Αν έπρεπε να συγκρατήσουμε μία φράση από την κουβέντα μας με την Τάνια Τσανακλίδου αυτή θα ήταν «Η βαρβαρότητα επιστρέφει πάνοπλη». Σε αυτή τη παραδοχή περικλείεται όχι μόνο μια αλλοτριωμένη πορεία των κοινωνία μας, αλλά και μια μορφή αφύπνισης, ένα φρένο στον κυνισμό που επιχειρεί να ισοπεδώσει τα πάντα.
Πώς είναι για μια γυναίκα που έχει μεγαλώσει με τα οράματα και τα πολιτικά προτάγματα του ‘60 και του ’70 να βλέπει ότι «στα σημερινά παιδιά δεν επιτρέπεται να ονειρευτούν να αλλάξουν τον κόσμο» και τι θα έκανε η ίδια σήμερα αν ήταν 20 ετών.
Η αφορμή για τη συνάντησή μας ήταν η παράσταση που διοργανώνει η ίδια προς τιμήν του Γιάννη Σπανού, η οποία είχε πραγματοποιηθεί για πρώτη φορά στο Ηρώδειο τον περασμένο Σεπτέμβριο και θα επαναληφθεί τη Δευτέρα 30/1 στο θέατρο Παλλάς (εισιτήρια μπορείς να βρεις εδώ).
Οι συνεργασίες με τον Σπανό, οι δίσκοι «Φίλε» και «Της βροχής και της νύχτας» (και ο «Μορμόλης», που συχνά λησμονιέται) τής έδωσαν πολλά σπουδαία τραγούδια, αρκετά από τα οποία είναι σε στίχους Τάκη Καρνάτσου, μιας τρυφερής μα παραγνωρισμένης μορφής του ελληνικού τραγουδιού.
Η δισκογραφία με τον Σπανό είναι ένα μόνο κανάλι το οποίο σε οδηγεί στην καλλιτεχνική κύτη της Τσανακλίδου. Μπορείς να φτάσεις σε αυτή από το πολιτικό τραγούδι του 70, από τις διασκευές της Πιάφ, από τη συνεργασία με τον Κραουνάκη και τη Νικολακοπούλου, η οποία έδωσε το «Μαμά γερνάω», από τις ζωντανές εμφανίσεις, οι οποίες με αρχή την ιστορική σκηνή του «Μετρό» στις αρχές του ’90, άφησαν το αποτύπωμα τους ως καλλιτεχνική πρόταση, ή ακόμα και από τη συνεργασία με τον Μιχάλη Δέλτα στο πολύ προσωπικό «Το χρώμα της μέρας».
«Η επιθυμία μου δεν ηταν ούτε το χρήμα ούτε η δόξα. Η επιθυμία μου ήταν μια βαθύτερη γνωριμία με τον εαυτό μου και ένα άλμα πέρα από τα δικά μου πράγματα. Άλλοτε τα κατάφερνα και άλλοτε τσακιζόμουν. Αλλά αυτή είναι η ζωή», θα πει.
Παρακολούθησε τη συνέντευξη παρακάτω: