Κάποτε, όχι πολλά χρόνια πίσω, όταν ακόμη υπήρχαν σεμεδάκια στις τηλεοράσεις και με 500 δραχμές έπαιρνες τσιγάρα από τα περίπτερα, τα ανδρικά περιοδικά ξεκινούσαν την τρελή τους κούρσα. Δυστυχώς, κάποια χρόνια μετά, αποδείχθηκε πως αυτή ήταν μια «κούρσα θανάτου». Και παρόλο που στις ημέρες μας, υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν αυτού του είδους τα περιοδικά… «αιτίες του κακού», στο Provocateur θεωρούμε πως τα περιοδικά λείπουν! Η αισθητική κάποιων από αυτά, που αποτύπωναν την pop κουλτούρα της κάθε εποχής. Πολλά από αυτά στην πορεία των χρόνων έχασαν την ταυτότητά τους, το στίγμα τους, την καταβολή τους. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει να εκλείψουν όλα. Πήγαμε βίαια από το ένα άκρο στο άλλο. Και κανένα άκρο δεν είναι υγιές.
Λάθη έγιναν πολλά, όπως γίνεται σε όλες τις προσπάθειες. Και όπως συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις, η «κορυφή» ζάλισε πολλούς. Οι χιλιάδες των πωλήσεων έκαναν τα στελέχη να τσιτώνουν ακόμη πιο πολύ στο κυνήγι του επόμενου θριάμβου.
Φωτογραφήσεις πολλές φορές ξεπατικωμένες από κάποιο κορυφαίο περιοδικό του εξωτερικού, πότε με… ανάρμοστη γκλαμουριά, πότε με σκοπό να αναδείξει τα προσόντα της φωτογραφιζόμενης και άλλες φορές, απλά να μείνει στην ιστορία ως δείγμα pop art.
Στρατιές ανθρώπων υπηρέτησαν αυτό το σκοπό. Από τα στελέχη των περιοδικών και τους δημοσιογράφους, μέχρι τους φωτογράφους και τους στυλίστες, τους κομμωτές και τις μακιγιέζ, επιστρατευόταν στις φωτογραφήσεις. Manager καλλιτεχνών, δισκογραφικές εταιρίες, δημοσιογράφοι και αρχισυντάκτες, περνούσαν ώρες αγωνίας μέχρι να τυπωθεί το τεύχος, να βγει στα περίπτερα και να… αποθεωθεί!
Οι ιστορίες πίσω από τις φωτογραφήσεις δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι άλλο από γαργαλιστικές! Κοιτώντας πλέον από απόσταση τα πράγματα, χωρίς το άγχος και το στρες της στιγμής, της παράνοιας που μεταδιδόταν από τον τελευταίο κρίκο μιας φωτογράφησης και άγγιζε ακόμη και τον πρωταγωνιστή, κάποιοι άνθρωποι που «κατέθεσαν ψυχή» εκείνη την περίοδο, δέχθηκαν να μας διηγηθούν ιστορίες βγαλμένες από σενάρια του Χόλιγουντ. Προσοχή! Τα πρόσωπα και οι καταστάσεις είναι απολύτως αληθινά.
Κώστας Μορφίρης
(εργάστηκε σε ΚΛΙΚ και MAXIM)
Έχοντας δουλέψει σε περιοδικά όπως το ΚΛΙΚ και το ΜΑΧΙΜ οι αναμνήσεις, όπως και οι φωτογραφήσεις, είναι εκατοντάδες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πριν κυκλοφορήσει το πρώτο τεύχος του ΜΑΧΙΜ το βασικό αντικείμενο συζήτησης ήταν για το ποια θα είναι το πρώτο μας εξώφυλλο. Θέλαμε κάποια που να μην έχει κάνει σέξι φωτογράφηση και παράλληλα να έχει απήχηση στο κοινό του περιοδικού.
