Αργά και σταθερά, ανεβαίνει τα σκαλοπάτια. Από το ησυχαστήριο των αποδυτηρίων, σε λίγο θα βρίσκεται στο κολαστήριο του τερέν ενός εκ των πλέον ιστορικών γηπέδων της υφηλίου, του θρυλικού “Μπομπονέρα”. Πλάι του, ανηφορίζουν τα σκαλιά και τα παιδιά του, που κοιτούν εκστασιασμένα τριγύρω με ανοιχτό το στόμα. “Τι θόρυβος είναι αυτός, μπαμπά;!”, ίσως να σκέφτονται, ανίκανα να αντιληφθούν σε όλο της το μέγεθος τη ψύχωση που έχουν οι οπαδοί της Μπόκα προς το πρόσωπο του πατέρα τους.

11 χρόνια απόστασης, ήταν πολλά. Ωστόσο, σε αυτή τη σχέση το ρητό που ορίζει πως “τα μάτια που δεν βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται”, δεν ίσχυσε ποτέ. Όταν το μακρινό 2004, ο Κάρλος Τέβεζ άφησε την ομάδα που ανδρώθηκε για να μεταπηδήσει στην βραζιλιάνικη Κορίνθιανς και στη συνέχεια για να περιπλανηθεί επί μία δεκαετία στα σαλόνια της Πρέμιερ Λιγκ και του Καμπιονάτο, δεν έβγαλε ποτέ από το μυαλό του τη σκηνή της επιστροφής του στην πατρίδα και την λατρεμένη του Μπόκα.

Το όνειρο αυτό πραγματώθηκε χθες, με την θριαμβευτική του είσοδο στο γήπεδο που πρωτοφόρεσε τη φανέλα της αγαπημένης του ομάδας. Κι εκεί, όπως άλλωστε συνηθίζεται σε παρουσιάσεις νεοαποκτηθέντων, βρίσκονταν χιλιάδες οπαδοί της ομάδας. Αυτό που δεν συνηθίζεται, βέβαια, είναι ο αριθμός αυτός να υπερβαίνει τις 40.000…

Με τη φανέλα με το νούμερο 10 στην πλάτη, σκύβει και φιλάει το χορτάρι.

Μια κίνηση που ίσως να φάνταζε “λαϊκίστικη” σε άλλες περιπτώσεις, στην περίπτωση του Τέβεζ αντικατοπτρίζει ένα σκηνικό από μια ιδιότυπη τελετουργία: η επιστροφή του ξενιτεμένου πιστού στο ναό της ενορίας του.

Ο… κοχονάτος επιθετικός σηκώνει το κεφάλι ψηλά προς τα θεωρεία, για να δει το ποδοσφαιρικό ίνδαλμα κάθε αργεντίνου (και όχι μόνο) να τον αποθεώνει. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα, δεν επευφημεί απλώς υπέρ της επιστροφής του Καρλίτο. Έχει ετοιμάσει, κιόλας, ένα πανό στο οποίο αναγράφεται “Καρλίτο, σε ευχαριστούμε που επέστρεψες”.

Κάνει το γύρω του γηπέδου. Κοιτάζει στα μάτια τους οπαδούς στις πρώτες σειρές, με τους οποίους τα λέει στη δική τους γλώσσα. Αυτήν που μονάχα ένας παίκτης-σημαία μπορεί να επικοινωνήσει. “Σας αγαπώ”, τους λέει και τα δάκρυά του μαρτυράνε πως το εννοεί. Φλας, φωτογραφίες, χειραψίες, αγκαλιές, φιλιά…

Και ξανά μανά μπροστά του τα σκαλάκια της φυσούνας. Αυτή τη φορά τα κατεβαίνει. Όταν τα ξανανέβει, η απόλυτη ποδοσφαιρική ονείρωξη για κάθε ποδοσφαιριστή που ανήκει στην ίδια ράτσα με τον Τέβεζ, θα έχει λάβει σάρκα και οστά.

11 χρόνια ήταν πολλά…