Η Μαρία Κάλλας ζητά καθημερινά από τον προσωπικό της βοηθό να μετακινεί το πιάνο μέσα στο σπίτι, καθώς δεν είναι σίγουρη για το πού δείχνει καλύτερα. Η Μαρία Κάλλας τραγουδά μπροστά στην οικιακή της βοηθό που φτιάχνει ομελέτες και της ζητά τη γνώμη της. Η Μαρία Κάλλας, σαν τζάνκι, κρύβει τα ηρεμιστικά (;) της χάπια στα σακάκια και τα μπουφάν της για να μην της τα πάρουν.  

Αυτά είναι τα ευρήματα που έχει σκαρφιστεί ο σκηνοθέτης Πάμπλο Λαρέν για να περιγράψει τη συναισθηματική κατάσταση της Μαρία Κάλλας την εβδομάδα πριν από τον πρόωρο θάνατό της (μόλις στα 53 της), στη βιογραφική του ταινία «Μαρία».

Ο Λαρέν έφτιαξε το όνομά του στον κινηματογράφο φτιάχνοντας βιογραφικές ταινίες που αφορούν ντίβες που μάγεψαν το παγκόσμιο κοινό. Οι προηγούμενες δύο «Jackie» και «Spencer») αφορούσαν τις Τζάκι Κένεντι Ωνάση και την πριγκίπισσα Νταϊάνα. Το ιδιαίτερο στιλ προσέγγισής του, η «βουτιά» στον εσωτερικό κόσμο των ταραγμένων ηρωίδων του, τον έκανε να ξεχωρίσει.

Μαρία Κάλλας, η σύνοψη

Έχοντας αποσυρθεί από το τραγούδι και τις δημόσιες εμφανίσεις, η Μαρία Κάλλας ζει μέσα στις παραισθήσεις που της προκαλούν τα χάπια που παρανόμως κατέχει. Το υπηρετικό προσωπικό της ανησυχεί για την κατάσταση της υγείας της. Η Κάλλας έχει χάσει τη θεϊκή της φωνή, έχει χάσει τον μοναδικό άνθρωπο που έχει αγαπήσει -τον Αριστοτέλη Ωνάση, και τα φαντάσματα από το παρελθόν, κυρίως η μητέρα της, τη βασανίζουν ακόμη περισσότερο.

Κάνει μια ύστατη προσπάθεια να βρει και πάλι τη φωνή της και την υγεία της, αλλά φαίνεται πως η πορεία της είναι προδιαγεγραμμένη.

Η ταινία του Λαρέν συμπυκνώνει τον πόνο της απώλειας και των παιδικών τραυμάτων που δεν γιατρεύονται ούτε καν στην κορυφή του κόσμου. Ακόμη και αν λέγεσαι, Μαρία Κάλλας.

Μαρία Κάλλας, η κριτική

Το ψυχογράφημα που επιχειρεί ο Πάμπλο Λαρέν στην εύθραστη Μαρία Κάλλας των τελευταίων ημερών της ζωής της μοιάζει με βούτυρο στο ψωμί του δημιουργού. Η πτώση της La Divina είναι δραματικά ανεξέλεγκτη και ο σεναριογράφος Steven Knight παραδίδει ένα άψογο σενάριο, με το οποίο βάζει τον θεατή στο πολυτελές διαμέρισμα – φυλακή της Κάλλας στο Παρίσι.

Το διακύβευμα της ταινίας είναι και το διακύβευμα της ζωής της Κάλλας: Μπορεί ένας άνθρωπος που του έχει δοθεί ένα χάρισμα πάνω στο οποίο έχει χτίσει όλη του τη ζωή, να ζήσει χωρίς αυτό; Γρήγορα αντιλαμβάνεται ο θεατής πως η Κάλλας, θέλοντας να διηγηθεί τη ζωή της σε έναν δημοσιογράφο αποκύημα της φαντασίας της, έχει συνειδητοποιήσει πως αυτός ο πνιγηρός κατήφορος φτάνει στο τέλος του.

Οι ρόλοι δίπλα στην Κάλλας (Αντζελίνα Τζολί), κυρίως η οικιακή βοηθός Μπρούνα (Άλμπα Ροργουότσερ) και ο σοφέρ και μπάτλερ Φερούτσιο (Πιερφραντσέσκο Φαβίνο) αναπτύσσονται εξαιρετικά δίπλα της, υπάρχει ένα στοιχείο πικρού χιούμορ που διατρέχει το φιλμ που εκπορεύεται από την ισχυρή προσωπικότητα της τραγουδίστριας της όπερας.

