Όταν βγήκα από το σπίτι μου στις 5μιση τα ξημερώματα για να κατέβω Κέντρο και να κάνω το συγκεκριμένο θέμα, άκουσα ένα υπόκωφο γέλιο. Ήταν που γελούσαν τα τσιμέντα της γειτονιάς. «Πού πας ρε κακομοίρη τέτοια ώρα;», τα άκουσα να λένε χαιρέκακα. «Πάω να δω τι ακριβώς παίζει με τους Wake Up Street», τους απάντησα κι αφού χασμουρήθηκα, προχώρησα με σκυφτό το κεφάλι μέχρι το αυτοκίνητο.
Φτάνοντας στο προκαθορισμένο σημείο του ραντεβού, απέναντι ακριβώς από το Παναθηναϊκό Στάδιο κι ενώ ο ήλιος αρνιόταν ακόμη πεισματικά να φανεί στον ουρανό της Αθήνας, παίρνω μια πρώτη γεύση από τους Wake Up Street: την ομάδα, δηλαδή, που σηκώνεται μέσα στα άγρια χαράματα κάθε Τετάρτη και τρέχει σε διάφορα σημεία της πόλης σαν να… μην τρέχει τίποτα. Χαρούμενες φάτσες νέων 20-35 χρονών που κάνουν τις διατάσεις τους και συζητούν μεταξύ τους μεγαλόφωνα. Καμία ντάγκλα, κανένα χασμουρητό (σαν μερικούς μερικούς). Μονάχα προσμονή για την έναρξη της διαδρομής.
Τραβάω μερικές φωτογραφίες, τραβιέμαι πιο πέρα και κάνω χάζι την εκκίνησή τους. Μετά από δύο-τρία λεπτά, ένα πολύχρωμο τσούρμο 30 περίπου ατόμων περνάει από μπροστά μου και ξεχύνεται ορεξάτο προς τον Εθνικό Κήπο. Μέσα εκεί, στα εξωπραγματικά -για τα αστικά δεδομένα- μονοπάτια του, το παρεάκι του Wake Up Street απολαμβάνει ένα… “πιο πρωινό πεθαίνεις” τρέξιμο που διαρκεί περίπου μισή ώρα.
Στο χρόνο αυτό, καταφέρνω (επιτέλους) να προμηθευτώ το καφεδάκι μου και προχωράω ανανεωμένος προς το μέγαρο του Ζαππείου, εκεί δηλαδή όπου θα μαζευτεί η παρέα μετά τη λήξη του ημίωρου τρεξίματος.
Να τοι. Ένας ένας μαζεύονται και ξεκινούν την αποθεραπεία. Την ίδια στιγμή, τα δύο ιδρυτικά μέλη της ομάδας, ο 27χρονος Ορέστης Παβατζόγλου και ο 34χρονος Δημήτρης Σαμαράς, δίνουν τις πρώτες οδηγίες για τις ασκήσεις που θα ακολουθήσουν. Άπαντες σε έναν κύκλο, εκτελούν πρόθυμα και με ζήλο. Ούτε μουρμούρες, ούτε κατήφεια. Απολαμβάνουν τον παράδοξο ξορκισμό της πρωινής μουντίλας στο έπακρο.
Και γιατί να μην το κάνουν; Πρωινό τρέξιμο πριν από τη δουλειά (αν είσαι από τους τυχερούς που δουλεύουν) ή πριν από τη σχολή (αν είσαι από τους τυχερούς που σπουδάζουν), σε ένα απόλυτα φιλικό κλίμα, στο καπάκι γυμναστική κι αμέσως μετά παρεΐστικη συγκέντρωση σε ένα τοπικό καφέ του Παγκρατίου για… καφέ, χυμούς, δημητριακά, φρούτα και πειράγματα. Pas mal…
Όσο η φρουτοποσία συνεχίζεται, παίρνω τον Ορέστη και τον Δημήτρη, τους δημιουργούς της αθλητικής αυτής κοινότητας, λίγα μέτρα παραπέρα, στο Καλλιμάρμαρο. Εκεί θα μου εξηγήσουν το σκεπτικό τους καθώς επίσης και τον γενικότερο τρόπο λειτουργίας των… WakeUpers. Αρχίζουν από τα βασικά.
Το εγχείρημα ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2014. Λάτρεις αμφότεροι του αθλητισμού στις διάφορες εκφάνσεις του (τρέξιμο, αναρρίχηση, σνόουμπορντ, καταδύσεις), γνωρίστηκαν σε ένα… σκαρφάλωμα και μετά από λίγο καιρό έριξαν στο τραπέζι την ιδέα: «Αφού ως Έλληνες μισούμε τόσο πολύ το πρωϊνό ξύπνημα και τη γυμναστική, γιατί να μην παντρέψουμε αυτά τα δυο στοιχεία και να φτιάξουμε μια ομάδα που θα τρέχει στις 6 η ώρα το πρωί;», μου ξεδιπλώνει το σκεπτικό του ο Ορέστης. Πραγματικός Προβοκάτορας.
