Η δεύτερη σεζόν του «Maestro», της τηλεοπτικής επιτυχίας του Χριστόφορου Παπακαλιάτη ήταν το μόνο πολυαναμενόμενο γεγονός στα τηλεοπτικά πράγματα της χώρας. Όχι μόνο επειδή το «Maestro» είναι η πρώτη Ελληνική σειρά που «στρίμαρε» παγκοσμίως μέσω Netflix, αλλά επειδή ο δημιουργός για άλλη μια φορά παρέδωσε ένα έργο που χτυπάει διάφορα «νεύρα» της ελληνικής κοινωνίας: Η ενηλικίωση των gay παιδιών σε ένα εχθρικό σύμπαν, η αντιμετώπιση των γυναικών στις πατριαρχικές κοινωνικές, το κλειστοφοβικό κλίμα εντός των ελληνικών οικογενειών, οι κλειστές κοινωνίες που «απλά κοιτούν τη δουλειά τους», οι μεγαλουπόλεις που επισημαίνουν την ασημαντότητα των κατοίκων. Ο Παπακαλιάτης προσπαθεί να αποτυπώσει την κοινωνική πραγματικότητα, η οποία μοιάζει με αρένα, προσπαθώντας να απευθυνθεί σε ένα παγκόσμιο κοινό, πατώντας στις κοινές συνισταμένες.

Ο δημιουργός της σειράς παραδίδει έναν άρτιο 2ο κύκλο, υψηλής αισθητικής και ερμηνειών, ξένο για τα μίζερα Ελληνικά δεδομένα. Ο Μαέστρος δείχνει τον δρόμο που δυστυχώς λίγοι ακολουθούν.

Maestro II

Στην προσπάθεια του αυτή καταφέρνει να «στήσει» τους συμμάχους του: Μαγευτικά τοπία, ψαγμένες μουσικές επιλογές, στιλιζαρισμένοι εσωτερικοί χώροι γίνονται το background των πρωταγωνιστών του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, στην «επιδίωξη της ευτυχίας» όπως ορίζεται από τον Τόμας Τζέφερσον στην Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ. Μόνο που αυτή η ευτυχία παραμένει άπιαστη, αν και κατά τα έξι επεισόδια της δεύτερης σεζόν, οι πρωταγωνιστές φτάνουν κοντά στην κατάκτησή της. Τι φταίει για την αποτυχία τους; Σύμφωνα με τον δημιουργό του Μαέστρου, υπάρχει μια συγκεκριμένη στιγμή που ευθύνεται πίσω από τη συγκεκριμένη αποτυχία… Η στιγμή που ένας άνθρωπος «σπάει», διαλύεται και χάνει τον προσανατολισμό του.

Αναπόφευκτα, οι κεντρικοί χαρακτήρες «Maestro» έχουν να αντιμετωπίσουν τα όνειρά τους πληγωμένοι και ηττοπαθείς. Αυτός ο φόβος της επόμενης ήττας τούς κάνει να μην σκέφτονται τη νίκη, αλλά «να σώσουν οτιδήποτε αν σώζεται». Όσο πληθαίνουν οι συμβιβασμοί, τόσο πιο αποτυχημένες μοιάζουν οι επαναστάσεις. Με τον Παπακαλιάτη να θέτει σε κίνηση έναν μεγάλο αριθμό πρωταγωνιστών, παρακολουθούμε τρεις γενιές να «καίγονται», είτε εξαιτίας των επιλογών τους, είτε εξαιτίας των συμβιβασμών τους.

Ο δημιουργός της σειράς παραδίδει έναν άρτιο 2ο κύκλο, υψηλής αισθητικής και ερμηνειών, ξένο για τα μίζερα Ελληνικά δεδομένα. Ο Μαέστρος δείχνει τον δρόμο που δυστυχώς λίγοι ακολουθούν.

Τα «οχήματα» που οδηγούν το τέλος

Ένα από τα βασικά «οχήματα» που σπρώχνουν τη συνέχεια της ιστορίας του «Maestro» είναι το φάντασμα του Χαράλαμπου (Γιάννης Τσορτέκης) που στοιχειώνει τη σύζυγό του Μαρία (Μαρία Καβογιάννη), τον γιο του, Σπύρο (Σπύρος Μπένος) αλλά και τον δολοφόνο του, Αντώνη (Ορέστης Χαλκιάς). Με αυτόν τον τρόπο ο Παπακαλιάτης προσπαθεί να «επικοινωνήσει» τη δυστυχία του γκέι πρώην ζευγαριού που προσπαθούν να κάνουν μια νέα αρχή. Αυτή η «ανάσταση», βέβαια, θυμίζει την επιλογή του δημιουργού του The Crown, Peter Morgan, η οποία βέβαια ήταν πολύ πιο αμφιλεγόμενη, αφού η συγκεκριμένη σειρά βασιζόταν σε πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα.

