για το γεγονός του θανάτου του, όποτε τον “συναντάς” ξανά μέσα από τους ρόλους του, σε σινεμά και τηλεόραση, νιώθεις πως δεν έφυγε ποτέ. Αυτό παθαίνω με τον Μηνά Χατζησάββα, έναν από τους πιο σπουδαίους ηθοποιούς που είδαμε στην χώρα μας σε σινεμά, θέατρο κι ελληνική τηλεόραση. Δεν θα στο παίξω σινεφίλ και θεατρόφιλος, για να σου γράψω πως τον έμαθα από την τάδε ή την δείνα παράσταση, ούτε από την συγκλονιστική του ερμηνεία στον “Ιωάννη τον Βίαιο” της Τώνιας Μαρκετάκη.
Τον έμαθα κάποια βράδια που έπρεπε να κοιμάμαι, γιατί την επόμενη είχα σχολείο στον “Κόκκινο Κύκλο“ κι έπειτα στην “10η Εντολή” του Πάνου Κοκκινόπουλου. Θυμάμαι ακόμη, να υποδύεται ανατριχιαστικά έναν καθηγητή θεάτρου, που βιώνει μια άρρωστη ερωτική σχέση με μια μαθήτρια του, την οποία έπαιζε η Ιωάννα Παππά. Συνέχεια έπεφτα μπροστά του, για κάποιο λόγο. Πότε σε τηλεοπτικές επαναλήψεις, τον έβλεπα να φωνάζει: “ήσουν Απών Σήφη“, πότε γινόταν Αστυνόμος Χαρίτος στο “Νυχτερινό Δελτίο”, πότε τα έμπλεκε με την “Αναστασία” κι εμείς στο σπίτι περιμέναμε με κομμένη την ανάσα, με ποιον θα πάει τελικά η Μυρτώ Αλικάκη.
Πέρασε λίγος καιρός κι άρχισα να καταναλώνω δίχως αύριο ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Κάπως έτσι, ήρθα μούρη με μούρη με τον “Βασιλιά” του Νίκου Γραμματικού, που πάντοτε στις λίστες μου με τις καλύτερες ελληνικές ταινίες σκαρφαλώνει με άνεση στην πρώτη πεντάδα. Μάντεψε ποιος έπαιζε στο πλάι του Βαγγέλη Μουρίκη; Σωστά! Όμως, η κινηματογραφική πορεία του Μηνά Χατζησάββα, είχε μπόλικες εξαιρετικές επιλογές. Με το μαχαίρι στο λαιμό που λένε κάτι αρθρογράφοι fans της κλισεδιάς, θα επέλεγα τους “Απόντες”, σε άλλη μια συνάντησή του με τον Γραμματικό, τον εξαιρετικό “Άδικο Κόσμο” του Φίλιππου Τσίτου, στο πλευρό του Αντώνη Καφετζόπουλου, το “Miss Violence” του Αλέξανδρου Αβρανά και τον “Όμηρο” του Κωνσταντίνου Γιάνναρη.
Σαν να είχε το κοκαλάκι της νυχτερίδας, κάθε του ταινία ήταν πετυχημένη. Παρακολουθώντας την καριέρα του από την ασφαλή απόσταση του θεατή, διέκρινες δύο πράγματα. Το πρώτο ήταν, το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του, μπροστά στο οποίο δεν υπάρχει κριτικός που να μην έχει πιαστεί από τις υποκλίσεις. Το δεύτερο ήταν το μοναδικό κριτήριο επιλογής, συμμετοχής του σε κινηματογραφικά, τηλεοπτικά και θεατρικά έργα. Έτσι λοιπόν φτάσαμε να λέμε, πως για να παίζει ο Χατζησάββας καλό είναι κι αξίζει να το δεις.
Ψάχνοντας κομμάτια της ζωής του, έβλεπες πως η καψούρα του ήταν το θέατρο. Αποφοίτησε από το Εθνικό Θέατρο κι ήταν στους ιδρυτές του Ελεύθερου Θεάτρου, μιας από τις πιο σημαντικές θεατρικές ελληνικές κολεκτίβες, μαζί με πολύ σημαντικούς ηθοποιούς όπως ο Κώστας Αρζόγλου, η Υβόννη Μαλτέζου και ο Γιώργος Κοτανίδης που δυστυχώς έφυγε από τη ζωή σήμερα. Μέτρησε εκατοντάδες ρόλους στο θέατρο, δίνοντας σάρκα και οστά σε χαρακτήρες που άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι τους, σε αυτό που καλούμε δραματουργία. Δανειζόμενος ακόμη μια κλισεδιά, θα γράψω ότι στον ορισμό του ανήσυχου πνεύματος, θα έπρεπε να υπάρχει σίγουρα μια αναφορά του, μιας και πέρα από τους ρόλους του, είχε κι ένα μαράζι με τη συγγραφή. Κάπως έτσι, εξέδωσε τρεις συλλογές διηγημάτων με το ψευδώνυμο Πρόδρομος Σαββίδης και πήρε κι ένα βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την ταινία με τον υπέροχο τίτλο “Η Ζωή Ενάμιση Χιλιάρικο“. Έμεινε πιστός στα ιδανικά του και δεν έκανε κωλόπανο την ιδεολογία του, κάνοντας εκπτώσεις στην καλλιτεχνική κληρονομιά που τον συνόδευε. Παρέμεινε συνεπής με τις αξίες του κι ένωνε τη φωνή του σε όσους την είχαν ανάγκη. Υπήρξε σύντροφος ζωής με τον Κώστα Φαλελάκη, για πάνω από 20 χρόνια και μέχρι τέλους προσδοκούσε και μαχόταν για την ψήφιση του Συμφώνου Συμβίωσης. Εκείνο, κατατέθηκε δυστυχώς τη μέρα που έπαθε το πρώτο εγκεφαλίκο, πριν καταλήξει κάποιες μέρες αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου του 2015.
Η πολιτική του κηδεία, τελέστηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών και αντί ταφής ακολούθησε αποτέφρωση. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος που μας άφησε παρακαταθήκη καντάρια υποκριτικού ταλέντου, τη ζεστή φωνή του κι εκείνη την οικειότητα του δικού σου ανθρώπου, που τον ξέρεις κι ας μην του έχεις μιλήσει ποτέ, που τον αισθάνεσαι φίλο/ πατέρα/θείο/ κι αδερφό κι ας μην έχουν συναντηθεί ποτέ τα βλέμματα σας από κοντά. Φταίει μάλλον που οι ψυχές σας, ήταν συντονισμένες στις ίδιες συχνότητες.