Η κατάθλιψη αποτελεί πλέον μία από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες κρίσεις υγείας, με 264 εκατομμύρια ανθρώπους να υποφέρουν καθημερινά από αυτή την αόρατη ασθένεια, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2020). Κι όμως, παρά τη δραματική της αύξηση και τη σοβαρότητα των επιπτώσεών της, παραμένει υποτιμημένη και πολλές φορές παρεξηγημένη από την κοινωνία, με αποτέλεσμα πολλοί να μην κατανοούν ούτε την ένταση ούτε το βάρος της. Ενώ συχνά συζητείται ως μια ατομική μάχη, η αλήθεια είναι πως η κατάθλιψη έχει φτάσει να επηρεάζει κάθε γωνιά του πλανήτη, πλήττοντας άτομα κάθε ηλικίας, φύλου και κοινωνικής τάξης.
Παγκοσμίως, η κατάθλιψη είναι η κύρια αιτία αναπηρίας και η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου στις ηλικίες 15 έως 29 ετών. Αυτό από μόνο του δείχνει τη δύναμη της διαταραχής, ειδικά σε νεαρές ηλικίες όπου θα περίμενε κανείς ενέργεια, αισιοδοξία και όνειρα για το μέλλον. Τα νούμερα σοκάρουν: το 14,4% των εφήβων ηλικίας 12 έως 17 ετών στις ΗΠΑ αναφέρει πως έχει βιώσει τουλάχιστον ένα μεγάλο καταθλιπτικό επεισόδιο το 2018. Αντίστοιχα, το ποσοστό στους νέους ενήλικες ηλικίας 18 έως 25 φτάνει στο 13,8%. Και αυτή η αύξηση δεν είναι απλώς αποτέλεσμα καλύτερης διάγνωσης· είναι ένα ανησυχητικό σύμπτωμα της πίεσης και της αποξένωσης που βιώνουν οι νέοι στις σύγχρονες κοινωνίες.
Ειδικά η πανδημία επιδείνωσε την κατάσταση, με πολλούς ανθρώπους να απομονώνονται, να χάνουν θέσεις εργασίας, να αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες και να βιώνουν απώλειες αγαπημένων προσώπων. Η μετά-COVID εποχή έχει αφήσει ένα τραύμα που, σε πολλές περιπτώσεις, πυροδοτεί ή εντείνει καταθλιπτικά επεισόδια. Στο παγκόσμιο επίπεδο, η κατάσταση είναι ακόμα πιο δυσοίωνη. Σε χώρες με περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, η κατάθλιψη παραμένει αδιάγνωστη και αθεράπευτη, αφήνοντας εκατομμύρια ανθρώπους να παλεύουν μόνοι τους, συχνά οδηγώντας σε αυτοκτονία.
Πόσο συχνά η κατάθλιψη οδηγεί στην αυτοκτονία
Η αυτοκτονία, άλλωστε, συνδέεται άμεσα με την κατάθλιψη. Το 2020, η Αμερικανική Ένωση Αυτοκτονιών ανέφερε ότι δύο στους τρεις ανθρώπους που αυτοκτονούν πάσχουν από κατάθλιψη. Στην πραγματικότητα, το 1% των γυναικών και το 7% των ανδρών που έχουν διαγνωστεί με κατάθλιψη τελικά αφαιρούν τη ζωή τους. Αυτά τα νούμερα είναι συγκλονιστικά και αναδεικνύουν την τραγική πλευρά της διαταραχής, η οποία καταπνίγει κάθε αίσθηση ελπίδας και σημασίας στη ζωή ενός ανθρώπου.
Ένα από τα πιο τραγικά παραδείγματα της σοβαρότητας της κατάθλιψης αφορά τους νέους φοιτητές. Από το 2013 έως το 2018, η συχνότητα σοβαρής κατάθλιψης μεταξύ των φοιτητών αυξήθηκε από το 9,4% στο 21,1%. Η ακαδημαϊκή πίεση, η απομόνωση από την οικογένεια και τους φίλους, καθώς και οι οικονομικές δυσκολίες αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για αυτή την απότομη άνοδο. Είναι ανησυχητικό το πώς οι νεαρές ηλικίες, αντί να ανθούν, βυθίζονται στη θλίψη και την απομόνωση.
Αν και η κατάθλιψη πλήττει άτομα όλων των ηλικιών, η εικόνα διαφέρει ανάλογα με το φύλο και τη φάση της ζωής. Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι γυναίκες είναι σχεδόν δύο φορές πιο πιθανό να βιώσουν κατάθλιψη σε σύγκριση με τους άνδρες. Αυτή η ανισότητα οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως οι ορμονικές αλλαγές, οι κοινωνικοί ρόλοι και η πίεση που ασκείται στις γυναίκες, ειδικά όσον αφορά τη μητρότητα. Η επιλόχειος κατάθλιψη, για παράδειγμα, επηρεάζει το 10% έως 20% των γυναικών που γεννούν. Αλλά και οι άνδρες, παρότι συχνά στιγματίζονται, δεν μένουν αλώβητοι από αυτή τη μάστιγα, ειδικά σε περιόδους μετάβασης, όπως η γονεϊκότητα ή η συνταξιοδότηση.