Η ανακάλυψη του πτώματος φέρνει νέο ενδιαφέρον, αλλά και μια ατμόσφαιρα που μετατοπίζεται: Από κοινωνική σειρά γίνεται αστυνομική, καθώς μπαίνει στο κάδρο ένας αστυνομικός που συνταξιοδοτείται, ο Δημοσθένης Κουβάς (Κώστας Μπερικόπουλος), ο οποίος υποψιάζεται τις βρώμικες δουλειές του δημάρχου των Παξών. Η έρευνα που ξεκινά ο Κουβάς πανικοβάλλει τους εμπλεκόμενους στη δολοφονία οι οποίοι κάνουν αυτό που γνωρίζουν καλύτερα. (Δεν αποκαλύπτουμε παραπάνω επειδή δεν θέλουμε να κάνουμε κάποιο spoiler).

Οι… μαεστρικές ερμηνείες

Από τον πρώτο κύκλο της σειράς το καστ του «Maestro» πιάνει υψηλές επιδόσεις υποκριτικής. Έχοντας στο line up του ονόματα όπως ο Γιάννης Τσορτέκης, η Μαρία Καβογιάννη, ο Φάνης Μουρατίδης, ο Αντίνοος Αλμπάνης, η Μαρίσα Τριανταφυλλίδου που μπορούν να παρασύρουν και το υπόλοιπο καστ.

Ο Γιάννης Τσορτέκης ξεδιπλώνει επιπλέον πτυχές του υποκριτικού του ταλέντου, αφού ως «φάντασμα» απολαμβάνει μια ελευθεριότητα που δεν είχε πριν, ως ζωντανός. Εκνευριστικά κακός και απολαυστικά ποταπός, μπορεί να αλλάζει πειστικά διάθεση στη στιγμή.

Ρεσιτάλ ερμηνείας δίνει και σε αυτή τη σεζόν η Μαρία Καβογιάννη, με τη φυσικότητα και το μινιμαλιστικό υποκριτικό της στιλ, μπορεί με ένα βλέμμα να μεταδώσει όλα όσα αισθάνεται.


Ο πολυεπίπεδος -και άρα απαιτητικός ρόλος, του χειριστικού Φάνη ενσαρκώνεται με… μαεστρία από τον Φάνη Μουρατίδη, ο Αντίνοος Αλμπάνης στον ρόλο του μοναχικού και συχνά αινιγματικού «Μιχάλη» παραδίδει μια μεστή ερμηνεία, όπως και η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου με τη Στεφανία Γουλιώτη οι οποίες στέκονται επάξια στο ύψος των περιστάσεων, ενώ η νέα γενιά των ηθοποιών της σειράς εξωτερικεύει τα συναισθήματά της με περίσσεια άνεση.

Καλύτερος σε σχέση με την πρώτο κύκλο της σειράς είναι και ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης.
Ειδική μνεία στη Χάρις Αλεξίου, η οποία «ηλεκτρίζει» κάθε σκηνή στην οποία εμφανίζεται. Είναι προφανές πως η «Γιαγιά Χάρις» είναι ο αγαπημένος ρόλος του Παπακαλιάτη στο «Maestro», προφανώς λειτουργεί όπως ο «Χορός» στο Αρχαίο Δράμα, εκπροσωπώντας πότε τη λογική και πότε τη σοφία των γηρατειών. Δεν το κρύβω πως αγάπησα κάθε σκηνή της, σχεδόν κάθε ατάκα, ιδιαίτερα εκείνη στην οποία λέει -στο περίπου: «Τι μαλάκες οι άνθρωποι που έχουν μια ολόκληρη ζωή στο κινητό τους».

Το Maestro τα κατάφερε

Ο δεύτερος κύκλος του «Maestro» είναι η πιο μεστή δουλειά του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, ενός δημιουργού που ωριμάζει δημιουργικά. Δεν οδηγείται πλέον μόνο από το ένστικτο και την αισθητική του -τα οποία τον ξεχώριζαν τόσα χρόνια, αλλά αποκωδικοποιεί μεστά τον παλμό της κοινωνίας.

Ο Παπακαλιάτης γράφει ένα pop αστυνομικό/ψυχολογικό δράμα όπως κανείς άλλος στην Ελληνική τηλεόραση, τολμώντας να αγγίξει ευαίσθητα θέματα. Φυσικά και θα μπορούσε να αποφύγει διάφορες κοινοτοπίες που έχουν επικρατήσει στο διεθνές στερέωμα (το πάρτι για τη συνταξιοδότηση του αστυνομικού Κουβά ή ακόμη και ο ίδιος ο ρόλος του συγκεκριμένου αστυνομικού είναι ένα κράμα χαρακτηριστικών ενός παγκόσμια αποδεκτού τύπου ντετέκτιβ). Θα μπορούσε να πάει με πιο Ελληνικά μοτίβα, κάτι που θα τον καθιστούσε πιο ξεχωριστό στο παγκόσμιο στερέωμα; Η επόμενη δουλειά του θα δείξει.

Θα μπορούσαμε να γράψουμε επιπλέον και πιο συγκεκριμένα, αλλά δεν θέλαμε να πάμε κόντρα στην εύλογη επιθυμία του δημιουργού και των ηθοποιών της σειράς να μην αποκαλύψουμε πρόωρα το τέλος.