Ένα απόγευμα στα γραφεία μας, παρέα με τον έτερο αρχισυντάκτη τον Γιώργο Φωτεινόπουλο, και ενώ είχαμε σκεφτεί τα πάντα, κάποιος «πέταξε» το όνομα της Μαριάντας Πιερίδη. Εκείνη την ώρα μπήκε ο Κωστόπουλος στο γραφείο μας και του το είπαμε. Μας απάντησε «καλά, είστε μαλάκες; Δεν θα το κάνει». Βλέπεις το κόνσεπτ ήταν « εμπνευσμένο » από μια φωτογράφηση εξωφύλλου του Αγγλικού ΜΑΧΙΜ το οποίο ήταν όντως πολύ προκλητικό για τα δεδομένα της Μαριάντας, μέχρι εκείνη την εποχή τουλάχιστον. Παρόλα αυτά είπαμε να δοκιμάσουμε. Πήρα τηλέφωνο τον τότε υπεύθυνο της Μαριάντας στην δισκογραφική της, ο οποίος ήταν και φίλος, και κλείσαμε ένα ραντεβού.
Ήρθε στα γραφεία μας, της δείξαμε το κόνσεπτ και πάνω που περιμέναμε να μας βρίσει μας είπε « εντάξει ρε παιδιά, να το κάνω, αλλά εγώ δεν έχω τόσο μεγάλο στήθος όσο η κοπέλα στη φωτογραφία που μου δείξατε ». Την διαβεβαιώσαμε ότι μετά τη φωτογράφηση θα το αποκτήσει, καθώς το τμήμα Photoshop της ΙΜΑΚΟ απασχολούσε μια ομάδα « μάγων », και προχωρήσαμε. Κάπως έτσι το πρώτο μας εξώφυλλο ξεπούλησε μέσα σε δύο μέρες και επαντυπώθηκε σταματώντας λίγο πριν τα 100.000 αντίτυπα.
Αλέξάνδρα Τσόλκα
(εργάστηκε σε Nitro και Down Town)
Θυμάμαι την πρώτη και πολυσυζητημένη –τότε- αισθησιακή φωτογράφηση της Φαίης Σκορδά στο Nitro, τη ναυαρχίδα, φυσικά, των ανδρικών περιοδικών. Η ξανθιά παρουσιάστρια είχε μεγάλους ενδοιασμούς για τη φωτογράφηση και το πόσο αποκαλυπτική θα είναι. Θυμάμαι να επιχειρηματολογούμε με τους επιτελείς του Nitro, τονίζοντάς της, πως τα μίνι που φορούσε στην εκπομπή «Πολύ Μπλα Μπλα», ήταν πιο αποκαλυπτικά από το outfit που της είχαν διαλέξει οι στυλίστες του περιοδικού. Θυμάμαι, επίσης, τον εξονυχιστικό έλεγχο των άπειρων φωτογραφιών, ώσπου να επιλεχθούν οι καλύτερες. Είχε μάλιστα γίνει ολόκληρη συζήτηση για το αν ένα ξέστρωτο κρεβάτι πίσω από την παρουσιάστρια παρέπεμπε σε… ακόλαστους συνειρμούς. Τελικά το αποτέλεσμα ικανοποίησε τη Φαίη, αλλά και το ανδρικό κοινό που έσπευσε στα περίπτερα για να την απολαύσει. (Το κρεβάτι πίσω της έμεινε άστρωτο)».
Θυμάμαι ακόμη το εξώφυλλο της Έλλης Κοκκίνου, παρότι δεν είχα κάνει εγώ τη συνέντευξη και δεν συμμετείχα στη φωτογράφηση. Όμως, μαζί με άλλους 30 ανθρώπους κοιτάγαμε το δοκίμιο του εξωφύλλου, τυπώσαμε το τεύχος, το βγάλαμε στα περίπτερα και μετά από κάποιες ημέρες κυκλοφορίας, παρατηρήσαμε έντρομοι πως φαινόταν η ρώγα της! Στην ερώτηση «μα καλά, τόσοι άνθρωποι δεν το είδατε;», η απάντηση ήταν ειλικρινής και ηλίθια: «Ε δεν το είδαμε! Και ας έβγαζε μάτι!».
Το τρίτο εξώφυλλο που σημάδεψε την τρυφερή, δημοσιογραφική μου καρδούλα, ήταν ένα μεγεθυμένο εξώφυλλο που κοσμούσε τον τίτλο απέναντι από το γραφείο μου. Ήταν η ολόγυμνη Δήμητρα Ματσούκα, περιχυμένη με σοκολάτα γάλακτος (νομίζω γάλακτος, γιατί αυτή τρώω).
