Ο πατέρας είναι πάντα ο βαρύς του σπιτιού. Ο ασήκωτος. Ο παντελονάτος. Γι’ αυτό και τις περισσότερες φορές αδικείται στον θεσμό της οικογενείας. Αφενός γιατί οι γιοι συνηθίζουμε να είμαστε μαμάκηδες (η μαμακούλα μας νιώθει μωρέ), και αφετέρου γιατί πάντα υφίσταται ένας υγιής ανταγωνισμός μεταξύ πατέρα και γιου.
Με τις κόρες η σχέση είναι πιο “γούτσου γούτσου”, αλλά το (σχεδόν) αντροκρατέρ το ‘χει νιώσει ελάχιστες φορές, καθώς με τα αγόρια οι γέροι είναι λίγο πιο απόλυτοι.
Κι επειδή η σημερινή μέρα είναι η γιορτή του πατέρα και μόνο, αποφασίσαμε να γράψουμε 2-3 βαρβάτα λογάκια ο καθένας, έτσι για τα χρόνια πολλά. Στον δικό μας αδικημένο. ΤΟΝ ΜΠΑΜΠΑΚΑ ΜΑΣ!
Ο Ηλίας για τον Ηρακλή Γεροντόπουλο
Τον Ηρακλή τον γνώρισα όταν γεννήθηκα. Δεν τον συμπάθησα απ’ την αρχή. Χρειάστηκαν ώρες ξιφομαχίας με πλαστικά σπαθιά για να τον χρίσω «μπαμπά». Τελικά βρέθηκα να του χρωστάω για μια μεγάλη σειρά από πράγματα. Δε βλέπω να τον ξοφλάω ποτέ, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης. Του χρωστάω λοιπόν, γιατί είχα μια σαφή εικόνα του πόσο πιο ωραίοι είναι οι άντρες που δεν ξυρίζονται τα πρωινά. Γιατί ήξερα τον Πάσπαλιε, όταν οι συμμαθητές μου ξέρανε μόνο τον Μάικλ Τζόρνταν. Γιατί δεν με έδειρε ποτέ όταν είχε την ευκαιρία, κι έτσι μπόρεσα να γίνω ο ένδοξος ακαμάτης που είμαι σήμερα. Γιατί πάλεψε να με μάθει να οδηγάω. Του χρωστάω που φέρνει τόσο πολύ στον Φώτη του Δεληβορία. Που όταν τα άλλα πιτσιρίκια έβλεπαν Βουγιουκλάκη, εγώ έβλεπα Παπαγιαννόπουλο. Που ξέρω τον καθηγητή Μυστήριο. Στο τέλος τέλος, του χρωστάω που είμαι εγώ, κι αυτό δεν είναι καθόλου αστείο! Πατέρα, να ‘σαι καλά!
Ο Νίκος για τον Στράτο Ράπτη
Σε ευχαριστώ που με υπερασπίστηκες από την οργή της Κύρα Ρούλας, όταν έριχνα άκυρο στις φακιές. Σε ευχαριστώ που με έκανες Πειραιώτη, χωρίς να έχω ρίζες απ’ τον Πειραιά. Σε ευχαριστώ για τις φάπες σου, όταν της χρειαζόμουν. Σε ευχαριστώ γι’ αυτόν τον άκυρο ορισμό που μου έδωσες στο δημοτικό για το σεξ, επειδή ντρεπόσουν να μου τον εξηγήσεις ωμά. Σε ευχαριστώ για τις τριάδες σου, που με στέλνουν κουβά καθημερινά. Σε ευχαριστώ για το “κάνε ό,τι γουστάρεις, αλλά σταμάτα να τεμπελιάζεις“, που μου είπες όταν αποφάσισα να γίνω αθλητικογράφος. Σε ευχαριστώ για τους ατελείωτους τσακωμούς μας, που σε έκαναν και με έκαναν καλύτερο άνθρωπο. Σε ευχαριστώ, γιατί όταν παίρνω κάθε μέρα τηλέφωνο την μάνα κι εσένα λίγο σπάνια, μουτρώνεις κι ας είσαι βαρύς και ασήκωτος. Σε ευχαριστώ γιατί αν και σ’ έχω αδικήσει πολλές φορές (ναι, είμαι μαμάκιας) εσύ συνεχίζεις να με νοιάζεσαι. Σε ευχαριστώ, Στράτο…
Ο Κώστας για τον Ηλία Μανιάτη
Είπαμε να γράψουμε ένα κείμενο για τον πατέρα μας, αλλά μόλις ξεκίνησα να το πληκτρολογώ το μετάνιωσα, γιατί πραγματικά τι μπορείς να γράψεις, που να μη μοιάζει με ένα επαναλαμβανόμενο “ευχαριστώ πατέρα για όλα;“. Πώς μπορείς να κάνεις αυτό το κείμενο να μη μοιάζει με ένα ακόμη χειρότερο «Πάμε Πακέτο» από το αίσχος που ήδη αυτή η εκπομπή είναι; Δεν μπορείς, οπότε για να το προσπεράσω γράφω 2 πράγματα που πιστεύω ότι τον διαφοροποίησαν απ’ τους άλλους πατεράδες (και τον ευχαριστώ γι’ αυτό). 1ον με έμαθε να μη λέω ψέματα, και το ίδιο κάνει και εκείνος όσα χρόνια τον ξέρω. Δεν είναι κλισέ, σε αυτήν την οικογένεια έχουμε εμμονή με την αλήθεια. 2ον δεν μου έκανε ποτέ όλα τα χατίρια και έτσι αν και μοναχοπαίδι, δεν μεγάλωσα σαν κακομαθημένο (ούτε ποδήλατο, ούτε παιχνιδομηχανή (γαμώ τις λέξεις) που να μπαίνει στην τηλεόραση κτλ…) Το τρίτο θα του το πω από κοντά. Όχι τίποτα άλλο, αλλά μπαίνει στα τρίτα –ήντα του (70) και είναι και ευσυγκίνητος (κλαίει ακόμα με Ξανθόπουλο, αλήθεια!)
