Τρίτη δημοτικού θα πήγαινα όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με το αρμόνιο. Στα πρώτα μαθήματα η δασκάλα κάθισε να μου μάθει ένα τραγούδι λίγο διαφορετικό από τα άλλα, στους στίχους του οποίου αναφερόταν μεταξύ άλλων το “δε θα περάσει ο φασισμός”. Το τραγούδι λεγόταν ”Το ακορντεόν” σε μουσική του Μάνου Λοΐζου.
Το πρώτο πράγμα που αναρωτήθηκα ήταν το εξής: ”Τι είναι ο φασισμός άραγε;”. Όταν αποτύπωσα το τραγούδι από την παρτιτούρα στα πλήκτρα άρχισα να καταλαβαίνω. Όπως κατάλαβα, στη συνέχεια, ότι ο Μάνος δεν είναι απλά και μόνο ένας συνθέτης πρότυπο για κάθε μουσικό, αλλά κι ένας άνθρωπος πρότυπο για κάθε υγιή νου.
Δε θα περάσει ο φασισμός, λοιπόν…
Γεννημένος το 1937 στην Αλεξάνδρεια, την πόλη του ποιητή Καβάφη, δεν συνήθιζε στα παιδικά του χρόνια να παίζει μπάλα όπως έκαναν οι συνομήλικοί του. Αντιθέτως, προτιμούσε να βγάζει τις πρώτες του μελωδίες στην κιθάρα.
Στη συνέχεια, σπουδάζει φαρμακευτική, αλλά τη σταματάει. Κάτι τον ενοχλεί… Ξεκινά σε σχολή εμπορίου, αλλά τη σταματά κι αυτήν. Κάτι τον βασανίζει… Αυτός ο νέος θέλει να γίνει μουσικός. Θα έρθει στην Αθήνα με σκοπό να πραγματοποιήσει το όνειρο του. Δουλεύει ως γκαρσόνι, ενώ για να συμπληρώσει τα προς το ζην, παίζει ερασιτεχνικά μουσική. Η τύχη φέρνει στον δρόμο του τον Μίμη Πλέσσα, τον καλλιτέχνη που τον πιστεύει όσο κανείς και του πληρώνει τα πάντα για να τον στείλει στη δισκογραφική εταιρία ”Φιντέλιτυ”.
Για λίγους μήνες μόνο…
Όταν η πατρίδα του στέκεται και πάλι στα πόδια της, ο Λοΐζος είναι εκεί για να της χαρίσει και πάλι απίστευτες δημιουργίες. Ονόματα όπως η Μαρία Φαραντούρη, ο Γιάννης Πουλόπουλος, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Στέλιος Καζαντζίδης και φυσικά ο φίλος του και στιχουργός του Λευτέρης Παπαδόπουλος θα περάσουν από τις παρτιτούρες του Μάνου.
”Γιατί είχα χέρια καθαρά και μια καρδιά μεγάλη…”
Σωκράτη, δείξε μας ποιος ήταν ο Μάνος Λοΐζος…