*Όλα τα πρόσωπα και οι καταστάσεις αυτού του άρθρου είναι πραγματικά μέχρι κόκκαλο. Ο αγώνας είναι φανταστικός, αλλά μπροστά σε τέτοιο δράμα δεν χωράνε οπαδικά!
Το ξυπνητήρι χτύπησε στις 7.30. Άλλη μια Τρίτη ξημέρωσε. Η δουλειά περίμενε με το σαδιστικό της 8ωρο στα χέρια. Έξω απ’ το πάπλωμα έκανε κρύο. Τα μάτια δεν θέλανε ν’ ανοίξουν. Ανοιγόκλεισαν. “Δεν θέλω” σκέφτηκα. “Πρέπει” είπε η φωνή μέσα μου. “Χάλια” της απάντησα. “Κάνε κουράγιο” μου είπε η φωνή. “Σήμερα δεν είναι άλλη μια Τρίτη. Σήμερα είναι Η Τρίτη. Σήμερα έχει…”. Πρόλαβα και το ‘πα δυνατά πριν το ακούσω μέσα μου. “Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός!”
Ξαφνικά, όλα πήραν λίγο χρώμα παραπάνω. Το κρύο στον ηλεκτρικό δεν έτσουζε. Οι ώρες στη δουλειά μετρούσαν αντίστροφα. 5, 4, 3, 2… Βγήκα απ’ το τρένο κι έτρεξα στο σπίτι. Πλήρωσα την πίτσα. Άνοιξα μια μπύρα. Πήρα ένα κομμάτι στα χέρια μου. Πάτησα το κουμπί στο τηλεκοντρόλ. Ήπια μια γουλιά. Άκουσα τον ύμνο! Χαλάρωσα…
Ο σπίκερ έλεγε τις δωδεκάδες. Η ατμόσφαιρα είχε γεμίσει… μπασκετίλα! Ήμουνα σχεδόν ευτυχισμένος και περίμενα το τζάμπολ. Λίγο πριν ακουστούν τα πρώτα πλιτς-πλιτς στο παρκέ, ακούστηκε το μπαμ-μπαμ πάνω στο ξύλο. Η πόρτα…
Έριξα ένα μπινελίκι στον αέρα, ξεφόρτωσα την πίτσα, σηκώθηκα απ’ τον καναπέ. Ο διαχειριστής με κοιτούσε χαμογελαστός πίσω απ’ την πόρτα. “Τι διάολο ρε φίλε, εσύ μπάσκετ δεν βλέπεις;” σκέφτηκα. Η μπάλα πετάχτηκε στον αέρα. Άνοιξα την πόρτα.
“Γεια σου αγόρι μου, συγγνώμη για την ώρα. Ενοχλώ;”
“Φυσικά κι ενοχλείς βρε ασέβαστε, τι ρωτάς;” “Όχι κύριε διαχειριστά, καθόλου. Πώς μπορώ να εξυπηρετήσω;”
“Μήπως κι έχεις εκείνα τα κοινόχρηστα;”
Ο Καλάθης κέρδισε καλάθι και φάουλ.
“Εεεε, ξέρετε… Δεν έχω καθόλου μετρητά. Να σας τα φέρω αύριο;”
“Να, θα ‘ρθουν μωρέ για το πετρέλαιο αύριο το πρωί. Αν πήγαινες στο ΑΤΜ, εδώ πιο κάτω;”
Ο Καλάθης έχασε τη βολή, ο Πρίντεζης στον αιφνιδιασμό ισοφάρισε.
“Εεε, ναι εντάξει. Πάω κι έρχομαι” του κάνω.
“Θα είμαι σπίτι” είπε.
Ο Λοτζέσκι έβαλε τρίποντο με το που έκλεισα την πόρτα πίσω μου.
[…]
Οκτώ η ώρα το βράδυ, το ΑΤΜ είχε ουρά 5 άτομα. 5 ΑΤΟΜΑ. Όταν έφτασα στην οθόνη κι έβαλα το PIN, δεν είχαν μείνει άλλα 20άρικα στο μηχάνημα. “Δεν πειράζει, ο,τι έχεις, ΤΕΛΕΙΩΝΕ” είπα, ενώ πατούσα τη συνέχεια. Πάνω απ’ το κεφάλι μου πρέπει να ‘χαν βγει κιόλας καπνοί και σύννεφα. Πήρα ένα 50άρικο κι έτρεξα πίσω.
