Πρώτη φορά που γνώρισα τον Λουκιανό, ήμουνα στο γυμνάσιο. Σάββατο βράδυ, “Στην Υγειά μας”. Οι γονείς μου τον είχανε περιγράψει ως εξής: “Μπορεί να σ’ αρέσει, μπορεί και όχι. Αλλά σίγουρα θα παραδεχτείς ότι έχει στυλ!”. Εγώ ήθελα να δω ταινία (καθένας με τον πόνο του), κι έκατσα λοιπόν στην τηλεόραση έτοιμος να κράξω αυτόν τον “στυλάτο” που μου χαλάει το σαββατόβραδο. Όταν τελείωσε η εκπομπή με ρώτησαν πώς μου φάνηκε.

(Δεν) απάντησα τρία πράγματα: 1ον: Μ’ άρεσε κάργα, 2ον: Εξαίρετο μαλλί, 3ον: Τι στυλ διάολε;

Τον αμφισβήτησα στο λύκειο γιατί ήταν “εύκολος”. Τον ξαναβρήκα αργότερα μέσα στα τραγούδια των άλλων (του Δεληβοριά και του Σαββόπουλου). Τελικά μεγάλωσα αρκετά για να καταλάβω πόσο όμορφο ήταν αυτό που έκανε. Κι ακόμα, ότι αυτός ο τύπος με τα φαρδιά πουκάμισα και τα χιουμοριστικά τραγούδια, έστριψε (χωρίς να το πάρει κανένας πρέφα) κάμποσες μοίρες την οπτική γωνία της Ελλάδας. Είναι γεγονός, από το ’80 θα ‘χαμε φύγει με πολύ χειρότερες πληγές χωρίς τον Κηλαηδόνη. Τι εννοώ; Για να δούμε:


Ο Ύμνος των Μαύρων Σκυλιών
Το εμβληματικότερο τραγούδι της δισκογραφίας του Λούκι, δεν είναι απλά ένα αναρχικό χιτάκι που χαϊδεύει αυτιά με “χοροπηδάτη” μουσική. Εν έτει 1986 ο τύπος λέει ναι στους μαύρους, ναι στους γαύρους (πέτρινα χρόνια…), ναι στην αντισύλληψη, ναι στα πρεζάκια, αλλά όχι στην πρέζα. Πόσο εύκολος λες να ήταν ο διαχωρισμός; 


Ένα γουρούνι λιγότερο
Την εποχή που κάποιοι τραγουδούσαν με ηττοπάθεια εμβατήρια και μοιρολόγια ενάντια στον καπιταλισμό, ο Κηλαηδόνης τον γλέντησε κανονικότατα και μάλιστα μ’ ένα χαμόγελο που δεν κατάφερνε να κρυφτεί πίσω απ’ το χέρι. Στην επίχρυση Ελλάδα του ’82 τόλμησε να πει: “Χρήματα, γυναίκες, ερωμένες και παλάτια δεν πιάνουν μία μπροστά στο κορίτσι σου”. ΠΑΣΟΚ – χαλαρουίτα, διπλό από ημίχρονο! (Σόρρυ κιόλας…).

   

Ο Μικρός Ήρωας
Εδώ το πράγμα σοβαρεύει. Εδώ εγώ βάζω τα κλάματα και μαζί μου οποιος ξέρει τι σημαίνει να υπερασπίζεσαι ένα κόμικ απέναντι στη μάνα σου. Και τι σημαίνει να παίρνεις στα σοβαρά κάτι που εσένα σ’ έκανε άνθρωπο, κι όλος ο υπόλοιπος κόσμος το ‘χει για “σαχλαμάρα”. Δεν διάβασα ποτέ μικρό Ήρωα αλλά αγαπάω το Γιώργο Θαλάσση. Συγκίνηση, δάκρυ, χαμόγελο, συνεχίζουμε.


