Μπορεί ένας ποδοσφαιριστής ν’ αγαπηθεί απ’ όλες τις κερκίδες που τον είδανε να παίζει, χωρίς να πουλήσει ούτε στιγμή οπαδιλίκι στην καριέρα του; Μπορεί ένας ποδοσφαιριστής να παίξει και στις 3 “μεγάλες ομάδες” μιας χώρας, κι ωστόσο ποτέ κανείς να μην τον πει “προδότη”; Μπορεί ένας ποδοσφαιριστής στα 37 του, (σχεδόν) χωρίς φυσική κατάσταση (!) να είναι η αρχή και το τέλος της ομάδας του; Μπορεί ρε παιδί μου ένας ποδοσφαιριστής να είναι το αθλητικό εφάμιλλο ζωγράφου της Αναγέννησης; Δεν μπορεί! Μπόρεσε…
Ιταλός, γιατί εκεί γεννιούνται οι καλλιτέχνες. “Οργανωτής” γιατί σ’ αυτή τη θέση μετράει περισσότερο απ’ όλα το μυαλό. Πάντα ψύχραιμος, πάντα ήρεμος – σ’ ένα ποδόσφαιρο γεμάτο τρεξίματα και πνευμόνια, εκείνος έπαιζε σκάκι κι άφηνε το κεφάλι του να τρέξει όπου δεν μπορούν να τον φτάσουνε τα πόδια του αντιπάλου. Ήταν μια, ήταν δυο, ήταν τρεις κινήσεις μπροστά. Ήταν…
…ο Αντρέα Πίρλο: ο τελευταίος καλλιτέχνης των ευρωπαϊκών γηπέδων!
Πρώτα έγινε ο νεότερος παίκτης της Μπρέσια που πατάει γήπεδο “Α’ Εθνικής” (Serie A). Ύστερα, λίγα χρόνια μετά, έγινε βασικός για να βρεθεί η υποβιβασμένη Μπρέσια ξανά στη μεγάλη κατηγορία. Η Ίντερ τον είδε, τον πήρε, δεν τον αξιοποίησε ποτέ. Τον έδωσε όμως δανεικό στη Ρετζίνα, κι ο πιτσιρίκος Αντρέα έβγαλε μάτια. Την επόμενη χρονιά λοιπόν, η Ίντερ… τον έδωσε δανεικό! Ξανά! Κι ο Πίρλο φόρεσε τα μπλε της Μπρέσια. Ξανά!
Σαν σωστή αναγεννησιακή ιστορία λοιπόν, εκεί, στην πατρίδα του, δανεικός κι ίσως απογοητευμένος, ο Αντρέα γνώρισε τον Καραβάτζιο του. Τον Τιτσιανό του. Το μέντορα, τον άνθρωπο που πήρε μια απόφαση κι άλλαξε τη ζωή του Πίρλο και την πορεία μιας σειράς τεράστιων ομάδων της Ιταλίας. Ήταν ο προπονητής Κάρλο Ματσόνε που κοίταξε στο μέλλον κι αποφάσισε…
…”Δεν θα παίζεις 10άρι. Θα γίνεις… 6μισάρι!”
Ο Πίρλο βρέθηκε πίσω απ’ τη γραμμή του κέντρου, κι εκεί βρήκε το χώρο και το χρόνο για να δημιουργήσει. Δεν ήταν πια ο τύπος που έπρεπε απλώς να “φτιάχνει” το γκολ. Ήταν ο οργανωτής, ο καθοδηγητής, ο οδηγός ολόκληρης της ομάδας. Η μπάλα πέρναγε απ’ τα πόδια του κι αυτός έπαιρνε τις αποφάσεις. Κι όταν κάποιος συμπαίκτης του πιεζόταν, ήξερα: η μπάλα στον Αντρέα, η πιο σίγουρη επιλογή!
