Αρχικά, ας κρατήσουμε ως βάση μας το (κλισέ) ρητό του λαού που λέει ότι “Το χιούμορ είναι υποκειμενικό“. Το ‘χουμε; Άλλοι μπορεί να γελάνε με ανέκδοτα για πόντιους ή ξανθιές, παρόλο που η πλειοψηφία έχει σταματήσει να τα θεωρεί αστεία απ’ την εποχή που ο Τζόλε είχε μαλλιά κι έπαιζε στον Πανηλειακό. Όμως ναι διάολε, στα 90s ίσως και να ‘χαν λίγη πλάκα. Πώς να το κάνουμε δηλαδή; Για την εποχή τους είχαν μια “τζούρα” από χιούμορ. Ενώ από την άλλη για παράδειγμα, κάποιοι άλλοι μπορεί να “ξεραίνονται” με τ’ αστεία για το Μετρό της Θεσσαλονίκης, παρόλο που και σ’ αυτήν την περίπτωση η πλειοψηφία τα ‘χει διαβάσει όλα και πλέον δεν τις προκαλούν καμία εντύπωση. Αλλά ακόμα και αυτά, όταν κυκλοφόρησαν, οφείλεις να παραδεχθείς ότι είχαν μια στάλα γέλιου. Βλέπεις, έτσι πάει η φάση με το “χιούμορ”. Αν γελούσαμε όλοι με τα ίδια, τότε ουσιαστικά δεν θα ‘χε πλάκα τίποτα. Εκτός απ’ τα δόντια μου. Σόρι. Σόρι. Σόρι.
Στο θέμα μας τώρα. Προσωπικά, το χιούμορ ή την “ιδέα” καλύτερα, που ακούει στ’ όνομα του “Τόνι Σφήνος” την θεωρώ και υποκειμενικά αλλά και αντικειμενικά άφαντη. Όχι ξεπερασμένη. Ξεπερασμένη θα ‘ταν αν όντως υπήρξε στο παρελθόν. Αλλά δυστυχώς εκείνη δεν εμφανίστηκε ποτέ. Και για να σου ‘μαι ειλικρινής, την αναζητώ εδώ και καιρό, αλλά τζίφος…
Γνώμη μου πάντα. Έτσι;
Να ξεκαθαρίσουμε ότι κάποιες φορές η νοσταλγία δεν χρειάζεται, αλλά ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ. Ωστόσο, αυτό δεν το λες και τόσο νοσταλγία… Μιλάμε, ουσιαστικά, για την όλη φάση “κλέβω” λίγο απ’ το στυλιστικό των 60s, ψυρρίζω (χωρίς καν να μπω στον κόπο να διασκευάσω) βάιραλ μουσικές των 70s και των 80s, και στο τέλος κολλάω (χωρίς λόγο) μια “επαρχιώτικη” προφορά. Ενώ ταυτόχρονα πετάω random λέξεις, όπως “τσικάκι” και “σελώσου” για να ψαρώσουν κάμποσοι χίπστερ που νομίζουν ότι επαρχία είναι η Νέα Μάκρη και το Ζούμπερι. Όσοι έχουν ακούσει αληθινή “επαρχιώτικη” προφορά, θεωρώ πως πιο πολύ τσιτώνουν, παρά γελάνε με την ανέλπιδη προσπάθεια μίμησής τους.
Όπως είπαμε και στην προηγούμενη παράγραφο, η νοσταλγία, όπως σε όλα τα πράγματα, έτσι και στη μουσική, είναι αναγκαία στον άνθρωπο. Μας κάνει καλό στη ψυχούλα μας ρε παιδί μου, πώς να στο πω; Έλα όμως που για να πετύχει πρέπει να γίνεται με στυλ, φινέτσα και κυρίως μ’ αξιοπρέπεια! Για παράδειγμα, αν θες να ακούσεις πιο ολντ σκουλ κομμάτια, σε εκτελέσεις του “σήμερα”, έχεις τη δυνατότητα να τ’ ακούσεις σε αξιοπρεπή εκτέλεση, αφού εκεί έξω παίζουν τόσες τίμιες διασκευές από ελληνικά συγκροτήματα που ‘χουν πράγματα (και φωνή) να δώσουν, αλλά και ταυτόχρονα να σε διασκεδάσουν. Εσύ ωστόσο, θα μου πεις γιατί επιλέγεις να ρίξεις τα φώτα σου, σ’ έναν χαρακτήρα που φοράει περουκίνι, έχει ξεχάσει λίγες τρίχες πάνω από τα χείλη του για μουστάκι (ένας τύπος μόνο κάνει χιούμορ με μουστάκι και τον λένε Μαθιουδάκη!) και κοπανιέται δεξιά και αριστερά προσπαθώντας να μεταμορφωθεί σε “βλάχο” των 60s χωρίς την ελάχιστη επιτυχία; Γιατί να μας αφορά δηλαδή αυτό το είδος χιούμορ;
Δικαίωμά σου φίλε μου να γελάς με την πάρτη του, το ‘παμε, δε λέω, αλλά άντε να σε δω πώς θα περιγράψεις στις επόμενες γενιές το “φαινόμενο” Τόνι Σφήνος. Εκεί να σε δω μίστερ…
Το εντυπωσιακό, ωστόσο, είναι ότι το “φαινόμενο” αυτό δεν επαναπαύτηκε στα μπουζούκια και τους συναυλιακούς χώρους, αλλά έγινε ακόμα πιο μέινστριμ-βάιραλ, καθώς επεκτάθηκε και στην ελληνική tv. Έτσι, για να μην γλυτώσεις από πουθενά δόλιε. Θα μου πεις “Σε μια tv που ευδοκιμεί και κάνει καριέρα ο Φουρθιώτης, ο Αρναούτογλου και η Σπυροπούλου ξέρω ‘γω, ο κακομοίρης ο Σφήνος σε πείραξε;” Ναι με πείραξε ρε αδελφέ, διότι αδυνατώ να πιστέψω ότι σε μια χώρα που ‘χει στο ντι-εν-έι της την κωμωδία, το θέατρο, αλλά και τα σόου γενικότερα, ό,τι πιο φρέσκο έχει να δώσει σήμερα είναι η “περσόνα” του Τόνι.
Τέλος πάντων. Τον πόνο μου είπα να μοιραστώ, χωρίς φυσικά να ‘χω κάτι προσωπικό με τον άνθρωπο (φαντάσου και να είχα δηλαδή…) και απλά ήθελα να σου διηγηθώ την αμηχανία που νιώθω κάθε φορά που τυχαίνει να πέσω πάνω σε ό,τι διασκεδαστικό κι αν κάνει.
Α, και που ‘σαι;;;
ΤΖΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΓΚΙΝΣ ΤΖΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΓΚΙΝΣ ΧΑΝ ΣΑΝ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΖΩΗ ΘΑ ‘ΘΕΛΑ ΝΑ ΖΗΣΩ.