Τα Θερινά Σινεμά
Την πρώτη φορά που προσπάθησε να γράψει κάτι ρομαντικό κι όχι χαρούμενο, έβαλε φωτιά στις ψυχές μιας ολόκληρης χώρας. Αν σπουδαίος συνθέτης είναι αυτός που σε κάνει με τη μουσική μόνο να φαντάζεσαι το θέμα του τραγουδιού, τότε ο Κηλαηδόνης είναι πραγματικά σπουδαίος. Απ’ την εισαγωγή μυρίζει θερινό! Μ’ αγιόκλημα και γιασεμιά…

https://www.youtube.com/watch?v=Tb-CHmky2K8

 

Κάνει Καλό
Πριν γράψει ο Εμιρλής την αιτία του κακού. Πριν η Ματσούκα κάνει το “Κύριε Μάνο” την αγαπημένη ατάκα των πιτσιρικάδων. Πριν ο Ασκητής γίνει σταρ της τηλεόρασης. Πριν απ’ όλα αυτά ο φτωχός (και μόνος;) καου μπόυ έγραψε τραγούδι για… Τέλος πάντων, ακούστε το!


Πού Βαδίζουμε Κύριοι;
Κι ύστερα αρχίσαν οι ξεπέτες. Η Ελλάδα σαν αγχωμένη μεγαλοκοπέλα που γνώρισε “ώριμη” τη σεξουαλική της επανάσταση, από ένα σημείο κι ύστερα έχασε τη μπάλα. Τη βρήκε ο Λουκιανός και της την επιστρέφει. Κι ύστερα πάει να βρει τη Γωγώ που “ίσως και να την πήδηξε”, ποιος μπορεί να ‘ναι βέβαιος μ΄αυτά τα πράγματα;


Ο Τοκογλύφος
Εύκολος, επαναλαμβανόμενος, μουσικός για πιτσιρίκια… Ξέρετε ποια είναι η καλύτερη απάντηση σ’ όλα αυτά; Ρεμπετομπλούζ. Όχι ρεμπέτικο με μπλουζ επιρροές. Όχι μπλουζ με λίγο μπουζούκι στο σόλο. Ρεμπετομπλούζ. (Σε τρομερούς στίχους του Γιάννη Νεγραπόντη).


Το Εμβατήριο της Σιωπής
Έχει πέσει το τείχος του Βερολίνου. Ο Κηλαηδόνης ζητάει τα ρέστα για λογαριασμό ενός κόσμου που έπεσε θύμα απάτης. “Και κάποιος πρέπει κάτι να τους πει…”. Υπέροχο, αντρίκειο και ζεστό.


Η Αντιμετώπιση των Ψυχώσεων
Κοίτα να δεις πώς θα το ‘λεγα εγώ τώρα αυτό που θ’ ακούσεις… Θανάση θα το ‘λεγα! Με Ζαμπέτα στο φινάλε. ΘΑΝΑΣΗ με ΖΑΜΠΕΤΑ! Μέλλον με παρελθόν. Και στη μέση ένας τεράστιος μάγκας με μαλλί της γριάς, χιλιόμετρα μπροστά απ’ την εποχή του. (Ξανά Νεγρεπόντης στους στίχους).


Νύχτα Καταστροφής
Ένα απ’ τα λίγα πραγματικά μπλουζ στο σύνολο της ελληνικής μουσικής. Τι εστί “πραγματικά”; Λοιπόν, αυτό το τραγούδι μπορείς να το φανταστείς σε μπαρ του Μισσισιπή. Χωρίς αλλαγές. Με ατόφια τη μουσική του. Ατόφια την ενορχήστρωση. Ατόφιους τους στίχους. Ατόφιο διαμάντι. “Ετούτη τη νύχτα σε θέλω πολύυυ… Και για ο,τι γίνει θα φταις εσύυυ…“.


Καλό ταξίδι Λούκι. Είθε πάνω στη Ντόλη σου να πιάσεις το ηλιοβασίλεμα. Κι όσο για μας, καθόλου μην ανησυχείς. Εμείς θα έχουμε για πάντα το πάρτι στη Βουλιαγμένη.