Το ημερολόγιο έγραφε 18 Οκτωβρίου και τα αθλητικά sites έγραφαν για την απόλυση (ή “απόλυση”) δύο προπονητών. Του Κετσπάγια της ποδοσφαιρικής ΑΕΚ και του Πεδουλάκη από τον μπασκετικό Παναθηναϊκό. Και οι δύο πέρασαν μεγάλες ήττες από τον Ολυμπιακό και οι δύο όμως φάνηκε ότι δεν θα χάσουν τη θέση τους επειδή δεν τα κατάφεραν καλά σε ένα ντέρμπι. Και ξαφνικά μας αποχαιρέτισαν και οι δύο! Τι παίχτηκε; Είναι τόσο κακοί προπονητές, είναι τόσο “σκληροί” οι πρώην εργοδότες τους ή κάτι άλλο; Κλίνουμε προς το τελευταίο.
Το κλισέ λέει πως ο αθλητισμός είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας και ποιοι είμαστε εμείς για να πάμε κόντρα στο κλισέ; Έτσι ακριβώς είναι. Οι ιδιοκτήτες των ομάδων έχουν βάλει (δυστυχώς) την ελληνική νοοτροπία στο dna των συλλόγων τους πράγμα που ουσιαστικά δεν τους αφήνει να εξελιχθούν και να κάνουν τις εταιρίες τους (αυτό είναι πρώτα) πιο γνωστές και πιο αποδοτικές εκτός συνόρων. Αναλογικά πάντα, αφού το μπάσκετ στη χώρα μας είναι στην ελίτ της Ευρώπης. Για να φτάσει εκεί όμως αποτίναξε από πάνω του την ποδοσφαιρική λογική του ελληνάρα που μόνο απαιτεί και δεν μπορεί να συνεργαστεί. Και όσες φορές επιστρέφει σε αυτήν αποτυγχάνει παταγωδώς.
Η αντιμετώπιση των προπονητών στη χώρα μας βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την κοινωνία. Οι συμπεριφορές των “αρχόντων” του αθλητισμού, είναι ξεκάθαρες προεκτάσεις των παθογενειών που από πάντα παρουσίαζε η ελληνική κουλτούρα. Σκέφτηκες ποτέ για ποιο λόγο οι προπονητές αλλάζουν σαν τα πουκάμισα στη χώρα μας;
Δεν φέρνουν γρήγορα αποτελέσματα
Η πρώτη αιτία απόλυσης προπονητών είναι το γεγονός ότι δυστυχώς δεν είναι μάγοι να μπορούν να φέρουν επιτυχίες και μόνο με την παρουσία τους. Λες και ο αθλητισμός είναι είναι video game που αν χάσεις δεν κάνεις save και ξαναπαίζεις τα παιχνίδια μέχρι να φέρεις το αποτέλεσμα που θέλεις. Αυτή η λογική θυμίζει τους έλληνες ψηφοφόρους. Αυτοί που έβγαζαν με 45% το ΠΑΣΟΚ και αν ρωτήσεις σήμερα ποτέ κανείς δεν έχει ψηφίσει ΠΑΣΟΚ. Οι ίδιοι που θέλουν να δουν τα πάντα να αλλάζουν χωρίς εκείνοι να κουνήσουν το δαχτυλάκι τους και χωρίς να κάνουν αυτοκριτική. Πώς να το πούμε αλλιώς ρε διάολε; Μία ομάδα είναι σαν μία δημόσια υπηρεσία. Αν δεν γίνει ένας σωστός καταμερισμός ευθυνών και ένας υποτυπώδης προγραμματισμός, όσους διευθυντές και να αλλάξεις, δεν θα δουλέψει σωστά. Νιώθεις;
Πηγαίνουν κόντρα στους οπαδούς
Το έχουμε δει τόσες πολλές φορές να συμβαίνει, που πλέον αυτό που μας κάνει εντύπωση είναι να μένει στη θέση του ένας προπονητής που δεν τον γουστάρουν οι οπαδοί. Άλλοι έχουν χάσει τη θέση τους λόγω των οργανωμένων και άλλοι δεν έχουν πάρει ποτέ την ευκαιρία τους (ο Ουζουνίδης καλή ώρα). Με κοινωνικούς ή πολιτικούς όρους αυτό είναι ένα ξεκάθαρο ρουσφέτι. Σου λέει ο άλλος “σε πληρώνω και θα με ακούς”. Φυσικά το όφελος είναι και για τους προέδρους που φτιάχνουν έναν στρατό υπεράσπισης, just in case, που λένε και στο χωριό μου. Βλέπεις καμία διαφορά από το καθεστώς διαφθοράς που επικρατεί ΠΑΝΤΟΥ στη χώρα; Απλά το “σε πληρώνω και θα με ακούς” γίνεται “σε ψηφίζω και θα με ακούς”. Ο μηχανισμός λειτουργίας είναι ακριβώς ίδιος.
Δεν κάνουν τα χατήρια της διοίκησης
Εδώ όλα έχουν σχέση με την εξουσία και το πώς την αντιμετωπίζει ο καθένας. Στην Ελλάδα, ο έχων την εξουσία (σε οποιονδήποτε τομέα) έχει την τάση να παρουσιάζει στοιχεία αλαζονίας και αυταρχικότητας. Έτσι όλα σχετίζονται με το κατά πόσο ο υφιστάμενος μπορεί να ανταπεξέλθει στην αντιμετώπιση που τυγχάνει από αυτήν. Ακόμη και η έκφραση “ισχυρός άνδρας” που συνοδεύει το όνομα των προέδρων των ομάδων, αυτό ακριβώς αποδεικνύει. Θυμάσαι κανέναν προπονητή να πήγε κόντρα στον πρόεδρο και εκείνος να είπε “μου τη λέει, αλλά είναι προπονητάρα δε μπορώ να τον διώξω”; Ποτέ κανείς. Αυτή είναι και η γενικότερη συμπεριφορά της εξουσίας προς τους “κάτω” στον ευλογημένο τόπο μας.
Διαφωνείς; Για πες…