«Σε άπειρα ξενύχτια του στυλ «Θεέ μου τι γράφω τώρα», κλεισίματα τευχών, χαμένα κείμενα αφού έχει βάλει την τελεία, τσακωμούς, και writers block, στην υπερμεγέθη Δήμητρα απέναντι έλεγα τον πόνο μου. Ήταν ο δικός μου, ολόγυμνος Sigmund Freud. Επίσης, όποτε την κοίταζα, μου άνοιγε η όρεξη για σοκολάτα. Ήμουν βλέμμα και υπογλυκαιμία. Αυτή η σχέση μεταξύ μας, ακόμη και ερήμην της, θα έπρεπε να τη βάλει στο φιλότιμο, να μου πληρώσει, αν μη τι άλλο, έναν διαιτολόγο».
Δημήτρης Μακαρατζής
(εργάστηκε στο Max)
Δύο ιστορίες μου έρχονται στο μυαλό από την περίοδο των περιοδικών. Η πρώτη είναι από το 1999. Ήμασταν στη Μύκονο και είχε έρθει στην Ελλάδα για να φωτογραφήσει ο Roberto Rocco τη Χριστίνα Δεσλή για το εξώφυλλο του Max. Μαζί του και η γυναίκα του που ήταν στυλίστρια. Ήταν καλοκαίρι, είχαμε νοικιάσει ένα αμάξι και μας είχε δώσει ένα ακόμα ο εκδότης μας Μανώλης Αναγνωστάκης.
Η φωτογράφηση γίνεται στην παραλία στο Αργάρι, έχει τρελή ζέστη, όλοι ήμασταν με τα μαγιό, η γυναίκα του Rocco topless, το μοντέλο εντελώς γυμνό και τα ρούχα όλων μας στο αμάξι του εκδότη. Ο Αναγνωστάκης έρχεται κάποια στιγμή στην παραλία για να δει πως πάει η φωτογράφηση και πάνω στη βιασύνη του παίρνει το αμάξι που μας είχε δώσει. Αυτό με τα ρούχα μας. Εμείς με τη δουλειά δεν το καταλαβαίνουμε και ξαφνικά μένουμε στην παραλία χωρίς ρούχα, εμείς με τα μαγιό και οι γυναίκες σχεδόν γυμνές.
Αρχίσαμε τα τηλέφωνα να τον βρούμε ώστε να γυρίσει πίσω, γιατί δεν μπορούσαμε να φύγουμε.
Το άλλο περιστατικό που δεν ξεχνάω είναι η φωτογράφηση του Σάκη Ρουβά για το εξώφυλλο του περιοδικού. Το concept ήταν να είναι ο Σάκης με 20 γυμνές γυναίκες γύρω του και να τον φωτογραφήσουμε από ψηλά. Ψάχνουμε για γερανό, αλλά τίποτα. Έτσι αναγκαστήκαμε να βρούμε ένα τεράστιο σανίδι που είχε μείνεις το στούντιο, να το σηκώσουμε αρκετές μοίρες και στείλαμε τον φωτογράφο στον 2ο όροφο (ευτυχώς που ήταν διώροφο το στούντιο) για να μοιάζει σωστή η φωτογραφία.
Στο τέλος από τη χαρά μας ανοίξαμε και σαμπάνιες!
Αντώνης Ντινιακός
(εργάστηκε στο Status)
Στη χώρα που εφύηρε το θέατρο, τη δημοκρατία και τα τασάκια που διαφημίζουν βουλκανιζατέρ, μια τζούρα extra σουρεαλισμού δεν έβλαψε κανέναν. Οκ, αυτός είναι ένας πρόλογος που σημαίνει ότι δεν έχω κάτι σέξι και ιδιαίτερο να διηγηθώ από την εποχή που οι lifestyle τσιχλόφουσκες διαχέονταν στο αέρα μέσα από αμήχανες συνομιλίες με καλλίγραμα μοντέλα και μοτάκια του τύπου «Θέλω το άντρα αρσενικό». Μισό, θέλω να ουρλιάξω λίγο. Ωραία, συνεχίζουμε.
