Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν σιγά σιγά και για κάποιον παράξενο λόγο ακόμα δεν έχω ακούσει στο ραδιόφωνο να παίζει το Last Christmas ούτε μία φορά. Από την άλλη όμως και για να υπάρχει μια ισορροπία στο σύμπαν, όλο αι κάπου θα πετύχεις ένα τραγούδι του Φρανκ Σινάτρα να παίζει μπαλίτσα προετοιμάζοντας τον κόσμο για τις γιορτές. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ο Σινάτρα έχει συνδυαστεί τόοοοσο πολύ με τα Χριστούγεννα ενώ εμφανέστατα έχει κάνει σπουδαία πράγματα τόσο στο τραγούδι όσο και στον κινηματογράφο…
Ο Φράνσις Άλμπερτ Σινάτρα, ήρθε επεισοδιακά στον κόσμο μια μέρα σαν σήμερα το 1915, από Ιταλούς γονείς στο New Jersey. Γιατί επεισοδιακά; Καθώς έβγαινε από την κοιλιά της μητέρας του, όχι μόνο κόπηκε ο λοβός του αριστερού του αφτιού, αλλά και ο λαιμός του τραυματίσθηκε επικίνδυνα από τη λαβίδα του γιατρού. Όλοι νόμιζαν ότι το μωρό γεννήθηκε νεκρό – ευτυχώς επενέβη έγκαιρα η γιαγιά του: τον έβαλε κάτω από κρύο νερό και η ζωή επέστρεψε αμέσως.
Ο πατέρας του ήταν μποξέρ, η μητέρα του νοσοκόμα και παρόλο που και οι δύο ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την ανατροφή του προσφέροντάς του μάλιστα μια σχεδόν πλουσιοπάροχη ζωή, ο μικρός Φρανκ την είχε δει λίγο αλλιώς. Φήμες που μάλλον επιβεβαιώνονται υποστηρίζουν πως στα μικράτα του ο Φρανκ έδρασε ως αρχηγός μιας συμμορίας μικροκλεφτών στην περιοχή του.
Στα 18 του αποφάσισε να ασχοληθεί με το τραγούδι και από ότι φάνηκε στην πορεία των χρόνων έκανε πολύ καλά. Το 1933 όταν άκουσε πρώτη φορά live τον Μπιγκ Κρόσμπι, μαγεύτηκε και θέλησε κι εκείνος να ασχοληθεί. Έλαβε μέρος σε μια ραδιοφωνική εκπομπή που έκανε διαγωνισμό για νέους τραγουδιστές και μετά τη διάκριση του σε αυτόν, άρχισε να εμφανίζεται σε ένα μικρό κλαμπ στο New Jersey όπου σιγά σιγά έφτιαξε ένα δυνατό όνομα. Όσο περνούσε ο καιρός στις εμφανίσεις του επικρατούσε φρενίτιδα ενώ κάθε άλλο παρά απαρατήρητος περνούσε από το γυναικείο κοινό. Λίγο αργότερα, το 1940, εντάχθηκε στην μπάντα του Τόμι Ντόρσεϊ και σύντομα η καριέρα του άρχισε να απογειώνεται.
Το 1941 εμφανίζεται πρώτη φορά στον κινηματογράφο με την ταινία “Las Vegas Nights” όπου και τραγουδά μερικές από τις μπαλάντες του. Από τότε προκαλεί πανικό σε κάθε του εμφάνιση, ενώ έχει μπει για τα καλά στην συνείδηση των Αμερικανών ως ένας εξαιρετικός τραγουδιστής. Όλα αυτά μέχρι το 1952 όπου κάνει τη χειρότερη εμφάνιση της ζωής του, καθώς καλείται να παίξει με ματωμένες φωνητικές χορδές και δεν τα καταφέρνει. Όλοι, και η δισκογραφική του εταιρία, τον ξεγράφουν. Για τον επόμενο χρόνο δεν θα εμφανιστεί πουθενά.
Έναν χρόνο αργότερα ζητά από την Columbia να του δώσει έναν οποιοδήποτε ρόλο στην ταινία “Από εδώ ως την αιωνιότητα”, με οποιονδήποτε μισθό. Σαν η μοίρα να του το χρώσταγε, ο Σινάτρα με τον ρόλο του κερδίζει το Όσκαρ Β’ Ανδρικού και μαζί τη χαμένη του αίγλη. Από εκείνη τη στιγμή δεν κοίταξε ποτέ πίσω. Τα επόμενα χρόνια τον βρήκαν πλούσιο και με τεράστια αναγνωρισιμότητα σε όλο τον κόσμο ενώ κατάφερε και αυτό που ονειρευόταν, να γυρίζει ταινίες και να κάνει τραγούδια με τους φίλους του. Έτσι, δημιουργήθηκε στις αρχές του 1960 το περίφημο «Rat Pack», η ιστορική ανδροπαρέα του Σινάτρα και των Ντιν Μάρτιν, Σάμι-Ντέιβις Τζούνιορ, Πίτερ Λόφορντ και Τζόι Μπίσοπ.
Ο Σινάτρα υπήρξε φίλος με τον Τζον Κένεντι κυρίως αλλά και με τον Ρόναλντ Ρίγκαν. Αυτές οι συναναστροφές είναι που ώθησαν πολλούς στο να τον κατηγορήσουν ότι είχε σχέσεις με την Ιταλική μαφία και λειτουργούσε ως μεσάζων στους προαναφερθέντες προέδρους, ενώ διάφορα ονόματα που υπήρχαν στους φακέλους του FBI βοήθησαν στο να συντηρηθεί αυτή η φήμη. Σήμερα δεν μπορούμε να ξέρουμε τι ακριβώς ισχύει.
Έζησε έντονη ζωή, συνυπήρξε με πολλές και όμορφες γυναίκες, έκανε τρία παιδιά, ενώ μέχρι το 1995 συνεργάστηκε με πολλούς νεότερους καλλιτέχνες, όπως ο Bono των U2. Τότε άρχισε να έχει σοβαρά προβλήματα υγείας, ενώ στις 14 Μαΐου 1998 έφυγε από τη ζωή στο Λος Άντζελες, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια κληρονομιά για την παγκόσμια μουσική βιομηχανία.