Διάβασα πρώτη φορά Καρυωτάκη σε μια ηλικία που δεν ήταν και η καταλληλότερη. Η μάνα μου φοβόταν μην αυτοκτονήσω και χάσει η δημοσιογραφία το μελλοντικό της αστέρι, ενώ οι καθηγητές μου με είχαν από κοντά μη φουντάρω από κανένα μπαλκόνι και χάσουν τον πρωτεργάτη των καταλήψεων στο σχολείο.
Ναι, προφανώς υπερβάλλω, αλλά όσο τα χρόνια περνούν και εκτιμώ όλο και περισσότερο τη θλιμμένη ποίησή του, κατανοώ ότι είναι μακράν ο πιο παρεξηγημένος ποιητής της χώρας μας. Η πλειοψηφία του αναγνωστικού (και μη) κοινού, γνωρίζει τον Καρυωτάκη ως τον πλέον καταθλιπτικό ποιητή, είτε τον έχει διαβάσει είτε όχι.
Όλες οι ιστορικές απόψεις συγκλίνουν στο ότι ο Καρυωτάκης ήταν όντως καταθλιπτικός κάτι που αντικατοπτρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα ποιήματά του. Αλλά γιατί αυτό είναι αρκετό για να επισκιάσει το τεράστιο λογοτεχνικό του έργο; Είναι πολύ πιθανό κάποιος να μη γνωρίζει ένα ποίημα του, αλλά είναι σχεδόν απίθανο να μην ξέρει ότι ο Καρυωτάκης είχε κατάθλιψη.
Η έννοια της ποίησης είναι γενικότερα παρεξηγημένη στην Ελλάδα (για εκτός Ελλάδας δε γνωρίζω). Ακούγοντας τον όρο “ποιητής” κάποιος φαντάζεται έναν ψυχασθενή τύπο που όλη μέρα γράφει και δεν κάνει τίποτα άλλο στη ζωή του, είναι αλκοολικός και ξυπνάει χωρίς λόγο τις νύχτες σημειώνοντας σκόρπιες λέξεις σε ένα τετράδιο. Δεν είναι ακριβώς έτσι.
Ο Καρυωτάκης ήταν νομικός και είχε περάσει ταραγμένα παιδικά χρόνια λόγω των συχνών μετακομίσεων από πόλη σε πόλη εξαιτίας της εργασίας του πατέρα του. Έζησε σε πολλές από τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, ωστόσο το σημείο αναφοράς του ήταν η Πρέβεζα. Εκεί πήγε ως υπάλληλος της νομαρχίας και έγραψε το ομώνυμο ποίημα που χρόνια αργότερα μελοποιήθηκε για να γίνει γνωστό από τη φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Σε αυτό το ποίημα φανερώνει τη θλίψη του τόσο για την υποχρεωτική μετάθεσή του εκεί (λόγω της έντονης συνδικαλιστικής του δράσης) όσο και για τις κατηγορίες περί μαστροπείας που του απέδιδαν.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«Υπάρχω;» λες, κ’ ύστερα «δεν υπάρχεις!»
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο Κύριος Νομάρχης.
Ήταν ροκ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως αρκετά από τα ποιήματά του, μελοποιήθηκαν από ροκ καλλιτέχνες με την αντίστοιχη μουσική ενώ ακόμα και σήμερα αποτελεί τεράστια πηγή έμπνευσης για νεότερους καλλιτέχνες.
Γνωρίζω πως είναι ο αγαπημένος ποιητής του Μίκη Θεοδωράκη. Ο ίδιος έχει μελοποιήσει αρκετά από τα έργα του ποιητή βοηθώντας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο στη διάδοση του λόγου του.
Το βράδυ πριν το θάνατό του είχε προσπαθήσει να πνιγεί αλλά μετά από δέκα ώρες ανεπιτυχούς προσπάθειας, αποφάσισε να αγοράσει περίστροφο. Λίγη ώρα μετά την αγορά του, το επέστρεψε πιστεύοντας ότι είχε βλάβη, ενώ απλά δεν το είχε απασφαλίσει. Το ίδιο βράδυ αυτοκτόνησε με μια σφαίρα στο στήθος.
Φοβάμαι πως ο Καρυωτάκης δεν έχει λάβει την αναγνώριση που του αξίζει σε αντίθεση με πολλούς άλλους. Προσωπικά τον θεωρώ τον κορυφαίο Έλληνα ποιητή (αν μπορεί να υπάρξει σύγκριση μεταξύ ποιητών). Λιγότερο λεξιπλάστης, πολύ λιγότερο αλληγορικός, αλλά με έκδηλη τη ρεαλιστική απαισιοδοξία που ίσως κανένας άλλος δεν έχει καταφέρει να αποδώσει τόσο έντονα.
Όποιος επιθυμεί να δει τη ζωή του ποιητή από μια άλλη σκοπιά μπορεί να παρακολουθήσει τη σειρά της Δημόσιας Τηλεόρασης που υπάρχει ολόκληρη στο ΥouΤube.