Ιούλιος, καυτός όπως πάντα, αποπνικτικά τσιμεντένιος. 23. Τότε, το 1996! Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, η εθνική σταρ, η Λίζα Παπασταύρου, της ποδιάς, της αιώνιας νιότη, χάνει σύντομη, άνιση, ύπουλη μάχη. Είναι τρεις μόλις μέρες μετά τα γενέθλια της.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, δεν ζει πια! Δυο μέρες αργότερα, στην κηδεία της, έχει καύσωνα. Ο κόσμος είναι εκεί. Λέει αντίο στην Αλίκη του ασπρόμαυρου φιλμ, της παιδικότητας, στην γυναίκα – κορίτσι, στην αθωότητα, στην ελπίδα, στη δική του ανάγκη για παραμύθια. Πίσω; Πίσω χρόνια πείνας, στερήσεων, πολέμων, αδελφοφάδων χαλασμών, περηφρόνιας, νεκρών στους δρόμους της Κατοχής, εξοριών, φόνων, φυλακίσεων, απαγορεύσεων, μετανάστευσης, αποχωρισμών. Και προβολή σε θερινό σινεμά, με σπόρια, σάμαλι στο τσακίρ κέφι και στρογγυλή πορτοκαλάδα, με τα μπαλκόνια γεμάτα συγγενείς να βλέπουν τσάμπα το έργο, η Αλίκη φωτογενής, πιο λευκή στο μαύρο φόντο, πιο φωτεινή, πιο γελαστή. Να βράζει –πάλι;- πατάτες, να κάνει την περήφανη στη πείνα της, να βουτάει σικέ για ένα σταυρό που τη χαρίστηκε φορτίο και ευλογία, να ερωτεύεται τον καθηγητή, να νικάει τους Γερμανούς μόνη της, με νυφικό φουστάνι ματωμένο, να κάνει θητεία στο ναυτικό, να τραγουδάει για ένα μυστικό, μια γατούλα με ροζ μύτη, μια ελπίδα και μια υπομονή πως ο ουρανός θα γίνει πιο γαλάζιος. Και στις ταινίες, πριν το μεγαλο λευκό «ΤΕΛΟΣ», η Αλίκη μας ψιθύριζε στ αφτί, το «έζησαν αυτοί καλοί και εμείς καλύτερα» και πιστεύαμε όλοι το δικό μας παραμύθι.
Στη ζωή, στις 23 Ιουλίου του 1996, η μοντέρνα Σταχτοπούτα – Αλίκη, για μια και μόνη φορά δεν παντρεύτηκε τον πρίγκιπα της. Ούτε η ταινία ολοκληρώθηκε. Μόνο, που να, τέλειωσε το φιλμ… και έμεινε ένα άλμπουμ λάμψης και αυτή παρούσα, σκόρπια, αλλά πάντα φωτογενής. Και ακόμα μας παρηγορεί…
«… Πέρασα από κάτι Συμπληγάδες, πέρασα από θύελλες πολιτικές, από δικτατορίες, από κάτι ρετσινιές φοβερές, από ένα δήθεν ειδύλλιο με τον παλιό μας βασιλιά, από διαζύγιο, ξυλοδαρμούς, συκοφαντίες. Άντεξα! Λοιπόν; Τι συμβαίνει με μένα; Κάτι έχω μέσα μου και ψάξτε εσείς να το βρείτε, που άλλωστε με θεωρείται μια βατιστένια κυρία απ το σαλόνι, άλλοτε, μια άψογη μαθητριούλα και άλλοτε μια αριβίστρια, που ό,τι θέλησε το κέρδισε κοροϊδεύοντας τον κόσμο» – Συνέντευξη στον Γιώργο Λιάνη.