Με φίλους στην αρχή, με ολοένα και περισσότερους στην πορεία, η ομάδα έχει φτάσει σήμερα στο σημείο να μετράει έναν βασικό κορμό 20 περίπου ατόμων στους οποίους προστίθεται (κάποιες φορές λιγότερος και κάποιες άλλες περισσότερος) κόσμος κάθε εβδομάδα. Φροντίζουν έτσι ώστε τα σημεία που επιλέγουν για να τρέξουν μέσα στην πόλη, να είναι εύκολα προσβάσιμα προκειμένου να διευκολύνονται όσοι αποφασίσουν να αφήσουν πρόωρα το κρεβάτι τους: Εθνικός Κήπος, Πλάκα, Φιλοπάππου, Καλλιμάρμαρο (στο εσωτερικό), Διονυσίου Αρεοπαγίτου, Φιλοπάππου, Λυκαβηττός, Φλοίσβος…
Για τους ντροπαλούς που δυσκολεύονται να πάρουν την απόφαση να τους ακολουθήσουν, καλό είναι να γνωρίζουν πως ο πυρήνας της ομάδας φροντίζει να «μπλέκει» επίτηδες τους παλιούς με τους νέους στις ασκήσεις έτσι ώστε να μη δημιουργούνται… πηγαδάκια. Τα αποτελέσματα της κοινωνικοποίησης αυτής φαίνονται πολύ έντονα στο καφέ που συγκεντρώνονται κάθε φορά αμέσως μετά το τρέξιμο και τη γυμναστική. Όλοι μιλούν και χαβαλεδιάζουν με όλους και το κλίμα γενικότερα όχι μόνο μοιάζει αλλά είναι και ουσιαστικά ευχάριστο. «Δεν είναι τυχαίο που έχουν σχηματιστεί ακόμη και 3-4 ζευγάρια μέσα από όλο αυτό», μου αποκαλύπτει χαμογελώντας ο Ορέστης.
Το Wake Up Street, μου λέει με τη σειρά του ο -πιο χαμηλών τόνων συγκριτικά με τον χειμαρρώδη Ορέστη- Δημήτρης, δεν περιορίζεται στο στενό πλαίσιο μιας Τετάρτης. «Πολλοί από όσους έρχονται, βρίσκονται μεταξύ τους κι άλλες μέρες τις εβδομάδας. Είτε κανονίζουν να τρέξουν κάποια δική τους διαδρομή, είτε πάνε για μπύρες και για μπάνιο, τα μέλη της ομάδας αποδεικνύουν πως είναι μια παρέα της οποίας το δέσιμο δεν περιορίζεται στο πρωινό δίωρο μιας και μόνο ημέρας».
Και για εκείνους που ενδεχομένως να αγχώνονται για το επίπεδο της φυσικής τους κατάστασης, ο μεγαλύτερος εκ των ιδρυτών έχει έτοιμη την απάντηση: «Είμαστε μια παρέα ανοιχτή για όλους, αρχάριους και προχωρημένους. Δεν προσπαθούμε να γυμνάσουμε τον κόσμο, προσπαθούμε να τους μεταδώσουμε το μικρόβιο του αθλητισμού», λέει και επαληθεύει τα λεγόμενά του ως εξής: «Υπάρχουν άτομα που όταν πρωτοήρθαν, δεν μπορούσαν να τρέξουν 100 μέτρα. Κυριολεκτικά 100 μέτρα. Σήμερα, τρέχουν ημιμαραθωνίους και αγώνες 25 χιλιομέτρων. Σε βουνό… Πολλοί δε προετοιμάζονται και για τον Αυθεντικό Μαραθώνιο του Νοεμβρίου». Εμένα, πάντως, με πείθει.
Όπως με πείθουν κι όταν τους ακούω καθόλη τη διάρκεια της κουβέντας μας να επανέρχονται ξανά και ξανά στο ίδιο ζήτημα. Αυτό το ζήτημα:
Δεν είμαστε παράξενοι και περίεργοι τύποι, δεν είμαστε οι τρελοί που σηκωνόμαστε τα ξημερώματα και τρέχουμε επειδή έχουμε λύσει όλα μας τα προβλήματα. Έχουμε κι εμείς προβλήματα. Απλά φροντίζουμε κάθε Τετάρτη στο διάστημα 6-8 να τα λύνουμε. Το να κάτσουμε σπίτι και να μαραζώσουμε, δεν αποτελεί για εμάς επιλογή.
Η μαζικότητα του εγχειρήματος δεν είναι αυτοσκοπός, εκτός κι αν αυτή συνοδεύεται και από μια αντίστοιχη ποιοτική δικλείδα. Άλλο είναι το όνειρό τους. Ή τουλάχιστον, άλλο είναι το όνειρο του Ορέστη: «Θα ήθελα μια μέρα να διοργανώναμε έναν αγώνα ως Wake Up Street που θα περιλαμβάνει όλα τα μέρη που έχουμε τρέξει. Έναν αγώνα διαφορετικό, έναν αγώνα ειδικού σκοπού», περιγράφει. Και το όνειρο του επιλέγει να το κλείσει κάπως έτσι: «Μακάρι να δούμε το Wake Up Street να εξαπλώνεται σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας και σε διάφορες πόλεις ανά την Ελλάδα».
Μαζεύω μαγνητόφωνο, χαρτί και μολύβι και τους υπόσχομαι ότι μια Τετάρτη θα τους ακολουθήσω. Σε αντίθεση με τα ειρωνικά τσιμέντα της γειτονιάς μου, κάποια άλλα εκεί έξω στην πόλη, θα με καλημερίσουν και θα γίνουν «χαλί» για να τρέξω πάνω τους.