Στον κόσμο των σπορ υπάρχουν “αθλητές”, σαν το ΛεΜπρον Τζέιμς, το Ρονάλντο (τον Κριστιάνο βεβαίως βεβαίως) ή το Ναδάλ. Κι απ’ την άλλη μεριά, υπάρχουν καλλιτέχνες, όπως ο Λάρι Μπερντ, ο Πίρλο, ο Ζιντάν κι ο Φέντερερ. Κάπου κάπου, γεννιέται κάποιος που τα ‘χει και τα δύο, που ‘ναι μαζί αθλητής και καλλιτέχνης, και τότε προσκυνάς τον τύπο με το νούμερο 23 στη φανέλα του Σικάγο. Όμως υπάρχει και μια κατηγορία ακόμα, που την ξεχνάμε γιατί ζει στο περιθώριο.
Είναι τα παρτάλια! Είναι αυτοί οι τύποι που όταν τους σκέφτεσαι, θυμάσαι πρώτα απ’ όλα αυτό: πως ήτανε “ωραίοι” τύποι. Κι είναι οι τύποι που έχουνε συχνά πιο μπόλικο ταλέντο απ’ όλους τους από πάνω (ντάξει, εκτός απ’ το Θεό με το 23, είπαμε). Κι άμα δεν έφτασαν όπου μπορούσαν, δεν έφτασαν γιατί δεν ήθελαν να κόψουν τις “κακές συνήθειες”. Τέτοιος ήταν ο Τζορτζ ο Μπεστ, που χωρίς αλκοόλ μπορεί και να ‘χε γίνει Κρόιφ (μα τότε δεν θα ήταν Μπεστ!). Τέτοιος ήταν κι ο Φάνης ο Χριστοδούλου, που άμα έλεγε να γίνει “αθλητής” θα ‘τανε σήμερα (πολύ) πιο πάνω από τον Γκάλη. Για το ΝΒΑ το λοιπόν, τέτοιος ήταν ο Ρόι Τάρπλεϊ. Το πιο ταλαντούχο παρτάλι μιας ολόκληρης εποχής.
Ο πιο ταλαντούχος Αμερικανός που ήρθε στην Ευρώπη (;)
Σκέψου, τι θες από ‘ναν μπασκετμπολίστα σήμερα για να ‘ναι κορυφαίος; Να ‘ναι ψηλός, αθλητικός, να σκοράρει πολύ, να κατεβάζει ριμπάουντ, να παίζει πάνω από μια θέση… Ο,τι κι αν βάλεις, ο Ρόι το ‘χε! Μόνο δημιουργός δεν ήτανε, που μεταξύ μας, διάολε, για 5άρι του ’90 μια χαρά τη μοίραζε τη μπάλα. Με 2,10 ύψος, έτρεχε, ντρίπλαρε, σκόραρε τσουβάλια κι έπαιζε πάνω από μια θέση. Πάνω από δύο μη σου πω, τι δύο, τρεις… Μη σε κουράζω: 5 θέσεις έπαιζε! Κι άμα σκεφτείς ποιοι άλλοι το κατάφερναν αυτό (ο Μποντιρόγκα, κι ο Νοβίτσκι, κι ο Φάνης, κι ο ΛεMπρον) τότε το ήδη το υποψιάζεσαι για τι πράγμα μιλάμε.
Ήταν το 7ο ντραφτ του καταραμένου ’86 (το νούμερο 1 σταμάτησε στα 28 του λόγω μέσης, το νούμερο 2 πέθανε μόλις δύο μέρες μετά την επιλογή του, το νούμερο 4 αποκλείστηκε δια βίου λόγω ουσιών…). Την ίδια χρονιά που ο Μπέρι ήταν στο 14, ο Σαμπόνις στο 24 (!) κι ο Ρόντμαν στο 27 (!!). Πρώτη σεζόν στην πρώτη 5άδα των ρούκις, και τη δεύτερη καλύτερος 6ος παίκτης του ΝΒΑ. Και τότε θα μου πεις, πώς διάολο ήρθε στην Ελλάδα αφού ήταν τέτοιος παικταράς, ρε φίλε; Λοιπόν, να μην ξεχνάς την κατηγορία του. Ήταν “παρτάλι” κι ήρθε στην Ελλάδα όπως ο Μπεστ κατέληξε στην Ιρλανδία.