Ο διαχειριστής άνοιξε και μου ‘πε να περάσω. Απ’ το σαλόνι του άκουγα τον σπίκερ να λέει για την καλή άμυνα του Ολυμπιακού στο δεύτερο δεκάλεπτο. “Ώστε βλέπεις μπάσκετ παλιοπαραδόπιστε, κι εγώ τρέχω στα ΑΤΜ βραδιάτικο!” σκέφτηκα. Του ΄δωσα τα χρήματα.
“Ωωω, δεν έχεις πιο ψηλά;” ρώτησε.
“Γιατί ρε αδερφέ, ταξιτζής είσαι;” “Το ΑΤΜ μόνο τέτοια δίνει”.
Ο Λάνγκφορντ ισοφάρισε και το ημίχρονο έφτανε στο τέλος του. Ο διαχειριστής έβγαλε ένα τεράστιο σακουλάκι κέρματα.
“Δεν σ’ ενοχλεί να σου δώσω ψιλά;”
Και κάπως έτσι, ο Σπανούλης έγραψε τρίποντο απ’ το κέντρο, το ημίχρονο τελείωσε κι εμένα ο απίθανος τύπος μου μετρούσε 37 ευρώ σε κέρματα!
[…]
Η πίτσα είχε κρυώσει. Η μπύρα είχε ζεσταθεί. Το τρίτο δεκάλεπτο ξεκίνησε κι εγώ προσπαθούσα να ξανανιώσω ευτυχισμένος με ελαφρώς μεταχειρισμένα υλικά. Το ματς ήταν ματσάρα, άνοιξα μια καινούρια μπύρα, οι ομάδες πήγαιναν πόντο-πόντο και λίγο πριν τελειώσει το δεκάλεπτο ο Πασκουάλ πήρε τάιμ-άουτ. Κι η μάνα μου πήρε τηλέφωνο.
“Να σε πάρω σε λίγο;” ρωτάω.
“Πρέπει να σου πω” μου κάνει. “Τώρα”.
Ακουγόταν σοβαρή. Ο Μπλατ έδωσε τις τελευταίες οδηγίες του. Πφφφ… “Έλα πες μου” της λέω, “τι συμβαίνει;” την ώρα που ο Τίμα κάρφωνε τη μπάλα. Φυσικά δεν συνέβαινε τίποτα απολύτως. Είχε πεθάνει μια υπεραιωνόβια τρίτη θεία στο χωριό, στην κηδεία η μάνα μου είδε την εγγονή της που τελείωσε την ιατρική κι ήταν ψηλή κοπέλα όμορφη, να ένα τέτοιο καλό κορίτσι να βρούμε και για σένα, ο Μάντζαρης έχασε το τρίποντο, πού θα πάει αυτή η δουλειά – νοικοκυρέψου, ο Παπαπέτρου κάρφωσε, βρε αγόρι μου πότε θα δω εγώ εγγόνια, μπήκαμε στο τελευταίο λεπτό, “μάνα μπούρδες θες, σε κλείνω έχω χάσει όλο το ματς”.
Κλείνω τηλέφωνο. Τελειώνει το τάιμ-άουτ. Ο Ολυμπιακός τη μπάλα. Ισοπαλία. Τελευταίο λεπτό. Κάθομαι στον καναπέ. Σβήνει. Έσβησε! ΕΣΒΗΣΕ η τηλεόραση. Είχα κάτσει πάνω στο τηλεκοντρόλ. Παίρνω το τηλεκοντρόλ. Πάω να πατήσω το κουμπί. Πέφτει. Βγαίνουν οι μπαταρίες. Τις ξαναβάζω. ΑΝΑΠΟΔΑ. Τις βγάζω. Τις βάζω. Πατάω το κουμπί. Το ματς έχει τελειώσει…
Ρεζουμέ: Ήταν μια ματσάρα και δεν είδα πάνω από 15 λεπτά της. Δεν είδα καν ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 15 λεπτά της. Αλλά αυτό ΔΕΝ θα ξαναγίνει. Και δεν θα ξαναγίνει γιατί τέρμα τα ψέματα: η Nova έχει ψηφιακές ευκολίες. Σου χτυπάνε; Πατάς στοπ. Χάνεις ένα μέρος του ματς; Το γυρνάς πίσω και το βλέπεις. Και τέλος πάντων, άμα θες το γράφεις κιόλας. Ξηγημένα πράγματα και χωρίς να πληρώσεις έξτρα τίποτα. Έτσι!
Άντε, στην υγειά μας, κι άλλο τέτοιο κακό να μη μας βρει. (ΔΕΝ θα μας βρει! Κι αν μας βρει… rewind).