Και κάπως έτσι, βρέθηκε στη Μίλαν. Και κάπως έτσι, σήκωσε δύο Τσάμπιονς Λιγκ. Κι ύστερα ένα Μουντιάλ με την εθνική Ιταλίας. Και στο φινάλε, πήγε στη Γιουβέντους, να πάρει 4 σερί πρωταθλήματα, να βρεθεί σ’ ακόμα έναν τελικό Τσάμπιονς Λιγκ και να ολοκληρώσει το μύθο του. Καλλιτέχνης ήταν ήδη, μα στη Γιουβέντους και στη “δική του” πια squadra azzura, έγινε ο ηγέτης. Ο αρχηγός. Ο “πατέρας” που μπορούσε να διαχειριστεί νηφάλια αυτό που φαίνεται βουνό για τα παιδάκια: τη μπάλα που… καίει, στα πόδια του. Ο παίκτης που “δεν θα την πουλήσει” όπως και να του τη δώσεις. Ο φιλόσοφος που μοίραζε ψύχραιμες συμβουλές (σε μορφή 40άρας μπαλιάς!) στους πιτσιρικάδες που τρέχουν πολύ και “κουράζουν” ένα απλό παιχνίδι.
Δεν τον φαντάζεσαι προπονητή. Τον φαντάζεσαι… μαέστρο!
Τελικά, το πιο χαρακτηριστικό πράγμα που μπορεί να πει κανείς για τη φυσιογνωμία αυτού του απίθανου τύπου, αντικατοπτρίζει τέλεια και το ποδοσφαιρικό του παιχνίδι. Τον Πίρλο τώρα πια, που έχει σταματήσει να παίζει, δεν τον φαντάζεσαι προπονητή. Το φαντάζεσαι μαέστρο! Ή συγγραφέα. Τον ακούς να λέει πως θέλει ν’ ασχοληθεί με τους αμπελώνες του, να φτιάχνει το κρασί του στην ιταλική ύπαιθρο, και λες: “ναι, αυτό το μέλλον ταιριάζει σ’ αυτό τον τύπο, σ’ αυτό το στιλάκι, σ’ αυτό το μαλλί και το μούσι!”. Κι αυτό, δεν είναι μονάχα φυσιογνωμικό συμπέρασμα. Είναι και ποδοσφαιρικό.
Γιατί ο Πίρλο, δεν ήταν ποτέ του ποδοσφαιριστής. Ήταν ένας ζωγράφος που επέλεξε να ζωγραφίζει με μπάλα στο γρασίδι κι όχι με πινέλο στον καμβά. Ήταν ένας ποιητής που τα ποιήματά του είχανε φάλτσο και τροχιά στη θέση της ομοιοκαταληξίας. Ήταν ένας καλλιτέχνης, που φρόντιζε κάθε του αγώνας να ‘ναι παράσταση. Κάθε του σουτ να ‘ναι κονσέρτο, κάθε μπαλιά του να ‘ναι στίχος και κάθε άγγιγμα της μπάλας να είναι πινελιά στο δρόμο για ένα ακόμα αριστούργημα. Κι όταν το ματς τελείωνε, τον Πίρλο δεν τον φανταζόσουνα να κάνει αποθεραπεία. Τον φανταζόσουνα σε μποέμικα μπαρ με αρωματικά κρασιά, να συζητάει για ρεύματα και τεχνοτροπίες.
Και τώρα πια, που το ποδόσφαιρο αφήνεται στην ταχυδύναμη και δεν αφήνει χώρο για “καλές τέχνες”, αν είσαι δικός μας κι αν νοσταλγείς την εποχή της “Αναγέννησης”, δεν μπορεί παρά να σκέφτεσαι το ίδιο πράγμα κάθε φορά που ακούς Αντρέα Πίρλο. Πως είναι τόσο άδικο που κάποια σουτ και κάποιες σέντρες, δεν γίνεται να έχουν από κάτω την υπογραφή του ζωγράφου…