Πώς είστε εσείς; Εμείς σας έχουμε ένα ενδιαφέρον νέο. Δικαστήριο της Βραζιλίας διέταξε την Qatar Airways να πληρώσει ψυχοθεραπεία σε ένα plus size μοντέλο, στο οποίο φέρεται να απαγόρευσαν την επιβίβαση επειδή ήταν… «πολύ χοντρή». Μην κοιτάτε ημερολόγια. Για το σήμερα μιλάμε.
Σε άλλα νέα, η Τζουλιάνα Νέμε κατηγόρησε την αεροπορική εταιρεία για διακρίσεις σε βάρος της λόγω του σώματος και των κιλών της. Η γυναίκα έκανε γνωστό το περιστατικό σε ανάρτησή της στο Instagram λέγοντας πως δεν της επετράπη να επιβιβαστεί στην πτήση της από τη Βηρυτό στη Ντόχα στις 22 Νοεμβρίου, λόγω του βάρους της. Το βίντεό της για το υποτιθέμενο περιστατικό έχει έκτοτε γίνει viral.
H influencer είχε πάει διακοπές στον Λίβανο με την οικογένειά της και έφτασε στη χώρα μέσω Air France χωρίς κανένα πρόβλημα. Ωστόσο, κατά την επιστροφή τους στη Βραζιλία, μέσω Ντόχα, η Τζουλιάνα σημείωσε πως ένας υπάλληλος τής είπε ότι θα έπρεπε να αγοράσει μια πιο ακριβή θέση πρώτης θέσης, αν ήθελε να επιβιβαστεί στην πτήση. Αυτό, μέσα σε όλα, σήμαινε πως θα έχανε τη συνέχιση της πτήσης της προς το Σάο Πάολο, όπου και ζει.
Σύμφωνα με τη Τζουλιάνα, η Qatar Airways δεν προσφέρθηκε να της επιστρέψει τα 1.000 δολάρια που είχε πληρώσει για το εισιτήριό της, αλλά η εταιρία της τόνισε πως θα έπρεπε να αγοράσει εισιτήριο business-class, στην τιμή των 3.000 δολαρίων, ώστε να… χωρέσει στα μεγαλύτερα καθίσματα του αεροσκάφους. «Μου αρνούνται το δικαίωμα να ταξιδέψω… Είμαι απελπισμένη, βοηθήστε με, δεν θέλουν να επιβιβαστώ επειδή είμαι χοντρή», είπε, ξεσπώντας στα social media.
Τελικά, κατέληξε να μένει στον Λίβανο με τη μητέρα της, ενώ η αδελφή και ο ανιψιός της επέστρεψαν στην πατρίδα τους. «Τι ντροπή για μια εταιρία όπως η Qatar να επιτρέπει τέτοιου είδους διακρίσεις εις βάρος των ανθρώπων! Είμαι χοντρή, αλλά είμαι ακριβώς όπως όλοι οι άλλοι», είπες στους ακόλουθούς της. Στο μεταξύ, εμείς νιώθουμε πως κάποιος μάς κάνει μια κακή πλάκα.
Στα νεότερα, ένα δικαστήριο στο Σάο Πάολο διέταξε την Qatar να πληρώσει ψυχοθεραπεία στη Τζουλιάνα, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει το τραύμα που της προκάλεσε το περιστατικό. Συγκεκριμένα, Η δικαστής Ρενάτα Μάρτινς ντε Καρβάλο αποφάσισε στις 20 Δεκεμβρίου ότι η αεροπορική εταιρεία πρέπει να πληρώσει για ψυχιατρική ή ψυχολογική θεραπεία για την influencer από επαγγελματία. Η ψυχοθεραπεία περιλαμβάνει «εβδομαδιαία συνεδρία αξίας 78 δολαρίων για περίοδο τουλάχιστον ενός έτους, συνολικού ύψους 3.718 δολαρίων που θα κατατεθεί στον τραπεζικό λογαριασμό της ενάγουσας».
Ο δικηγόρος της 38χρονης, Εντουάρντο Μπαρμπόσα, χαρακτήρισε την απόφαση ως «ορόσημο στον αγώνα εναντίον των προκαταλήψεων».
Στα βραζιλιάνικα μέσα ενημέρωσης, η Τζουλιάνα μίλησε για το τραύμα που της προκάλεσε το συμβάν, τονίζοντας: «Ήταν σαν να μην ήμουν άνθρωπος γι’ αυτούς. Ήμουν ένα χοντρό τέρας που δεν μπορούσε να επιβιβαστεί. Ήταν φρικτό. Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα περνούσα κάτι τέτοιο, ποτέ. Με πληγώνει τώρα που θυμάμαι πόσο πολύ κατηγορούσα τον εαυτό μου, γιατί κατηγορούσα τον εαυτό μου πολύ, ζήτησα ακόμη και από τη μητέρα μου συγγνώμη αρκετές φορές. Είπα: “Μαμά, συγχώρεσέ με, γιατί το ότι ήμουν έτσι σε εμπόδισε να γυρίσεις σπίτι. Και μου είπε ότι δεν έφταιγα εγώ».
Η Τζουλιάνα με την μητέρα της κατάφεραν τελικά να επιστρέψουν στην πατρίδα τους με άλλη πτήση χωρίς να χρειαστεί να πληρώσουν επιπλέον χρήματα, αφού μίλησαν με τον πρέσβη της Βραζιλίας, ο οποίος υποσχέθηκε να τις βοηθήσει.
Η Qatar Airways με τη σειρά της δήλωσε πως σαν εταιρεία «αντιμετωπίζει όλους τους επιβάτες με σεβασμό και αξιοπρέπεια και σύμφωνα με τις πρακτικές του κλάδου και ομοίως με τις περισσότερες αεροπορικές εταιρείες, οποιοσδήποτε παρεμποδίζει το χώρο ενός συνεπιβάτη και δεν μπορεί να ασφαλίσει τη ζώνη ασφαλείας του ή να χαμηλώσει τα μπράτσα, μπορεί να υποχρεωθεί να αγοράσει μια επιπλέον θέση τόσο ως προληπτικό μέτρο ασφαλείας όσο και για την άνεση και την ασφάλεια όλων των επιβατών.
Η εν λόγω επιβάτης στο αεροδρόμιο της Βηρυτού ήταν αρχικά εξαιρετικά αγενής και επιθετική απέναντι στο προσωπικό ελέγχου, όταν ένα μέλος της παρέας της δεν προσκόμισε τα απαιτούμενα έγγραφα PCR για είσοδο στη Βραζιλία. Ως αποτέλεσμα, κλήθηκε να παρέμβει η ασφάλεια του αεροδρομίου, καθώς το προσωπικό και οι επιβάτες ανησυχούσαν εξαιρετικά για τη συμπεριφορά της».