Η αλήθεια είναι ότι, ενώ η κατάθλιψη μπορεί να επηρεάσει οποιονδήποτε, οι παρεξηγήσεις γύρω από αυτήν την ασθένεια συχνά οδηγούν στην υποτίμησή της. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η κατάθλιψη είναι απλώς μια «κακή διάθεση» ή ένα «περαστικό μπλε». Όμως, η πραγματικότητα είναι πιο σκληρή. Οι άνθρωποι που πάσχουν από κατάθλιψη περιγράφουν συχνά τη ζωή τους σαν να έχει χάσει κάθε χρώμα και σκοπό. Πολλοί δυσκολεύονται να σηκωθούν από το κρεβάτι, να ολοκληρώσουν τις απλές καθημερινές τους δραστηριότητες ή να αισθανθούν ευχαρίστηση σε ό,τι τους άρεσε κάποτε.
Κι ενώ τα θεραπευτικά μέσα υπάρχουν — είτε με τη μορφή φαρμακευτικής αγωγής είτε με ψυχοθεραπεία — η πρόσβαση σε αυτά είναι συχνά περιορισμένη, ειδικά σε χώρες με χαμηλό εισόδημα ή ανεπαρκές σύστημα υγείας. Ακόμα και στις ανεπτυγμένες χώρες, όπου η θεραπεία είναι πιο προσβάσιμη, η κοινωνία συχνά δεν ενθαρρύνει τη συζήτηση γύρω από την ψυχική υγεία. Οι άνθρωποι διστάζουν να ζητήσουν βοήθεια, φοβούμενοι τον στιγματισμό ή την απόρριψη.
Η παγκόσμια αύξηση της χρήσης αντικαταθλιπτικών είναι ενδεικτική της εξάπλωσης της κατάθλιψης. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, σχεδόν 25 εκατομμύρια ενήλικες λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά για περισσότερα από δύο χρόνια, μια αύξηση 60% από το 2010. Οι γυναίκες είναι δύο φορές πιο πιθανό να λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά από τους άνδρες, γεγονός που καταδεικνύει τη μεγαλύτερη ευαλωτότητα τους απέναντι στην κατάθλιψη, αλλά και την αυξημένη τους τάση να ζητούν βοήθεια.
Ωστόσο, δεν πρέπει να εστιάζουμε μόνο στις στατιστικές· η κατάθλιψη είναι μια ανθρώπινη εμπειρία, βαθιά και σκοτεινή, που επηρεάζει τις σχέσεις, την εργασία και την προσωπική ταυτότητα. Η ελπίδα, όμως, βρίσκεται στην κατανόηση. Είναι απαραίτητο να αρχίσουμε να μιλάμε ανοιχτά για την κατάθλιψη, να εκπαιδεύουμε τους ανθρώπους και να χτίζουμε ένα περιβάλλον όπου η ψυχική υγεία δεν θα αποτελεί ταμπού, αλλά μια κοινή ανθρώπινη πραγματικότητα.
Μια διαφορετική πρωτοβουλία πολιτών στην Ε.Ε.
Σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη κρίση ψυχικής υγείας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να λάβει μέτρα για την προώθηση νέων, καινοτόμων θεραπειών, συμπεριλαμβανομένων των ψυχεδελικών ουσιών. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία πολιτών που κατατέθηκε πρόσφατα στην Ε.Ε., ζητώντας από την Επιτροπή να διασφαλίσει την ισότιμη, ασφαλή και προσιτή πρόσβαση σε θεραπείες υποβοηθούμενες από ψυχεδελικά, όπως η ψιλοκυβίνη και το MDMA.
Η πρόταση επισημαίνει την ανάγκη για συνεργασία με εμπειρογνώμονες, ώστε να καθοριστούν τα πρότυπα θεραπείας, καθώς και η κατάρτιση των θεραπευτών. Η πρωτοβουλία δεν περιορίζεται μόνο στη χρήση αυτών των ουσιών, αλλά ζητά επίσης να ενισχυθεί η έρευνα και η ρύθμιση για την ασφαλή και αποτελεσματική εφαρμογή τους στην ψυχική υγεία. Η σημασία αυτού του ζητήματος είναι προφανής, καθώς ένας στους έξι Ευρωπαίους πάσχει από ψυχικά νοσήματα, και περίπου το 50% των ασθενών δεν ανταποκρίνεται στις παραδοσιακές θεραπείες.
Τα ψυχεδελικά φάρμακα, που έχουν αναγνωριστεί ως «ρηξικέλευθες θεραπείες» σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία, έχουν δείξει πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα σε κλινικές δοκιμές για τη θεραπεία της κατάθλιψης, της διαταραχής μετατραυματικού στρες και άλλων ψυχικών διαταραχών. Η πρωτοβουλία αυτή, αν υιοθετηθεί, θα μπορούσε να προσφέρει μια νέα ελπίδα για εκατομμύρια ασθενείς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ παράλληλα θα ανοίξει τον δρόμο για νέες προσεγγίσεις στην ψυχική υγεία.