Το εύρημα να μιλάει σε έναν φανταστικό δημοσιογράφο, προϊόν και συνώνυμο των χαπιών, τον Mandrax, είναι υπέροχο και δίνει πάτημα στον θεατή να γνωρίσει, όχι μόνο τις μεγάλες δόξες και την αποθέωση της Κάλλας στο Μιλάνο, τη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο, αλλά και να γνωρίσει όλες τις ήττες της, τα τραγικά βιώματά της που ξεκινούν από την εκδιδόμενη στους Ναζί μητέρα της, μέχρι τον μεγάλο και άδοξο έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση.

Ο Νάιτ στήνει αριστοτεχνικά σκηνή με τη σκηνή ένα φιλμ γεμάτο εντάσεις και ο Λαρέν το εικονογραφεί πότε σε ημι-σκοτεινά δωμάτια και πότε στο ηλιόλουστο Παρίσι.  

Η ταινία του Λαρέν συμπυκνώνει τον πόνο της απώλειας και των παιδικών τραυμάτων που δεν γιατρεύονται ούτε καν στην κορυφή του κόσμου. Ακόμη και αν λέγεσαι, Μαρία Κάλλας.

Μαρία Κάλλας, Οι ερμηνείες

Η Αντζελίνα Τζολί καταφέρνει να προσαρμοστεί και να αναδείξει την ιδιοσυγκρασία της Κάλλας ως παγκόσμιας ντίβας. Δίνει μια κραταιά υπόσταση στη -γεμάτη πληγές- Κάλλας, χωρίς να υπερβάλλει είτε στις ψυχικές εντάσεις της, είτε στην «κατολίσθησή» της. Η Τζολί βάζει σοβαρή υποψηφιότητα για Όσκαρ, αν και στο τέλος δεν νομίζω να τα καταφέρει. Αν και ο Λαρέν στις ταινίες του προσφέρει αβανταδόρικους ρόλους στις πρωταγωνίστριές του, καμία δεν τα έχει καταφέρει μέχρι το τέλος -αν και θεωρώ αδικία αυτό που συνέβη στην Κρίστεν Στιούαρτ στο Spencer. Φοβάμαι πως η ομορφιά της, εκείνο το γεμάτο αυτοπεποίθηση βάδισμά της στους παρισινούς δρόμους, μπορεί να της το στερήσει.

Απολαυστικοί να τους παρακολουθείς είναι τόσο η Άλμπα Ροργουότσερ (στον ρόλο της Μπρούνα), όσο και ο Πιερφραντσέσκο Φαβίνο (στον ρόλο του μπάτλερ/σοφέρ). Ίσως ο τελευταίος να έχει κάποια τύχη στην Κατηγορία του Β’ Ανδρικού Ρόλου. Ο Χαλούκ Μπίλγκινερ στο ρόλο του Ωνάση μαγνητίζει, δεν σταματάς να τον κοιτάς, ενώ η Βαλέρια Γκολίνο στον ρόλο της Υακίνθης υπηρετεί την ένταση της σκηνής.

Η Λυδία Κονιόρδου ως Λίτσα Κάλλας είναι επίσης επιβλητική, ενώ η Αγγελίνα Παπαδοπούλου που τραγουδά ως Νεαρή Κάλλας, πείθει με την ερμηνεία της όσο και με το τραγούδι της -τραγουδάει υπέροχα ένα ρεμπέτικο μπροστά σε δύο αξιωματικούς των SS.

Η ταινία του Λαρέν συμπυκνώνει τον πόνο της απώλειας και των παιδικών τραυμάτων που δεν γιατρεύονται ούτε καν στην κορυφή του κόσμου. Ακόμη και αν λέγεσαι, Μαρία Κάλλας.

Μαρία Κάλλας και Cinobo

Πολλά συγχαρητήρια αξίζουν στο Cinobo και τη Faliro House για τη διοργάνωση της υπέροχης βραδιάς στο Μέγαρο Μουσικής. Αξίζει να τονίσουμε πως μετά την προβολή της ταινίας στους κινηματογράφος το Cinobo θα είναι εκείνο που θα έχει τα δικαιώματα streaming της ταινίας από την πλατφόρμα του.