«Μην πεις ποτέ κακό για την Αλίκη γιατί είναι η γυναίκα που πάντα θα αντιπροσωπεύει τα χρόνια της αθωότητάς μας» – Μάνος Χατζιδάκις
«Δεν είχα και μεγάλες φιλοδοξίες. Ήθελα να γίνω ηθοποιός. Γιατί; Γιατί δεν μου άρεσε ο κόσμος που ζούσα. Σαν παιδί δεν έχω περάσει και σπουδαία παιδικά χρόνια! Μετά δηλαδή το σχολειό, το γυμνάσιο, το λύκειο, εκεί ήταν η χαρά για μένα! Τα πρώτα μου χρόνια, από έξι χρονών και μετά ήταν άσχημα. Άρχισα κι εγώ να φτιάχνω έναν κόσμο της φαντασίας μου, δικό μου λοιπόν, το θέατρο και μπήκα σ αυτόν τον κόσμο. Πριν, θυμάμαι, καθόμαστε μπροστά σε έναν καθρέφτη, ήταν η γιαγιά μου από την μια μεριά, η Κουμουνδούρενα, μια πολύ δυναμική γυναίκα, η μάνα της μάνας μου και η μανούλα μου απ την άλλη πλευρά και εγώ στην μέση.«Τι θα γίνεις Αλικάκι, όταν μεγαλώσεις; Λέω «θέλω να γίνω ηθοποιός». Η μάνα μου έξαλλη: «μια κόρη και αυτή ηθοποιός;». Ύστερα η μάνα μου δεν πίστευε ότι έχω τα προσόντα, δηλαδή τα εξωτερικά. Νόμιζε πως δεν είμαι αρκετά νόστιμη, Και το πε: «για να γίνεις ηθοποιός πρέπει να είσαι πολύ ψηλή εντυπωσιακή». Η γιαγιά μου έπινε καφέ και δεν μιλούσε. Παρακολουθούσε την κουβέντα -ξέρεις, μεγαλοαστή! «Εγώ» λέω, «θα γίνω ηθοποιός». Εξακολούθησε η μητέρα μου, ομορφογυναίκα αυτή, να μου λέει: «πρέπει να σαι πάρα πολύ όμορφη, σου λέω, πολύ εντυπωσιακή». Κάνω λοιπόν έτσι, γυρίζω στον καθρέφτη, κοιτάω το μουτράκι μου και λέω: «Πράγματι, έχει δίκιο η μαμά, δεν έχω τίποτα ξεχωριστό». Σκάω ένα χαμόγελο. «Έχει δίκιο αλλά εγώ θα γίνω, χα, χα». Και με το «χα» που έκανα, σα να φωτίστηκε ο καθρέφτης, να πήρε λευκό παντού γύρω και σαν να έφυγα και από τις δύο» – από συνέντευξη της.
«… Θυμάμαι ακόμη μια σκηνή στο καμαρίνι της, την εποχή της Καμπίρια. Η Αλίκη είχε βγει στην γενική δοκιμή με μίνι, σούπερ κολλητό φουστανάκι και με τσάντα σε σχήμα καρδιάς. Έπρεπε να κουβαλήσει μια μηχανή επί σκηνής, να περάσει το πόδι πάνω από τη σέλα και να «γαμώ το», λέει, «ξέχασα να βάλω βρακί!». Εξαφανίζεται στο καμαρίνι. «Bad timing, καλή μου», θα της πει αργότερα ο Γιώργος Ηλιάδης, «έπρεπε να το θυμηθείς πως δεν φορούσες βρακί δυο δευτερόλεπτα μετά. Θα το πρόσεχαν περισσότερο» – Από το βιβλίο της Μαλβίνας Κάραλη «Γλυκό κορίτσι».
«Η Αλίκη δεν δαγκώνει την ζωή, μόνο γελάει μαζί της» – Σταμάτης Φασουλής.
«Ήταν όμορφη, κατάλαβες; Ήταν όμορφη. Είναι όμορφη. Ήταν πανέξυπνη, δηλαδή τους άντρες τους έπαιζε στα δακτυλάκια της, αρκετούς όπως ξέρεις. Πάρα πολλούς. Και θα σου πω και κάτι άλλο; Η Αλίκη Βουγιουκλάκη είναι ένας άνθρωπος που δεν χάρηκε την ζωή της σαν κοριτσάκι, σα μια γυναίκα των είκοσι, είκοσι πέντε χρόνων. Εκεί στα εικοσιπέντε, στα είκοσι έξι να έλεγε «αδελφέ, έχω ένα φλερτ. Μ’ αρέσει αυτός ο άνθρωπος και πάω απόψε». Δεν το είχε ποτέ της!» – Παντελής Παλιεράκης, φροντιστής του ελληνικού σινεμά.
«Μαγεία προσπαθώ να δώσω στον κόσμο, σε αυτήν τη γη. Μαγεία θέλω να πάρω κι όταν βρεθώ στον ουρανό» – Αλίκη Βουγιουκλάκη