Ξένος, Πανούκλα, Πτώση… Η τριλογία που εξύψωσε τον Αλμπέρ Καμύ στα ουράνια της λογοτεχνικής και αναγνωστικής κοινότητας κι εν τέλει τον “παρασημοφόρησε” το 1957 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας (ένα βραβείο που ο ίδιος θεώρησε ότι έπρεπε να δοθεί σε έναν άλλο μεγάλο της εποχής, τον Νίκο Καζαντζάκη.)
Ένα χρόνο νωρίτερα, το 1956, ήταν που ο γάλλος αυτός συγγραφέας, φιλόσοφος, δραματουργός και μάχιμος δημοσιογράφος, ολοκληρώνει την “Πτώση” (εκδόσεις Ατραπός, 2014): ένα βιβλίο που πραγματεύεται με τον πλέον εύγλωττο τρόπο δύο στοιχεία-πυλώνες του δυτικού πολιτισμού, την (ψευδο)ηθική της καθημερινότητας μας δηλαδή, και την επίπλαστη ευμάρεια.
Το έργο ξεκινάει με έναν ασυνήθιστα ειλικρινή και καταιγιστικό μονόλογο από έναν άντρα που κρατάει στο χέρι του ένα ποτήρι τζιν. Κι αυτό, στο Μέξικο Σίτι, ένα κακόφημο μπαρ του Άμστερνταμ που λατρεύει να εξυπηρετεί τους ναυτικούς του κόσμου. Ωστόσο ο εξομολογούμενος άνδρας και κεντρικός ήρωας του βιβλίου, δεν ανήκει στη συνομοταξία των θαλασσόλυκων. Πρόκειται για τον Ζαν Μπατίστ Κλαμάνς, έναν γάλλο που κάποτε δικηγορούσε και μεγαλουργούσε στο κοσμικό Παρίσι. Οι λόγοι, όμως, που τον οδήγησαν στη συγκεκριμένη συνοικία της Ολλανδικής πρωτεύουσας -αν και αρχικά κρυπτόμενοι- όσο προχωράει η αφήγηση ξεδιπλώνονται μπροστά σου.
Ο Ζαν Μπατίστ Κλαμάνς, λοιπόν, ξεκινά μέσα στο κακόφημο αυτό μέρος μια αυτοκριτική που εξελίσσεται σε αέναη εσωτερική πάλη. Το πρότυπο του ανδρός, που τυγχάνει της καθολικής αποδοχής τόσο σε επαγγελματικό-κοινωνικό όσο και προσωπικό επίπεδο, αρχίζει μέσα από την εξομολόγησή του να σχηματοποιεί ένα αντιπρότυπο που λέξη με τη λέξη φθίνει. Μια κατασκευασμένη προσωπικότητα από τα χειρότερα υλικά που εν αφθονία βρίσκονται σε κάθε γωνιά του δυτικού κόσμου: την απληστία, την υποκρισία, τον εγωκεντρισμό.
(…)Θέλουν να γίνουν όλοι πλούσιοι. Γιατί; Αναρωτηθήκατε ποτέ; Για τη δύναμη, βέβαια. Ιδιαίτερα, ωστόσο, γιατί τα πλούτη σάς απαλλάσσουν από την άμεση κρίση, σας βγάζουν απ’ τον όχλο του υπόγειου μετρό, για να σας κλείσουν μέσα σε ένα επινικελωμένο αμάξι, σας απομονώνουν σε μεγάλα φυλασσόμενα πάρκα, σε βαγκόν-λι, σε καμπίνες πολυτελείας. Τα πλούτη, αγαπητέ φίλε, δεν είναι ακόμη η αθώωση, αλλά η αναβολή, κάτι που αξίζει πάντοτε τον κόπο να το παίρνουμε…
Την προσωπικότητα αυτή, ο Ζαν Μπατίστ την κρατούσε καλά κρυμμένη για χρόνια. Μέχρι το τραγικό εκείνο βράδυ που βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα καθ’ όλα περίεργο συμβάν σε μια γέφυρα του Σηκουάνα. Από τη στιγμή εκείνη, αρχίζει να ξετυλίγεται σιγά-σιγά το κουβάρι εκείνο που καταλήγει στα πόδια ενός αντιήρωα πλήρως συνειδητοποιημένου για την ανυπαρξία έστω και της ελάχιστης ηθικής στον προγενέστερο του βίο.
Ένα βιβλίο που δεν αξίζει απλά, αλλά απαιτείται να διαβαστεί. Κι αν θα έπρεπε να τονίσουμε ένα και μόνο στοιχείο που εκπορεύεται από την ανάγνωση του είναι αυτό και μόνο αυτό: Προσοχή, προσοχή! Δημιουργεί συνειρμικές ταυτίσεις. Αυτή, φαντάζομαι, ήταν και η βασική στοχοθεσία του Καμύ όταν γέμιζε με μελάνι τις λευκές του σελίδες που μετουσιώθηκαν στην “Πτώση”.