Το ’90 το ΝΒΑ τον “έκοψε” για χρήση ουσιών (δύο φορές), συνελήφθη να οδηγεί πιωμένος, “σιδέρωσε” τη γυναίκα του (!) και κάπως έτσι η καριέρα του στο ΝΒΑ έλαβε τέλος. Βολόδερνε για δυο χρονιές στις δεύτερες λίγκες της Αμερικής, ώσπου το 1993…
…ο Άρης έψαχνε νέο Γκάλη. Και τον βρήκε!
Για να μην πει κανείς πως είμαι ιερόσυλος, η μετά-Γκάλη, η Τάρπλεϊ χρονιά του Άρη το βρίσκει κυπελλούχο Ευρώπης με μία μόλις ήττα (!) σ’ ολόκληρη τη διοργάνωση. Πρώτος ριμπάουντερ στο πρωτάθλημα και μεταγραφή στον Ολυμπιακό για την πιο εντυπωσιακή χρονιά της καριέρας του.
Στους πρωταθλητές του Ιωαννίδη, ο Τάρπλεϊ ήταν σταρ, παρά την εμβληματική παρουσία του Ζάρκο Πάσπαλι. Πρώτος στο ίντεξ της full season, θα κάνει όργια στον “καλύτερο Ολυμπιακό όλων των εποχών”, και παρά το χαμένο τελευταίο σουτ στο Τελ-Αβίβ (και τις μπουνιές που έπαιξε, φευ, με τον Μπάμπη Παπαδάκη), θα κλείσει τη χρονιά πρωταθλητής (και τη διετία με σταθερά “νταμπλ-νταμπλ” νούμερα) και θα… επιστρέψει στο ΝΒΑ! Δυστυχώς με μπόλικο αλκοόλ και μοιραία χωρίς επιτυχία…
Ω (BeeR)oy, Roy!
Ενδεικτικό του πόσο μεγάλος παίκτης και ταυτόχρονα πόσο άστατος τύπος ήταν ο Τάρπλεϊ, είναι πως γύρω απ’ το όνομά του δημιουργήθηκαν μύθοι και θρύλοι, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο πιστευτοί. Λίγο πριν φύγει απ’ τον Άρη για τον Ολυμπιακό και ύστερα από ένα παιχνίδι των δύο ομάδων στα πλέι οφ, λέγεται ότι βρέθηκαν 35 κουτάκια μπύρας κάτω απ’ το κρεβάτι του! Το παρατσούκλι του “Beeroy” είναι χαρακτηριστικό, όμως εξίσου χαρακτηριστικό είναι πως το κανονικό του όνομα έγινε τραγούδι στο στόμα των οπαδών του Ολυμπιακού. “Ω, Ρόι, Ρόι…”.
Τελικά, τι ήταν ο Τάρπλεϊ; Ένας αυτοκαταστροφικός “εξωγήινος”, ένα παιδί που έδινε χωρίς σκέψη ολόκληρα εκατομμύρια σε φιλανθρωπίες, ένας τύπος που έχανε σ’ όλη τη ζωή του τη μπάλα μονάχα απ’ το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Μα κι ένας παίκτης 20 χρόνια μπροστά απ’ την εποχή του! Ένας παίκτης σημερινών απαιτήσεων, σε παπούτσια του ’90. Και ίσως (όπως οι περισσότεροι ψιθυριστά παραδέχονται), ο καλύτερος Αμερικάνος που πέρασε ποτέ απ’ την Ευρώπη… Άντε ο δεύτερος!
Υ.Γ. Αντί για επίλογο, προτιμώ ν’ αφήσω εδώ δύο τόσο χαρακτηριστικές δηλώσεις γι’ αυτό τον αχαρακτήριστο τύπο.
Η πρώτη ανήκει στον δεύτερο Γιάννη Ιωαννίδη του Ολυμπιακού το’94. Τον περίφημο Ολλανδό. “Γιατί τα έκανε όλα αυτά ο Ρόι; Είναι σαν να ρωτάμε γιατί ο Τζίμι Χέντριξ πέθανε από ναρκωτικά στα 27 του, ενώ έπαιζε με τόση δεξιοτεχνία την κιθάρα του“.
Η δεύτερη, είναι ένα τουίτ του εμβληματικού ρεπόρτερ των Μάβερικς, του Γιαν Χούμπαρτ. “Μόνο ο Χακίμ Ολάζουον ήταν καλύτερος του Τάρπλεϊ. Με όρους που αφορούν αποκλειστικά το μπασκετικό ταλέντο, ο Ρόι ήταν ισάξιος αν όχι καλύτερος του Γιούιν. Μόνο που… ο Γιούιν ήταν περισσότερο επιθυμητός σε κάθε ομάδα, από 12 Ρόι Τάρπλεϊ…“.