Καταρχάς, τα σκονάκια τα καταδικάζουμε από όπου κι αν προέρχονται, καθώς είναι πράγματα του διαόλου (όπως θα ‘λεγε και η μέση ελληνίδα μάνα).
Ωστόσο, έχουμε περάσει κι εμείς από τα θρανία και έχουμε υποκύψει στην αμαρτία της αντιγραφής. Γι’ αυτό, λοιπόν, αποφασίσαμε να κάτσουμε να γράψουμε για το αμάρτημά μας.
Ετοιμάσου να διαβάσεις ΑΛΗΘΙΝΕΣ ιστορίες, βγαλμένες μέσα από κινητά, γομολάστιχες και σμικρύνσεις 1 προς 1.000.000.
Φυσικά, η ιδέα μας ήρθε από τα παλικαράκια που σε λίγες εβδομάδες δίνουν πανελλήνιες και ετοιμάζονται να σκορπίσουν τον δικό τους πόνο πάνω στα γραπτά. Παίδες… και αδιάβαστοι να πάτε μην αγχώνεστε. Το σώμα μας είναι μεγάλο και οι σμικρύνσεις μας μικρές.
Ο Νίκος Ράπτης & το κινητό
Κακός μαθητής από το νηπιαγωγείο κι έπειτα, λογικό είναι να νιώθω ιδιαίτερη περηφάνια για τα σκονάκια μου, μιας και τα είχα μεταφέρει στη σφαίρα της… ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Και ΝΑΙ! Ποτέ δεν μπήκα στην διαδικασία να κάνω σμίκρυνση σε χαρτάκια. Και ΝΑΙ! Ποτέ δεν κάθισα να γράψω στο μπούτι μου κι άλλα τέτοια καραγκιοζιλίκια. Αντρίκια, παντελονάτα, και ντόμπρα, περίμενα να ρίξει το βλέμμα του αλλού ο καθηγητής και μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου άνοιγα το κινητό μου (γεννημένος το ’95, βλέπετε), όπου μέσα είχε φωτογραφίες απ’ όλη την ύλη. Επειδή όμως, ήμουν και “ολίγον τι” γκαζμάς, η συσκευή μου συχνά-πυκνά κατέληγε στα χέρια των καθηγητών. Αξέχαστη στιγμή; Όταν ο καθηγητής μου άρπαξε το κινητό και καταλάθος πήγε στην επόμενη φωτό. Έλα που όμως αυτή δεν ήταν φωτό, αλλά ένα βίντεο με σαμπάνια κι ένα ξανθό μοντέλο… Σινεφίλ από τότε, λέμε…
Ο Κώστας Μανιάτης & η γομολάστιχα
Σκονάκια δεν πολυέγραφα γιατί ήμουν κοτάρα, ωστόσο γέμιζα διάφορα μέρη της τάξης με ένοχο μελάνι, όπως θρανία, καρέκλες του μπροστινού, καλοριφέρ και τοίχους… Ε και μια φορά είχα αυτήν την γομάρα την πράσινη και πάνω είχα γράψει την ιστορία της ζωής μου. Πού την χώρεσα; Ε σιγά την ιστορία που είχα στα 14 μου ρε σεις (χιουμοράκι χα, χα, χα πολύ καλό). Ωστόσο, ο μπροστινός είχε την φαεινή ιδέα να μου πάρει τη γόμα χωρίς να ρωτήσει και μετά ο διπλανός του να την δωσει στον μπροστά τους. Αποτέλεσμα, να μην την ξαναδώ μέχρι σήμερα. Εκείνη τη μέρα έχασα ένα σίγουρο 20 στα μαθηματικά, αλλά τουλάχιστον κέρδισα 2-3 ανθρώπους να μισώ για πάντα.
