Άσπρο πουκάμισο, μαύρο παντελόνι (σιδερωμένο στην πένα απ’ τη μάνα), λίγο άθλιο ζελέ στο μαλλί και προσοχή ανάπαυση, ανάπαυση και προσοχή. Λίγο πολύ όλοι έχουμε ζήσει αυτές τις στιγμές με τις παρελάσεις.
Η 25η Μαρτίου έφτασε λοιπόν και οι 5 Προβοκάτορες είπαν να θυμηθούν για λίγο τα σχολικά τους χρόνια και να μας διηγηθούν τη χειρότερη εμπειρία τους από παρέλαση.
Ένα δύο, εν δυό… και για τσέκαρε.
Ο Κώστας Μανιάτης και το ζελέ
Η μόνιμη κοροϊδία εναντίον μου στις παρελάσεις δημοτικού, γυμνασίου, λυκείου ήταν οι γραβάτες «Μανιάτης». Για κάποιον ανεξήγητο λόγο η μία στις τρεις γραβάτες που φορούσαμε έγραφε από πίσω αυτήν την επωνυμία, με αποτέλεσμα να ακούω ξεκαρδιστικά αστεία κάθε φορά, πραγματικά ακόμα και σήμερα τα θυμάμαι και πιάνω την κοιλιά μου απ’ τα γέλια, βρε σατανάδες. Ένα συγκεκριμένο περιστατικό όμως που ήρθε να κλονίσει την αυτοπεποίθησή μου ήταν όταν παρελάζοντας στη θηβαϊκή γη, στη γη των ηρώων και των μύθων, αντί να με επευφημούν θείοι συγγενείς κτλ, να μου φωνάζουν «γύρνα προς τα δω να σε βγάλω φωτογραφία», ένιωσα την ταπείνωση απ’ το ίδιο μου το αίμα. Ένας ξάδερφός μου, 9 χρόνια μεγαλύτερος, φώναξε το εξής αποκαρδιωτικό «ΜΑΝΙΑΤΗΗΗΗΗΗ!!! ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΛΑΓΙΑ ΝΑ ΒΑΖΕΙΣ ΖΕΛΕ, ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΣΤΑ ΠΑΝΩ». Είχα φτιάξει δηλαδή φραντζάρα Έλβις βρεγμένη και στους κροτάφους δεν υπήρχε δείγμα νεροζελέ. Γέλασα εκείνη τη στιγμή, έδειξα ανωτερότητα, αλλά πονάει ακόμα. Την επόμενη μέρα άρχισα να βάζω ζελέ μέχρι και στη μασχάλη. Μιαμ μιαμ.
Ο Νίκος Ράπτης και η χορωδία
Η λέξη ”Παρέλαση” δεν μου λέει και πολλά. Είχα να πατήσω απ’ την έκτη Δημοτικού, γι’ αυτό και δεν θυμάμαι κάνα τραγικό στόρι. Δεν πατούσα όχι τόσο από ιδεολογία, αλλά επειδή η φάση χορωδία μ’ έψηνε περισσότερο και μ’ άρεσε να τιμάω έτσι τους ήρωες του ’21 και του ’40 (τόσο φλώρος!). Λύκειο λοιπόν. Τα ‘χα οργανώσει όλα στην εντέλεια, είχα στήσει ομοιόμορφα τις παρτιτούρες μου και είχα ξεκινήσει να παίζω ”τον λεβέντη που ε-ε-ε-ε-εροβόλαγε”. Ωστόσο, έκανα ένα μεγάλο λάθος. Κοίταξα δειλά μέσα απ’ τις παρτιτούρες δύο συμμαθητές μου. Δύο κάφρους συμμαθητές μου. Δύο σκατόψυχους συμμαθητές μου. Εκείνοι άρχισαν να μου κάνουν κωλοδάχτυλα, να πετάνε χαρτάκια με σάλιο, να δείχνουν κωλοχαράδρα και να χαζογελάνε δυνατά. Αποτέλεσμα; Έπαιξα τον λεβέντη που ε-ε-ε-ε-εροβόλαγε σε ρυθμούς σάμπα και ρούμπα!