Αρχές 2008, έχω προσληφθεί μόλις στο Status και η πρώτη συνέντευξη που μου αναθέτει ο φίλος και διευθυντής μου εκείνη την εποχή στο περιοδικό, Κίμωνας Φραγκάκης, είναι να μιλήσω με την Αλεξάνδρα Γκένις. Ναι, βασικά είχα ακριβώς την ίδια απορία με εσάς. «Ποια είναι ρε παιδιά η Αλεξάνδρα Γκένις;». Έπειτα από μια έρευνα-τομή για την ελληνική δημοσιογραφία που θα μπορούσε κάλλιστα να μου χαρίσει τις δύο πρώτες συλλαβές του Πούλιτζερ, μαθαίνω ότι η Αλεξάνδρα είναι ένα νέο κορίτσι από τον Καναδά, η οποία έχει φτάσει μόλις στην Ελλάδα να κάνει την τύχη της στο χώρο του μόντελινγκ. Συναντιόμαστε λοιπόν, σε ένα μικρό καφέ στο τίμιο και δημοκρατικό Παγκράτι για να μιλήσουμε.
Οι οδηγίες που είχα ήταν σαφείς: «Να βγει κάτι σέξι από τη συνέντευξη». Όπου «σέξι» σημαίνει άβολες ερωτήσεις για στάσεις και τάσεις, τις οποίες δεν μπορώ καν να αρθρώσω μπρος στην ζουμερή οικονομική μετανάστρια που στέκει απέναντί μου. Πρώτον διότι ήμουν άσχετος από τέτοιου τύπου συνεντεύξεις με μοντέλα και δεύτερον διότι ήμουν άσχετος από μοντέλα. Βάλε και λίγο αριστερές αγκυλώσεις στην εξίσωση –κληροδότημα του μπάρμπα μου και βαίνουμε με ασφάλεια προς την καταστροφή του πρώτου δείγματος δουλειάς μου. Κι ενώ κόβεις την αμηχανία στο αέρα με μαχαίρι, μου πετάει η Αλεξάνδρα στο 90’ ότι στο πανεπιστήμιο ήταν δεξί μπακ. Αυτό ήταν. Εικόνες του Τάσου Πάντου να προελαύνει από δεξιά στο «Γ. Καραϊσκάκης» και να σεντράρει στο Μικρολίμανο κατακλύζουν το αγχωμένο μου μυαλό. Αίφνης, ο πάγος σπάει. Διότι η Άλεξ δεν αγαπάει απλώς τη μπάλα, αλλά είναι ο Αλέφαντος με γόβες.
Μου κάνει ανάλυση που θα ανάγκαζε κάθε αξιοσέβαστο αλενατόρε να δακρύσει από συγκίνηση. Με τα πολλά η συνέντευξη βγήκε, ίσως όχι σέξι, αλλά τουλάχιστον αστεία. Γελάσαμε, τα ήπιαμε, ρίξαμε τη μπάλα στην κερκίδα και φύγαμε. Εγώ για να κάνω καριέρα στα lifestyle περιοδικά και εκείνη στο μόντελινγκ. Ευτυχώς δεν τα κατάφερε κανείς από τους δύο. Νομίζω λίγους μήνες αργότερα επέστρεψε πίσω στον Καναδά. Γιατί το καλό δεξί μπακ επιστρέφει πάντα στη θέση του. Φιλιά, Άλεξ!
Φροίξος Φυντανίδης
(εργάστηκε στο Max)
Ήταν στους πρώτους μήνες μου στο Max και γενικότερα σε κάποιο ανδρικό περιοδικό. Τότε μου ζήτησαν να κάνω μια συνέντευξη σε μια barwoman-υποδοχή club-μοντέλο. Ωραία κοπέλα, πολύ ωραία. Το κακό ήταν ότι εγώ είχα ξενυχτήσει το προηγούμενο βράδυ, πολύ όμως, και ότι δεν είχα κάνει πολλές ανάλογες συνεντεύξεις. ΄|σως να ήταν και η πρώτη μου με μοντέλο.
Πάω στο στούντιο που γινόταν η φωτογράφηση, η κοπέλα πόζαρε γυμνή και αφού τελειώνουν, ήρθε η ώρα της συνέντευξης. «Πάω να ετοιμαστώ και έρχομαι» μου λέει και μετά από 2 λεπτά εμφανίζεται φορώντας ένα στρινγκ. Τίποτα άλλο! Ξεκινάω τη συνέντευξη, αλλά δύσκολα τα πράγματα. Της ζητάω να ντυθεί κανονικά μπας και βγει το θέμα (ναι, τόσο φλώρος), μπας και περάσει ο πονοκέφαλος από το hangover. «Ναι» απαντάει και μετά από λίγο εμφανίζεται φορώντας απλά ένα πουκάμισο. Ανοικτό.
Από τις… χειρότερες συνεντεύξεις μου.