Ο Ντίνος Ρητινιώτης & ο αιγυπτιακός πάπυρος
Δεν μπορώ να κλέψω ούτε τσίχλα. Και δεν το λέω για να ευλογήσω τα γένια μου, αλλά προτού με ειρωνευτείτε για τη σαπίλα που ακολουθεί, η διευκρίνηση αυτή ήταν απαραίτητη. Δευτέρα Λυκείου, λοιπόν, Πανελλήνιες, Ιστορία Γενικής Παιδείας. Δεν μπορώ να θυμηθώ το λόγο που πήγα αδιάβαστος σε ένα μάθημα που γενικά «το είχα». Θυμάμαι όμως που πήγα έχοντας φτιάξει σκονάκι λίγο πιο διακριτικό από αιγυπτιακό πάπυρο 12 τετραγωνικών μέτρων. Χεσμένος και αγχωμένος φουλ, το είχα βάλει κάτω από τον κώλο μου ποπό μου και είχα μόνιμα την εντύπωση πως ο επιτηρητής είχε καρφωμένα τα μάτια του πάνω μου. Η αλήθεια είναι πως δεν είχε πάρει τίποτα χαμπάρι. Σε μια φάση μου λέει “πήγαινε κάτσε εκεί”. Αυτός εννοούσε “πήγαινε κάτσε εκεί που έχουν αραιώσει οι θέσεις”. Εγώ κατάλαβα “σε έχω δει μαλακισμένο. Κι εσένα και το τρίκιλο σκονάκι που κρύβεις”. Σηκώθηκα, άφησα σκονάκι στην καρέκλα, είδε σκονάκι, πήρε σκονάκι, μονόγραψε την κόλλα μου, ντροπή των ντροπών, ποτέ πια σκονάκι.
Ο Νίκος Μπόβολος & το θρανίο
Το θρανίο μου στο λύκειο ήταν λίγο πιο καθαρό από το δωμάτιό μου. Που σημαίνει ότι ήταν ζωγραφισμένο σε κάθε του εκατοστό με όλα τα χρώματα που υπάρχουν (έχουμε και μια αχρωματοψία να υποστηρίξουμε). Φυσικά επειδή ήμουν μακράν ο χειρότερος μαθητής της τάξης, καθόμουν μόνος μου στο τελευταίο θρανίο, πράγμα που σήμαινε πως οι καθηγητές δεν μου έδιναν σημασία γιατί: α) ήξεραν ότι θα γράψω σκατά και β) πίστευαν ότι δεν μπορώ να αντιγράψω. Η φάση λοιπόν ήταν απλή. Έκανα σκονάκια με πολύ μικρά γράμματα ανάμεσα στις λέξεις που ήδη είχαν γραφεί στο θρανίο. Φλώρικη η ιστορία μου το ξέρω, αλλά αν είστε μάγκες να ρωτήσετε για στρατό.
Ο Πέτρος Ντόκος & τα πάντα όλα
Αν το σκονάκι είχε μπαμπά θα φάνταζα τόσο οικεία η φιγούρα. Μεγάλωσε στα πόδια μου. Εκεί, καλά κρυμμένο, χωμένο και πάντα τσαλακωμένο. Μέσα στην αγωνία και τον ιδρώτα μη φανεί, μη κάνει καμιά μαλακία και δεν τσιμπήσω βαθμό. Το θυμάμαι μικρό, ίσα-ίσα που κουβαλούσε τη διδακτέα ύλη σε γομολάστιχες και μικρά χαρτάκια. Τη χρυσή του εφηβεία, τότε που πρωτοέμαθε για τη σμίκρυνση κι έκανε την επανάσταση του. “Θα σου χω όλη την ύλη στα πόδια σου” γυρνάει και μου λέει φουσκωμένο ενθουσιασμό. Βλέπετε παρόλη την εφηβική ακμή και τα δύσκολο παιδικά του χρόνια, πάντα παρέμενε ντεμέκ φύτουλας. Όταν πλέον πέρασε σε ψηφιακή μορφή, ήταν έτοιμο να κάνει τα πρώτα του βήματα μακριά από την οικογενειακή θαλπωρή. Ανεξάρτητο κι αποφασισμένο, έμπαινε στα πρώτα iPhone για να θυμάται βιβλία διακοσίων και βάλε σελίδων. Όλος ο κόσμος στα πόδια μου καλέ μου φίλε. Ήσουν πάντα εκεί. Κανείς δεν μας έπιασε. Κανείς δεν θα μας πιάσει ποτέ πια. Μόνο εσύ αγαπημένο σκονάκι.