Θυμάμαι μια ιστορία του Ντίνου Χριστιανόπουλου, από το βιβλίο του «Οι ρεμπέτες του ντουνιά». Όπου έγραφε για έναν άρχοντα που τον λέγανε Κλεισθένη και ήθελε πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια να παντρέψει την κόρη του. Και μαζεύτηκαν οι μνηστήρες στο παλάτι κι έγινε γλέντι κι ο πιο τσίφτης απ’ όλους, ο Ιπποκλείδης, τα έδωσε όλα στο χορό και τα πήρε ο Κλεισθένης στο κρανίο και του είπε «μ’ αυτά σου τα καμώματα έχασες και το θρόνο και τη νύφη». Κι ο Ιπποκλείδης του απάντησε κοφτά: «Σκασίλα μου!». Το σχόλιο του Χριστιανόπουλου: «Έτσι έχασε πλούτη και τιμές, για ένα κέφι, μα κέρδισε όλων της καρδιές ο Ιπποκλείδης. Και έμεινε αθάνατος στην ιστορία, πρώτος ρεμπέτης του ντουνιά».
Διαβάζω για τον Ιπποκλείδη και θυμάμαι, μέρες που ‘ναι, την Κασσιανή. Είναι το τροπάριο στη μέση, το τροπάριο της Μεγάλης Τρίτης με την «εν πολλαίς αμαρτίες περιπεσούσα γυνή». Υπέροχο, δεν λέω, αλλά εκείνο που με συγκίνησε εμένα ακόμη πιο πολύ ήταν η μυθική συνάντησή της Κασσιανής με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο. Που έψαχνε για σύζυγο ο ανώτατος άρχων του Βυζαντίου και έλαβε χώρα η σχετική τελετή και είδε την Κασσιανή και θαμπώθηκε και πήγε κοντά της και της είπε: «Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα». Ελληνικά μοντέρνα: «Από μια γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά τα πράγματα», μια αναφορά εν ολίγοις στην αμαρτία της Εύας.
Για να τη βάλει στη θέση της την υποψήφια, για να μην νομίζει ότι μπορεί να του πάρει τον αέρα. Κι εκείνη πώς απάντησε; Με πατσαβούρα στα μούτρα: «Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττω». Ότι δηλαδή «κι από μια γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα καλά τα πράγματα». Ευθεία αναφορά με τη σειρά της στην γέννηση του Ιησού από την Παναγία και άσε μας ρε φίλε και δεν σου χρωστάω τίποτα. Ο αυτοκράτωρ εθίχθη φυσικά και πήρε το σύμβολο της υποθέσεως, ένα χρυσό μήλο, και το εναπόθεσε στα χέρια της Θεοδώρας από την Παφλαγονία της Μικράς Ασίας.
Και κάπως έτσι έχασε η Κασσιανή και πλούτη και τιμές και το θρόνο. Και κάπως έτσι έγινε η πρώτη ρεμπέτισσα του ντουνιά. Με το δικό της ήσυχο τρόπο, άνευ σαματά και τζέρτζελου. Για μια μαγκιά μόνο, για ένα κέφι. Γιατί δεν υπάρχει και τίποτε άλλο εκτός απ’ το κέφι σ’ αυτή τη ζωή. Τα λεφτά εξανεμίζονται, τα κτίρια γκρεμάνε, κλατάρουν τ’ αμάξια, πέφτουν τα στήθη και οι κοιλιές. Μόνο το κέφι μένει και δεν μπορεί κανείς να σου το πάρει. Για να περπατάς στο δρόμο με το κεφάλι ψηλά κι όχι σα να κουβαλάς στην πλάτη σου τη φτήνια όλου του κόσμου.