Ποιητής του δρόμου, αντισυμβατικός, τρελός, αναρχικός, αριστερός, ροκ, λαϊκός, μισογύνης, παράνομος. Αυτές είναι μόνο λίγες από τις αναρίθμητες λέξεις που έχουν κατά καιρούς περιγράψει τον Νικόλαο Ασιμόπουλο, τον γνωστό σε όλους Νικόλα Άσιμο. Όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί έχουν κάτι κοινό που μισούσε ο Άσιμος. Είναι χαρακτηρισμοί. Κι εκείνος δεν τους γούσταρε.

Ίσως ο πιο ταιριαστός που του δόθηκε ποτέ να ήταν ο «φίλος μας» στο τραγούδι του Στέλιου Καζαντζίδη που ηχογράφησε στη μνήμη του. «Το τραγούδι αυτό, είναι αφιερωμένο στον Νικόλα Άσιμο. Τον καλλιτέχνη και άνθρωπο που έζησε και αμφισβήτησε με συνέπεια και πίστη αυτόν τον κόσμο της βαρβαρότητας» δήλωνε ο ίδιος. Μπορεί αυτή η ταμπέλα να του άρεσε λίγο…

Γεννημένος στις 20 Αυγούστου του 1949, ο Άσιμος υπήρξε από τους σημαντικότερους τραγουδοποιούς της χώρας, έντονα πολιτικοποιημένος με μια απέχθεια για οποιαδήποτε ταμπέλα. Την πολιτικοποίηση την πλήρωσε ακριβά, καθώς «έδρασε» στη δύσκολη εποχή της λογοκρισίας των καλλιτεχνών από τη χούντα με αποτέλεσμα αρκετές συλλήψεις και βασανισμούς από το καθεστώς.

Το 1978 καλείται να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία αλλά οι ιδέες του δεν του το επιτρέπουν. Λίγες μέρες μετά καταφέρνει να πάρει απαλλαγή λόγω σχιζοειδούς ψύχωσης. Στην αυτοβιογραφία του θα γράψει πως υιοθέτησε αυτή την συμπεριφορά γιατί ήταν αντίθετος προς τη στράτευση και απλά ήταν ένα σχέδιο για να την αποφύγει.

Μη θέλοντας να «υποταχθεί» στις ορέξεις καμίας δισκογραφικής εταιρίας, ο Άσιμος, διακινούσε μόνος του τις “παράνομες”, όπως ο ίδιος τις βάφτισε, κασέτες που είχε ηχογραφήσει σε διάφορα σημεία της Αθήνας. Δεν ήθελε να είναι άλλος ένας με μπαταρία, όπως περιγράφει και στο ομώνυμο τραγούδι του.

 

Τελικά κάνει μικρές εμφανίσεις σε επίσημους δίσκους για τις οποίες αργότερα κατηγορεί τον εαυτό του ως ρεβιζιονιστή. Πρώτα το 1974 με το single «Ρωμιός-Μηχανισμός». Μετά, το 1982 με τη συμμετοχή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και της Χαρούλας Αλεξίου ηχογραφεί τον δίσκο «ο Ξαναπές». Αργότερα το 1987 συμμετέχει με 5 συνθέσεις στο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα».

Γίνεται το αγκάθι της εξουσίας τόσο με τα λόγια του όσο και με τους στίχους του. Μερικά από τα λόγια του που χαρακτήρισαν τόσο τον ίδιο όσο και την κοσμοθεωρία του, θα μείνουν ανεξίτηλα στη μνήμη μας για να μας δείξουν ότι κάποτε υπήρχε ένας καλλιτέχνης που δεν επέτρεπε στον εαυτό του να υπακούσει σε οποιαδήποπτε μορφή εξουσίας.

“Είμαι πληνθέτης. Όπου οι άλλοι τοποθετούν συν και λέγονται συνθέτες, εγώ τοποθετώ πλην”. 

“Όταν άκουσα τον Παπαδόπουλο να λέει “θα πατάξωμεν την αναρχία” αποφάσισα να γίνω η αναρχία που δεν πατάσσεται ποτέ. Γιατί η αναρχία είναι η αρχή του τέλους και το τέλος της αρχής, και δεν είναι ουτοπία”.

“Δεν θα φάω τη θέση κανενός. Τον πλανήτη προσπαθώ να ελευθερώσω. Να διαλύσω όλες τις πολεμικές βιομηχανίες, να γκρεμίσω τα τρελάδικα και να κάνω τις εκκλησίες μαγειρεία”.

 

Ανήσυχο πνεύμα και φιλομαθής από πολύ μικρή ηλικία, ο Άσιμος έγραψε και κυκλοφόρησε μόνος του σε αντίτυπα τυπωμένα από τον ίδιο, το βιβλίο «αναζητώντας Κροκανθρώπους». Σιγά σιγά οι Κροκάνθρωποι του γίνονται εμμονή, νομίζει ότι είναι υπαρκτοί και φαίνεται να αντιμετωπίζει σοβαρές ψυχικές διαταραχές.

Τις πρώτες πρωινές ώρες μιας μέρας σαν τη σημερινή, ο Άσιμος περνάει στον κόσμο των αθανάτων για να πολεμήσει και ένα άλλο σύστημα. Ο «Χώρος Προετοιμασίας» όπως ονόμαζε το μαγαζάκι που είχε νοικιάσει στην οδό Καλλιδρομίου 55 στα Εξάρχεια έμελλε να είναι η τελευταία του εν ζωή κατοικία στην οποία και βρέθηκε νεκρός με ένα σκοινί γύρω από το λαιμό του.