Ο Πέτρος για τον Γιάννη Ντόκο
Εγώ και να ‘θελα να πω, δεν παίζει (εντάξει, κλάψτε τώρα). Έφυγε νωρίς ο τυπάρας, οπότε ότι ήταν να πούμε, το παμε και ότι φάπες ήταν να παίξουμε, τις παίξαμε. Αν ακούει Bowie ή αράζει για καφεδάρες με τον Μάκαρο τον Ψωμιάδη δεν ξέρω. Ο Prince δεν του πολυάρεσε, από Steve Jobs δεν είχε ιδέα, άρα μάλλον θα πίνει τσιπουράκια με Eco. Να πάρω μια καρέκλα λοιπόν, να κάτσω εκεί στην παρέα λέγοντας του πως κάπου-κάπου βλέπω τα λάθη του στις στροφές και πάω από την άλλη. Στις στιγμές της μοναξιάς, γεμίζω περηφάνια και σκέφτομαι τι θα σκέφτονταν αν τα ‘χε τα μάτια ανοικτά και μ’ έβλεπε να παλεύω στα κύματα. Κι αν τα σωσίβια είναι ψυχές και ταξιδεύουν, εύχομαι στις συναντήσεις μας να ακούει αυτά που δεν του ΄πα και πως το σήμερα που χτίζω βήμα-βήμα έχει τη δικιά του σοφία και πολύ από την πίστη που μου ‘δειχνε από μαλάκα πιτσιρικά. Θενκς Τζόνι.
Ο Ντίνος για τον Κώστα Ρητινιώτη
Σε περίπτωση που δεν το πρόσεξες, έχω το ίδιο όνομα με τον πατέρα μου. Δύο Κωνσταντίνοι σε ένα σπίτι. Από εκεί και πέρα, δυσκολεύομαι να βρω άλλα κοινά μας σημεία. Όχι ότι δεν έχουμε. Απλά δεν τα βάζαμε συχνά κάτω να τα καλλιεργήσουμε παρεάκι, να τα νιώσουμε παρεάκι και να τα κάνουμε στοιχεία ενωτικά. Τον θυμάμαι να μου εμφυσά διακριτικά κι εγώ να υιοθετώ. Διακριτικά πάντα, να μην παίρνει… αέρα, ανέκαθεν είχα την τάση να του πηγαίνω κόντρα. Συνήθιζα και συνηθίζω να του στερώ τη χαρά της αναγνώρισης ότι ακολουθώ τις συμβουλές του, σπάνια του αναγνωρίζω ότι πέφτει μέσα (σχεδόν) σε όλα όσα μου λέει. Τον θυμάμαι αυστηρό όσο πρέπει, τον θυμάμαι πάντα εκεί, τον θυμάμαι να στερείται για να μας δίνει. Ρε φίλε, αυτό το τελευταίο, μου φαίνεται τρομακτικό και του το έχω πει. Δεν του έχω πει βέβαια πολλά άλλα, αυτονόητα μεν, σημαντικό να ακούγονται δε. Είμαι σίγουρος, όμως, ότι τα παίρνει τα χαμπάρια του. Και μια μέρα λέω να του προσφέρω ένα δώρο που θα ξεπερνάει τη δύναμη μιας καλής κουβέντας ή ενός τίμιου «Σ’ αγαπάω, ρε γέρο!». Ένας τρίτος Κωνσταντίνος μέσα στο σπίτι, για την πάρτη εκείνου που μ’ έκανε άνθρωπο. Αυτόν τον άνθρωπο, τέλος πάντων…