O Hλίας Γεροντόπουλος και η γιαγιά του
Όταν ήμουνα μικρός γούσταρα παρέλαση. Όχι μαθήτριες, μίνι και τατού (αυτά αργότερα). Πιτσιρίκι η φάση ήταν όπλα, τανκς και λοιπά Ράμπο γκατζετάκια. Και τότε ήρθε εκείνη η αποφράδα 25η. Που ξύπνησα και ένιωσα μεγάλος, και κοίταξα τη μάνα μου και είπα: “Όχι”. Κι εκείνη απάντησε: “Παιδί μου είσαι χαζό; Σήκω να ΚΑΝΕΙΣ παρέλαση!”. Και μ’ αυτό το αποστομωτικό επιχείρημα, πήγα. Έκανα. Και είχε σημασία, γιατί εκείνη την εποχή έκανε ωραίο γκελ στα κορίτσια να είσαι καλός στην παρέλαση. Και ξαφνικά, λίγο πριν το φινάλε, ενώ όλα πήγαιναν καλά, εμφανίστηκε… η γιαγιά! Όχι, δεν με χαιρέτησε. Δεν μου φώναξε: Λιάκο, Λιάκο! Έσπασε την ασφάλεια, έσπασε την (τελευταία) σειρά που βάδιζα, κι άρχισε να με φιλάει κλαίγοντας. Και ναι, ήταν πολύ γλυκό, κι επίσης ο βασικός λόγος για τον οποίο μ’ έφτυνε η Ελενίτσα όλο το καλοκαίρι. Σ’ αγαπάω ρε γιαγιά, αλλά τέτοια χαλάστρα; Κι απ’ την άλλη, να χέσω την ασφάλειά σας! Δεν υπάρχει κράτος, Ελενίτσα μου…
Ο Γιώργος Κτενάς και η αντίδρασή του
Η χειρότερη εμπειρία από τις μαθητικές παρελάσεις, αποτελεί η (υποχρεωτική) συμμετοχή σε αυτές. Από την άποψη ότι το ίδιο το φαντασιακό των μαθητικών παρελάσεων σχετίζεται με τη στρατιωτική ιεραρχική δομή και πειθαρχία. Άρα με τη χειρονομία τού μιλιταρισμού και όχι με την ανάπτυξη φιλειρηνικού πνεύματος. Ένα νήμα που στη μία άκρη του λειτουργεί ως ήπια μορφή καταστολής μέσω των στρατιωτικών μαρς και στην άλλη συνδέεται με το σχολικό bullying, για το οποίο διαβάσαμε αμέτρητες περισπούδαστες αναλύσεις τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ως πρακτική καθιερώθηκε από το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, που μέσα από την ιστοριογραφική σύνθεση αναδύθηκε λανθασμένα το “Όχι” τού λαού στον Άξονα, ως “Όχι” του (υπό της σφαίρα τής αγγλικής επιρροής) δικτάτορα. Άρα προέκυψε μία νεφελώδης ιστορική απόρριψη του εισαγώμενου φασισμού, από τον εγχώριο. Αντίφαση που θρυμματίζει το προσωπείο πατριωτισμού που επιμελώς προβάλλει το κυρίαρχο φαντασιακό και ενισχύουν οι παρελάσεις. Τέλος, το εντυπωσιακό σε αυτή την παγιωμένη κοινωνική διαδικασία, είναι ότι η διαδικασία ως τέτοια προκύπτει ως φόρος τιμής στους αγωνιστές. Χωρίς ωστόσο να υπάρχουν έστω παρόμοιες σχολικές δραστηριότητες, όπως η επίσκεψη σε μαρτυρικούς τόπους κ.λπ. Θέλετε κι άλλα;
Ο Νίκος Μπόβολος και τα πιατίνια του
Εμένα(νε) οι παρελάσεις δε μου άρεσαν ποτέ. Αλλά δεν μου άρεσε και το μάθημα οπότε έπρεπε να επιλέξω. Και προτιμούσα να παρελαύνω (και οχι να ΠΑΡΕΛΑΖΩ Μανιάτη). Η μάνα δακρυσμένη ερχόταν να με δει αλλά δεν της έφτανε που έκανα παρέλαση, ήθελε κάτι πιο γκράντε. Οπότε μια χρονιά που εγώ ήμουν στο δημοτικό, μετά την παρέλαση η μάνα μου τραμπούκισε ένα κοριτσάκι να της δώσει τα πιατίνια που κρατούσε για να τα πάρω εγώ και να φωτογραφηθώ με αυτά. Παίρνω πιατίνια, φωτογραφίζομαι για την περήφανη μάνα και πριν τα παραδώσω ρίχνω ΝΤΑΑΑΝ στα πιατίνια έτσι για το γαμώτο. Το πιατίνι ραγίζει σαν αυθαίρετο στον σεισμό του 99, το πετάω κάτω κλασμένος από τον τρόμο και η μάνα μου ρίχνει μπινελίκια στο κοριτσάκι επειδή κόντεψα ΕΓΩ να κοπώ. Το κοριτσάκι φώναξε τον μπαμπά του, ο μπαμπάς του άρχισε τη μάνα μου στα μπινελίκια κι εγώ παρακολουθούσα το μαδομούνι που γινόταν μαθαίνοντας νέες λέξεις. Το ημερολόγιο έγραφε 25 Μαρτίου 2001.
ΥΓ. Προσυπογράφω όσα λέει ο Κτενάς κι ας μην τα κατάλαβα όλα….
Εσύ για λέγε στα σχόλια. Έχεις κάνα δικό σου στόρι από παρελάσεις;;;