Σε μια νότια πόλη του Καναδά που συνορεύει με το Ντιτρόιτ, συνοδηγός στο αμάξι που οδηγάει η Καναδή βαφτιστήρα του πατέρα μου. Μόλις μας έχει πιάσει κόκκινο στο φανάρι και δίπλα μας έχει σταματήσει ένα εξωπραγματικό αμάξι με μία εξίσου εξωπραγματική οδηγό.
Το βλέμμα μου πάει αυτόματα από τα γυαλισμένα ζαντολάστιχα στην πανέμορφη ιδιοκτήτρια. Μου χαμογελάει. Πάνω σε ένα φύλλο χαρτί που είχα εύκαιρο, ξεκινάω να γράφω τα προσωπικά μου στοιχεία και 2-3 ατού μου που θα μπορούσαν να την πείσουν ότι το να παντρευτεί έναν Έλληνα τουρίστα δεν είναι τόσο κακή επιλογή όσο ακούγεται. Δεν προλαβαίνω να της το δώσω και η Ναρέν με ξυπνάει από το όνειρό μου. “Το συνηθίζουμε εδώ στον Καναδά. Κάθε φορά που το βλέμμα μας διασταυρώνεται με εκείνο κάποιου άλλου, του χαμογελάμε. Κι ας είναι και ξένος”.
Το κατά φαντασία λαβ στόρι μου θα μπορούσε να έχει τίτλο “Το Θύμα της Μηχανιστικής Ευγένειας“. Κι όταν αναφερόμαστε στη Μηχανιστική Ευγένεια, προφανώς εννοούμε όλους εκείνους τους άγραφους κανόνες ευγενικής συμπεριφοράς που επηρεάζουν οριζόντια τις καθημερινές σχέσεις ανθρώπων που έχουν την τύχη να ξοδεύουν τη ζωή τους σε μια πολιτισμένη κοινωνία όπως ο Καναδάς. “Θα είμαι ευγενικός απέναντί σου κι ας το κάνω ρομποτικά”, λένε. Μου κάνει, το αγοράζω. Χίλιες φορές το αυτοματοποιημένο savoir vivre τους, παρά ο ενσυνείδητος κοινωνικός κανιβαλισμός που -χωρίς να θέλω να φανώ μηδενιστής- έχει κατακλύσει τις δικές μας, τις νεοελληνικές διαπροσωπικές σχέσεις.
Φαντάζομαι, δεν είμαι ο πρώτος που του έχει τύχει να γκρεμιστεί η ψυχολογία του από μία αγενή συμπεριφορά. Ούτε ο τελευταίος που είδε την ημέρα του να φτιάχνει επειδή έπεσε πάνω σε ένα απρόσμενο κρούσμα ευγένειας. Και οι δύο περιπτώσεις έχουν να κάνουν με την τυχαιότητα. Ωστόσο, αυτό που όλοι μας έχουμε ως κοινό είναι η συχνότητα που τις συναντάμε.
Ευχαριστώ, παρακαλώ, καλημέρα και χαμογελώ
Η μεν πρώτη εμφανίζεται περισσότερο συχνά από τη δεύτερη κι ας είναι απρόσκλητη. Γεγονός που όσο να ‘ναι έχει άμεσο αντίκτυπο στην ίδια μας τη ψυχολογία. Δεν είναι το ίδιο να μπαίνεις στο γραφείο ή στο σπίτι σου ενώ μόλις σε έχει γαμωσταυρίσει ένας άγνωστος για μια θέση πάρκινγκ, από το να ξεκινάς την εργασιακή σου μέρα έχοντας προ ολίγου ακούσει έναν ξένο να σε φωνάζει από μακριά για να πας να παρκάρεις στη θέση του. Το υπόλοιπο της ημέρας μπορεί να χορέψει πάνω στους ρυθμούς που όρισε η μία ή η άλλη κατάσταση.
Φαντάσου τώρα, τον αντίκτυπο που έχουν όλα αυτά τα μικροπεριστατικά καθημερινής αγένειας και ευγένειας συσσωρευμένα. Φαντάσου την επίδραση που ασκούν όταν καθρεφτίζονται στη και συνδιαμορφώνουν τη ψυχολογία κάθε ενός εξ ημών. Κλωνοποίησε 1000 χέρια ούγκανων ταξιτζήδων υψωμένα στον αέρα να μοιράζουν μούτζες δεξιά κι αριστερά. Φτιάξε τώρα και μια εικόνα από 1000 χαμογελαστούς ταξιτζήδες να κάνουν νόημα στους πεζούς για να περάσουν και κράτα εκείνη που στο σουρεαλισμό της βλέπεις το μέλλον σου όπως θα ήθελες να είναι.
Και τώρα Χτίσ’το!
Το λέω και το ξαναλέω και προφανώς δεν λέω κάτι καινούργιο: Η επανάσταση της καφρίλας στην Ελλάδα έχει καταλάβει τα πιο νευραλγικά σημεία της ζωής μας. Η επικράτηση του είρωνα και του τσαμπουκαλή, της ματσό συμπεριφοράς και του δίκιου του ισχυρού σε δρόμους, Μ.Μ.Μ, σχολεία, δουλειές και οικογενειακά τραπέζια, τείνει να γίνει καθολική. Το γκαρσόν στην καφετέρια που του μίλησα λες και είναι δούλος μου, ο περιπτερατζής που του είπα καλημέρα και βαρέθηκε να ανοίξει το στόμα του, εκείνη η γιαγιά στο μετρό που ποτέ δεν της παραχώρησα τη θέση μου, ο συνάδελφος που ξέσπασα πάνω του τα νεύρα που κουβαλούσα από το σπίτι μου, ο μπόμπιρας που του έμαθα να λέει “μαλάκα” αφήνοντας εκτός διδακτέας ύλης τα “ευχαριστώ” και τα “παρακαλώ”.
Απέναντι σε όλα τα παραπάνω, η αντεπανάσταση της Ευγένειας είναι η μόνη απάντηση. Δεν γινόμαστε φλώροι ούτε μαλθακοί αν τρέξουμε να την υπηρετήσουμε και προφανώς δεν αποτελεί ένδειξη αδυναμίας το να αντιμετωπίζουμε την αγένεια που μας περιτριγυρίζει με τον αντιπερισπασμό της Ευγένειας.
Άλλωστε, ότι δίνεις παίρνεις. Όσο πιο πολλές οι καλημέρες που θα απευθύνεις – ειδικά εκείνες που γνωρίζεις ότι θα μείνουν αναπάντητες – τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες να σου γυρίσουν κάποια μέρα μπούμερανγκ και μαζεμένες. Η ευγένεια, ρομποτική ή έμφυτη μικρή σημασία έχει, θέλει υπομονή για να κυριαρχήσει και να γίνει έξη. Όπως στον Καναδά…
Εκεί όπου ένα χαμόγελο στο φανάρι δεν είναι μονοπώλιο του πέφτουλα ή του περίεργου, αλλά μιας όμορφης (μέσα κι έξω) άγνωστης που σου χαμογελά βάζοντας το χεράκι της στο να έχεις μια καλή μέρα. Και οι καλές οι μέρες είναι αυτές που γεννούν καλούς ανθρώπους. Εκείνους που στην τελική δημιουργούν κοινωνίες μέσα στις οποίες απολαμβάνεις να ζεις…